Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Τί­πο­τα δεν εί­ναι α­λη­θι­νό, ό­λα ε­πι­τρέ­πο­νται


Η φρά­ση του τίτ­λου α­πο­δί­δε­ται συ­χνά στον Hassan-i Sabbah, ι­δρυ­τή των Α­σα­σί­νων, στρα­τιω­τι­κο-θρη­σκευ­τι­κού τάγ­μα­τος α­πό τον 11ο μέ­χρι τον 13ο αιώ­να μ.Χ. Το ό­νο­μα του τάγ­μα­τος προέρ­χε­ται α­πό το χα­σίς που κα­τα­νά­λω­ναν οι στρα­τιώ­τες του τάγ­μα­τος, το ο­ποίο τους δι­νό­ταν ως μια πρό­γευ­ση για τις α­πο­λαύ­σεις που θα γεύο­νταν στους ου­ρά­νιους κή­πους που πε­ρι­γρά­φει το Κο­ρά­νιο, με­τά την ε­κτέ­λε­ση της α­πο­στο­λής τους.
Ο α­πό­λυ­τος σχε­τι­κι­σμός που δια­τυ­πώ­νει η φρά­ση πε­ρι­γρά­φει τη σχέ­ση του α­λη­θι­νού και του η­θι­κού. Σε μια συν­θή­κη που τί­πο­τα δεν έ­χει πραγ­μα­τι­κή υ­πό­στα­ση, κά­θε πρά­ξη εί­ναι νό­μι­μη. Δεν υ­πάρ­χουν τρο­χο­νό­μοι στη χώ­ρα των σκιών. Α­κό­μα και η δο­λο­φο­νία εί­ναι μια πρά­ξη που μπο­ρεί να εί­ναι χρή­σι­μη, αλ­λά δεν μπο­ρεί να πε­ρι­γρα­φεί ως κα­λή ή ως κα­κή. Στο γε­γο­νός αυ­τό συ­νη­γο­ρεί και η ε­πι­με­λώς σχε­δια­σμέ­νη δο­λο­φο­νία των η­γε­τών των εχ­θρών των Α­σα­σί­νων.
Το τάγ­μα των Α­σα­σί­νων ε­ξα­φα­νί­στη­κε κά­που τον 13ο αιώ­να. Η φρά­ση ό­μως έ­μει­νε να πλα­νά­ται και να πε­ρι­γρά­φει τα ό­ρια της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας και της φα­ντα­σίας, τους ό­ρους της η­θι­κής και της α­λή­θειας.
Σή­με­ρα, με­τα­φερ­μέ­νη σε άλ­λο πλαί­σιο, η φρά­ση πε­ρι­γρά­φει με ε­ξαι­ρε­τι­κό τρό­πο και την κα­τά­στα­ση στην ο­ποία έ­χει πε­ριέλ­θει η πο­λι­τι­κή και η δη­μο­σιο­γρα­φία με την ε­πέ­λα­ση των Fake News τα τε­λευ­ταία χρό­νια σε πα­γκό­σμια κλί­μα­κα.
Όταν κα­μία εί­δη­ση δεν εί­ναι υ­πο­χρεω­τι­κό να εί­ναι α­λη­θι­νή, ό­λα δη­μο­σιεύο­νται.
Α­πό τη σχε­τι­κο­ποίη­ση της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας προ­κύ­πτει την ί­δια στιγ­μή και μια σχε­τι­κο­ποίη­ση της η­θι­κής της εί­δη­σης.
Ση­μα­σία και ε­δώ δεν έ­χει η ί­δια η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, αλ­λά η χρή­ση της, η ερ­γα­λεια­κή της υ­πό­στα­ση. Ο ο­ντο­λο­γι­κός της, ό­μως, σχε­τι­κι­σμός φέρ­νει στην ε­πι­φά­νεια και το η­θι­κό έλ­λειμ­μα που δη­μιουρ­γεί­ται. Κά­θε εί­δη­ση μπο­ρεί να δη­μο­σιευ­τεί αρ­κεί να εί­ναι χρή­σι­μη. Το γε­γο­νός αυ­τό δεν μας κα­θι­στά α­πλώς έκ­θε­τους στο ψεύ­δος, αλ­λά ταυ­τό­χρο­να με­τα­μορ­φώ­νει την κά­θε εί­δη­ση σε δυ­νά­μει ψεύ­δος.

Χρη­σι­μο­ποιώ­ντας μια πρό­χει­ρη φρά­ση, θα μπο­ρού­σα­με να πού­με πώς θεω­ρη­τι­κά η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα της εί­δη­σης θα έ­πρε­πε να εί­ναι αυ­το­σκο­πός των μέ­σων ε­νη­μέ­ρω­σης στην προ­σπά­θειά τους να ε­νη­με­ρώ­σουν. Σή­με­ρα η φρά­ση αυ­τή α­κού­γε­ται σαν παι­δι­κή α­φέ­λεια. Μέ­ρα με την η­μέ­ρα το «fake»ταυ­τί­ζε­ται με το «news» σε τέ­τοιο βαθ­μό που σύ­ντο­μα η πρώ­τη λέ­ξη θα εί­ναι ά­χρη­στη, α­φού θα α­πο­τε­λεί κυ­ρίαρ­χο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της ί­διας της εί­δη­σης.
Μια πα­ρά­με­τρος που συ­χνά ξε­χνά­με, εί­ναι πώς συ­νή­θως τα fake news κα­τα­σκευά­ζο­νται χω­ρίς δό­λο ή προ­σπά­θεια πα­ρα­πλη­ρο­φό­ρη­σης. Η υ­φή της εί­δη­σης παίρ­νει σχή­μα μέ­σα α­πό τις τε­χνι­κές ε­πι­βο­λές και τους ό­ρους του κυ­ρίαρ­χου μέ­σου. Ο α­ντα­γω­νι­σμός τα­χύ­τη­τας των δια­φό­ρων ει­δη­σε­ο­γρα­φι­κών σάιτ εί­ναι ευ­θέως α­ντί­στρο­φος της δια­σταύ­ρω­σης της εί­δη­σης. Σε τέ­τοιο βαθ­μό, μά­λι­στα, ώ­στε το έ­να μέ­σο να ε­ξα­πα­τά το άλ­λο δη­μιουρ­γώ­ντας μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα κα­τά πο­λύ με­γα­λύ­τε­ρη α­πό την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που προ­σπα­θούν να με­τα­δώ­σουν. Ταυ­τό­χρο­να τα μέ­σα κοι­νω­νι­κής δι­κτύω­σηςδη­μιουρ­γούν μι­κρό­κο­σμους που ε­πε­κτεί­νουν τον ε­αυ­τό τους στο ά­πει­ρο ή μάλ­λον μέ­χρι το ση­μείο αυ­τό που ο μι­κρό­κο­σμος θα ταυ­τι­στεί τε­λι­κά με τον πραγ­μα­τι­κό κό­σμο. Ε­δώ η ά­πο­ψη και η ο­πτι­κή του υ­πο­κει­μέ­νου που δια­χει­ρί­ζε­ται έ­να λο­γα­ρια­σμό, που ε­πι­λέ­γει φί­λους και μέ­σα ε­νη­μέ­ρω­σης που θα πα­ρα­κο­λου­θεί (ου­σια­στι­κά δη­λα­δή α­πό­ψεις και ο­πτι­κές ό­μοιες με τη δι­κή του), βα­φτί­ζε­ται α­ντι­κει­με­νι­κή α­λή­θεια. Ε­ντός της α­λή­θειας αυ­τής, το ο­ποιο­δή­πο­τε ψέ­μα, υ­περ­βο­λή ή σχό­λιο του μι­κρό­κο­σμου που πα­ρα­κο­λου­θεί, βα­φτί­ζε­ται εί­δη­ση. Αρ­κεί να συ­νη­γο­ρεί υ­πέρ της ά­πο­ψης του χρή­στη. Δεν εί­ναι τυ­χαίο πως σε πρό­σφα­τες έ­ρευ­νες στις Η­ΠΑ το με­γα­λύ­τε­ρο πο­σο­στό των ε­ρω­τη­θέ­ντων δή­λω­σε πως ε­νη­με­ρώ­νε­ται μέ­σω του Facebook, μέ­σω δη­λα­δή ε­νός δια­δι­κτυα­κού κα­φε­νείου χρω­μα­τι­σμέ­νου α­πό τις ε­πι­λο­γές του χρή­στη.
Η συν­θή­κη αυ­τή κά­νει την κά­θε εί­δη­ση έκ­θε­τη στο ψέ­μα. Και μα­ζί της με­τα­τρέ­πει και τον ί­διο το σκο­πό, το νό­η­μα και την ύ­παρ­ξη της ε­νη­μέ­ρω­σης ως κοι­νω­νι­κής δια­δι­κα­σίας. Η ά­με­ση χρή­ση και εκ­με­τάλ­λευ­ση των στοι­χείων αυ­τών α­πό και­ρο­σκό­πους πο­λι­τι­κούς, ό­πως ο Τρα­μπ και το ε­πι­τε­λείο του, ή το α­χώ­ρι­στο δί­δυ­μο Άδω­νι και Πορ­το­σάλ­τε δεν μπο­ρεί να δη­μιουρ­γεί μό­νο έ­να ζή­τη­μα γύ­ρω α­πό φτη­νές πο­λι­τι­κές τα­κτι­κές. Κα­θι­στά την κρι­τι­κή σκέ­ψη ά­χρη­στη, κα­τα­βα­ρα­θρώ­νει το δη­μό­σιο λό­γο σε μια σκια­μα­χία υ­πο­θέ­σεων και δια­βρώ­νει κά­θε α­πό­πει­ρα δια­λό­γου. Μέ­χρι και σή­με­ρα τα fake newsδη­μιουρ­γούν πο­λι­τι­κές ε­πι­τυ­χίες και φαί­νο­νται ά­τρω­τα. Και δεν εί­ναι δύ­σκο­λο να κα­τα­λά­βου­με πως βρι­σκό­μα­στε α­πλώς στην αρ­χή του φαι­νο­μέ­νου.
Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα αυ­τό που προ­κύ­πτει εί­ναι έ­να δο­μι­κό πρό­βλη­μα δη­μο­κρα­τίας.

(στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: