Κυριακή 26 Ιουλίου 2009

Κωμωδοί πολιτικοί και λαϊκιστές



Την προηγούμενη Κυριακή σε άρθρο της ‘’Εποχής’’ έγινε γνωστή η πρόθεση του γνωστού Ιταλού κωμικού Μπέπε Γκρίλο, να συμμετάσχει ως υποψήφιος, στις εκλογές για την ανάδειξη του αρχηγού του δημοκρατικού κόμματος. Αυτή η απόφαση (άσχετα με το εάν θα εισακουστεί ή όχι ) ξάφνιασε πολλούς, όχι γιατί ένας αστέρας θα διεκδικούσε την πολιτική εξουσία (μην ξεχνάμε στη χώρα του Μπερλουσκονισμού βρισκόμαστε), αλλά μάλλον γιατί ένας κωμικός θα διεκδικούσε ένα ανώτερο αξίωμα. Γιατί όμως η εικόνα αυτή φαίνεται περίεργη; Έχει ενδιαφέρον να δούμε ποια είναι η σχέση κωμωδίας και πολιτικής, κυρίως σήμερα , γιατί αν και οι κωμικοί δεν είναι αγαπημένα παιδιά της εκλεγμένης πολιτικής, ο ρόλος τους στην κοινωνία του θεάματος και στην διαμόρφωσή της είναι έντονος και δεδομένος.
Ο Γκρίλο δεν είναι ο πρώτος κωμικός που διεκδικεί ένα πολιτικό αξίωμα πρώτου μεγέθους, ίσως είναι όμως ο πρώτος που το διεκδικεί σοβαρά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο κωμικός Coluche,ο οποίος κατέβηκε για πλάκα, ως υποψήφιος πρόεδρος στις γαλλικές εκλογές του 1981. Τελικά ο κωμικός απέσυρε την υποψηφιότητά του, γιατί όπως φάνηκε σε κάποιες δημοσκοπήσεις ένα σεβαστό ποσοστό γάλλων επρόκειτο να τον ψηφίσει. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί ή περίπτωση του αμερικάνου κωμικού Stephen Colbert, ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία του να κατέβει στις εκλογές ως υποψήφιος αρχηγός, τόσο του Ρεπουμπλικανικού όσο και του δημοκρατικού κόμματος, ώστε να έχει περισσότερες ελπίδες να γίνει ο 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ. Κανένα από τα δύο κόμματα δεν δέχτηκε την πρότασή του.

Ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκπομπή του μέντορα και παραγωγού του Κολμπέρτ, του Τζον Στίουαρτ. Μια εκπομπή καθημερινής, αιχμηρής σάτιρας η οποία απογειώθηκε κατά την περίοδο προεδρίας του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Το ότι ο Μπους ήταν χρυσορυχείο για τους κωμικούς είναι μια πληροφορία εξίσου πρωτότυπη με το ότι τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης περισσότερο δικαιολογούσαν παρά ασκούσαν κριτική στις επιλογές του. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ένα μεγάλο κομμάτι του αμερικανικού κοινού (σε κάποιες νεότερες ηλικίες το ποσοστό αυτό ήταν πλειοψηφικό), να γυρίσει τη πλάτη του στα δελτία ειδήσεων και να στραφεί για την ενημέρωση του σε εκπομπές σατυρικού χαρακτήρα όπως το Daily show του Στιούαρτ ή το Colbert report του Στήβεν Κολμπέρτ. Αν κάποιος παρακολουθήσει τις εκπομπές αυτές θα καταλάβει πως πρόκειται για εκπομπές υψηλής και εύστοχης σάτιρας, πολλές φορές κατά πολύ πιο ριζοσπαστικές στον πολιτικό λόγο τους από το λόγο του δημοκρατικού κόμματος του Ομπάμα. Ταυτόχρονα όμως, μπορούμε να αναλογιστούμε το ουσιαστικό μερίδιο εξουσίας που αποκτούν οι εκπομπές αυτές, άρα και τα ερωτήματα πολιτικής ευθύνης που προκύπτουν.
Μπορούμε να προσδιορίσουμε ποια είναι η σχέση ανάμεσα στους όρους πολιτική, λαϊκισμός και κωμωδία και πολύ περισσότερο μπορούμε να οριοθετήσουμε ποια θα έπρεπε να είναι η επιθυμητή σχέση τους; Την περίοδο της κυριαρχίας του Λάκη Λαζόπουλου, η λέξη λαϊκισμός ακουγόταν ως κριτκή πιο συχνά και από την περίοδο του Παπανδρεικού ‘’Τσοβόλα δωσ τα όλα’’. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με την περίπτωση του Μπέπε Γκρίλο. Είναι αναπόφευκτο οι κωμικοί να λαικίζουν;

Στη ρίζα κάθε αστείου, κάθε χαμόγελου ή ξεκαρδίσματος, κρύβεται η ανατροπή. Η ανατροπή της λογικής, της τάξης, ή του σώματος του ανθρώπου που πατά μια μπανανόφλουδα. Το ίδιο το χιούμορ αντιπαθεί τη γεωμετρία του δόγματος, για αυτό και ο κάθε είδους πιστός(πολιτικής, θρησκευτικής ή κάθε είδους ορθοδοξίας) είναι ο άνθρωπος που το γέλιο δεν θα τον ακουμπήσει και τόσο συχνά θα τον θίξει. Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι πως το αστείο δεν υπάρχει χωρίς αυτόν που θα το ακούσει και ακόμα περισσότερο χωρίς αυτόν που θα γελάσει. Έτσι ο καλλιτέχνης είναι εξαρτημένος από το κοινό και σε κάποιες περιπτώσεις θα καταλήξει να το κολακεύει, εκλιπαρώντας τον στην πραγματικότητα να επιτρέψει στο αστείο, στη τέχνη του, να υπάρξει. Η ρίζα του λαϊκισμού του χιούμορ εντοπίζεται εδώ. Και όμως τόσο συχνά υπήρξαν κωμικοί που έβριζαν το κοινό ή το πέταγαν έξω από τις παραστάσεις τους( Μπιλ Χικς, Τζορτζ Καρλιν).
Αν έπρεπε να βρούμε μια απάντηση, σχετικά με το κοινωνικό χρέος τη κωμωδίας, θα πρότεινα αυτή να προέλθει όχι από μια θεωρία ή έναν ορισμό, αλλά από μια φωτογραφία. Την φωτογραφία που δείχνει το Ντανιέλ Κον Μπετιτ να γελά ειρωνικά μπροστά σε έναν αστυνομικό κατά πολύ ψηλότερό του, κατά την περίοδο των συγκρούσεων στα πανεπιστήμια του Παρισιού. Όλη η δυναμική και η επιθυμία του Μάη του 68 εκφράζεται εδώ σε έναν απλό σπασμό των χειλιών. Το ειρωνικό χαμόγελο επιλέγει τη νίκη, πριν απο την σύγκρουση, πριν από την έκβαση και το αποτέλεσμα. Αν δεχτούμε πως η γλώσσα του λαϊκισμού είναι γλώσσα κυρίαρχη όχι μόνο στο επίπεδο της πολιτικής μα και της καθημερινότητας γενικά, μπορούμε να αντιληφτούμε ποια θα πρέπει να είναι η θέση του κωμικού απέναντι στον σημερινό λαϊκισμό, τον επιθετικό και κρανοφόρο.
Υπάρχει ένας ενδιαφέρον μύθος, που περιγράφει την κοινωνική διάσταση της κωμωδίας κάτω από το αντιεξουσιαστικό κάτοπτρο της, λειτουργώντας ανάμεσα στο ντοκουμέντο και την παραβολή. Ο Philippe Gaulier, θέλοντας να δώσει τον ορισμό αλλά και τους στόχους του μπουφόνου ( ας αντικαταστήσουμε εδώ τη λέξη με το κωμικός), περιγράφει πως κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης οι ιδιαίτερα άσχημοι άνθρωποι, οι λεπροί, οι άρρωστοι, οι παραμορφωμένοι ήταν εξόριστοι στους βάλτους, εκτός της κοινωνίας των όμορφων ανθρώπων. Η είσοδος τους στην πόλη επιτρεπόταν μόνο μια φορά το χρόνο κατά την περίοδο των πανηγυριών. Στη διάρκεια των παραστάσεων ο στόχος των κωμικών ήταν να διασκεδάσουν αλλά και να αηδιάσουν την κοινωνία επιτιθέμενοι κυρίως στους αρχηγούς της εκκλησίας και του κράτους. Ιδανική ( σε θεωρητικό επίπεδο)παράσταση θα ήταν αυτή κατά την οποία το κοινό των ωραίων ανθρώπων, αφού γυρίσει στο σπίτι του, χαρούμενο από την διασκέδαση, θα καταλάβαινε τον τρόπο με τον οποίο ζει και θα αυτοκτονούσε.
Πόσο αστείος μπορεί λοιπόν να είναι ένας εκλεγμένος αρχηγός ή ένας πρωθυπουργός; Η κωμωδία οφείλει στον εαυτό της να είναι μια μόνιμη αντιπολίτευση, νικήτρια πριν και άσχετα από κάθε έκβαση. Να πολεμά και να κρίνει κάθε εξουσία και όχι να την αντικαθιστά.

(στην εφημερίδα εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: