(που ναι ψηλός και όμορφος και τον αγαπάμε όλοι)
‘’Τριάντα αιώνες και πλέον ο άνθρωπος πασχίζει να βάλει τη μια λέξη κοντά στην άλλη με τέτοιον τρόπο που η σκέψη να εξαναγκάζεται να παίρνει καινούργιες, αδοκίμαστες στροφές. Ιδού που για πρώτη φορά η λειτουργία αυτή σταμάτησε. Είμαστε πανέτοιμοι για τη βλακεία.’’
Οδυσσέας Ελύτης, Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο
Ήταν πολλοί αυτοί που ξαφνιάστηκαν από την παρουσία του πρωθυπουργού στην βουλή την περασμένη Κυριακή κατά της συζήτησης για την πρόταση μομφής. Κατ’ αρχήν από το ίδιο το γεγονός. Ήταν μόλις η τρίτη φορά που ο κ. Σαμαράς καταδέχτηκε να περάσει τις πύλες του ‘’ναού της δημοκρατίας’’ κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του. Αυτό όμως που εντυπωσίασε ήταν ο τρόπος με τον οποία συγκροτήθηκε η παρουσία του, η ταύτιση της αντιπαράθεσης με την απαξία, η υποβάθμιση του λόγου στα επίπεδα του γάργαρου βρυχηθμού ή του ρεψίματος. Η διατύπωση του συγκεκριμένου πολιτικού ήθους με τους όρους του συγκεκριμένου ρητορικού ύφους.
Η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης ξεκίνησε με την εμμονή του πρωθυπουργού να αποφεύγει να κοιτάξει τον Αλέξη Τσίπρα κατά την διάρκεια της ομιλίας του. Όταν ο τελευταίος τον κάλεσε να τον κοιτάξει, ο πρωθυπουργός απάντησε: “κοιτάω από την άλλη μεριά για να μην βάλω τα γέλια”. Η στάση αυτή διαχύθηκε αμέσως και στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας δημοκρατίας, η οποία άρχισε να χειροκροτά ειρωνικά και να ζητωκραυγάζει απαξιωτικά τις στιγμές που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διατύπωνε τις θέσεις του κόμματος του για το μνημόνιο. Η στάση της Νέας Δημοκρατίας θύμιζε κάτι ανάμεσα σε ΔΑΠιτοκινούμενη συνέλευση από ΤΕΙ επαρχίας και γαλαρία σχολικού λεωφορείου κατά τη διάρκεια εκδρομής. (Πληροφορίες που ήθελαν μερίδα βουλευτών να φωνάζουν ‘’και α και ου- και ου- και ΔΑΠ ΝΔΦΚ’’, κατά τη διάρκεια του κοινοβουλευτικού διαλόγου δεν επιβεβαιώθηκαν). Η στάση αυτή αποτέλεσε προθάλαμο και φόντο του καταπληκτικού λόγου του Αντώνη Σαμαρά.
Ο κύριος γυμνασιάρχης
‘’Να προσέχετε τις εκφράσεις σας’’, ‘’Να το κόψετε’’, ‘’Αν θέλετε να τα λέμε πιο συχνά’’, ‘’Δεν θα ανεχτώ τέτοια συμπεριφορά’’, ‘’Ακούστε και αυτό καλό θα σας κάνει’’, ‘’(στακάτο ύφος) Πώς είπατε; Το ξαναλέτε άλλη μία να το ακούσουμε καλά όλοι μας;’’ , ‘’Θέλει ο Συριζα να κρυφτεί αλλά οι παλιές συνήθειες δεν τον αφήνουν’’, ‘’Σαίξπηρ’’ ‘’Τζουρουασικ πουαρκ’’, ‘’Να ανεχθώ’’, ‘’ Να κόψετε’’, ‘’Να προσέχετε’’. Αυτά και άλλα πολλά αποτέλεσαν το ιδιότυπο γλωσσικό κολάζ του πρωθυπουργού. Διατυπωμένα με τη απειλητική στάση ενός γυρτού σώματος, -το χέρι ενίοτε στην τσέπη- με κουτσαβάκικη εκφορά και ύφος καλαματιανού μάγκα. Ένας ρήτορας- ορθωμένο δάκτυλο με τον υπαλληλικό ενθουσιασμό τοπικού χωροφύλακα, ελεγκτή λεωφορείου, θεολόγου-γυμνασιάρχη. Ο ιδιότυπος ρόλος που επέλεξε να παίξει ο πρωθυπουργός- λίγο Σάυλωκ, λίγο αστυνόμος Θεοχάρης και λίγο Dirty Harry στο εικοστό του Σίκουελ- δεν αποτελεί κάτι ξένο. Είναι η ενσάρκωση της ιστορίας του ελληνικού αυταρχισμού. Από το μουστακάκι του αγανακτισμένου πολίτη μέχρι το σκαρπίνι του χαφιέ, από τον λοστό του κενταύρου μέχρι το παλούκι του Ranger. Η αποχώρηση του Αβέρωφ και της ΝΔ από τη βουλή κατά τη αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, η επίσημη συμμετοχή του κόμματος στις εκδηλώσεις των επετείων εθνικοφροσύνης στον Γράμμο Βίτσι την ίδια περίοδο ή τα γεγονότα στην Καλαμάτα, όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός, -ως νέος τότε βουλευτής- υπερασπιζόμενος τους τραμπουκισμούς νεολαίων του κόμματος του έσπαγε τα τζάμια του κτιρίου διοίκησης Χωροφυλακής Μεσσηνίας και έσκιζε τα επώμια του επικεφαλής ταξιάρχου.
Μια έναρθρη χειρονομία
Το αυταρχικό κιτς του Αντώνη Σαμαρά προβάλλει την μαγκιά ως ένα επιχείρημα που απαξιεί να επιχειρηματολογήσει, την επιθετική αδιαφορία για οποιαδήποτε απάντηση και τον τραμπουκισμό της ορθωμένης φωνής που θα καλύψει οποιαδήποτε διαφορετική φωνή. Μια γλώσσα που προσπαθώντας να αποφύγει το σκόπελο του τετριμμένου ‘’πολιτικά ορθού’’ , του ‘’πολιτισμένου’’, του ‘’ξύλινου λόγου’’ , αναζητά αμεσότητα, λαϊκότητα, την στιβαρότητα ενός αρχαϊκού αντρισμού, μα τελικά αποτυγχάνει ακόμα και γλώσσα να είναι και υποβιβάζεται σε έναρθρη χειρονομία.
Τα λεκτικά πάζλ που φτιάχνει ο Αντώνης Σαμαράς- όταν δεν μιλάει με τον θεό- δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από την αισθητική αποτύπωση της πολιτικής που ακολουθεί και του αυταρχισμού που επιβάλλει. Έτσι, ο λόγος του είναι περίπου πολιτικός λόγος, όπως οι επιστρατεύσεις των απεργιών, ή η διακυβέρνηση με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου είναι περίπου νόμιμες και περίπου δημοκρατικές. Η συγκεκριμένη ρητορική δεν αποτελεί απλά καταγραφή της απαξίωσης του λόγου (και της απαξίωσης της πολιτικής), είναι η προσπάθεια ενός απαξιωμένου λόγου που αγωνιά να θέσει την απαξίωση ως το μόνο πλαίσιο στο οποίο μπορεί να γίνει μια συζήτηση, τραβώντας εκεί και τον κάθε συνομιλητή- στην προκειμένη περίπτωση την αξιωματική αντιπολίτευση.
(στην εφημερίδα Εποχή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου