Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

Το Avatar των Εξαρχείων



Είμαστε ξένοι σ’ αυτή την πόλη
Σ’ αυτή την πόλη είμαστε ξένοι…
Γεράσαμε σ' αυτή την πόλη
Είναι αυτό που λένε: είμαστε ξένοι

(Νίκος Καρύδης, «Ξένοι»
σε μοντάζ Ρένου Αποστολίδη)

Τελευταία όλο και πιο συχνά εμφανίζονται άρθρα που περιγράφουν το άβατο των Εξαρχείων. Τη μηδενιστική τους κουλτούρα, τη βία και τη βρόμα, τις έκνομες πράξεις, την ακολασία, την προσωποποίηση της ανευθυνότητας της σημερινής μας νεολαίας.
Τα άρθρα καταγγέλλουν την παράφραση αυτή που είναι τα Εξάρχεια, την παρανομία, την ανοχή της πολιτείας στο φαινόμενο Εξάρχεια. Το Αβατο αυτού του μη-τόπου, όπου οι αθώοι δεν τολμούν να διαβούν, οι ορθοί λοιδορούνται και οι επιπόλαιοι κυριαρχούν.

Στα συγκεκριμένα ρεπορτάζ τα Εξάρχεια δεν είναι τόπος. Πιο πολύ είναι κινηματογραφικός χαρακτήρας.
Μοιρασμένος σε χιλιάδες ανώνυμες ενσαρκώσεις περιφέρει την καταστροφική μανία του φέρνοντας φωτιά, στάχτη και τρόμο σαν έναν μονοσήμαντο κακό από κάποια περιπέτεια δεύτερης διαλογής.
Εδώ οι αναρχικοί πετούν, οι άστεγοι κατοικούν, οι μετανάστες αποκαλύπτουν το πραγματικό τους προσωπείο, τα αυτοκίνητα κυκλοφορούν μόνο καμένα και τα παιδιά τρέφονται αποκλειστικά με ηρωίνη.
Η λέξη ΣΟΚ βρίσκεται πάντοτε με κεφαλαία στους τίτλους που συνοδεύουν τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ τα σερβιρισμένα ανάμεσα σε μπότοξ τηλεπαρουσιαστών, καταγγελίες αθώων φιλήσυχων, φωτογραφίες φρέσκιας φωτιάς και γερές δόσεις ηθικού πανικού.
Μα στην πραγματικότητα δεν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα άβατο, αλλά σε ένα παραφρασμένο Αβαταρ, σε μια εικονική παραμόρφωση μέσω της υπερβολής, σε μια καταγραφή που εξαφανίζει την ουσία ενώ ταυτόχρονα γιγαντώνει την (επιλεγμένη) λεπτομέρεια προσπαθώντας να την καταστήσει ουσία.

Τα συγκεκριμένα άρθρα ζέχνουν ηθικισμό ταινιών τύπου «Κατήφορος», πασπαλισμένα με έναν θρησκόληπτο πουριτανισμό χωρίς θρησκεία, αντικατεστημένο από τον επαρχιώτικο κοσμοπολιτισμό μιας ευταξίας, μιας δήθεν ευρωπαϊκής ορθότητας όπου το κράτος σέβεται τον πολίτη και ο πολίτης το κράτος και όλα βρίσκονται βαλσαμωμένα στην ιλουστρασιόν λειτουργικότητά τους.
Χωρίς αντιθέσεις, χωρίς διαφωνίες, χωρίς διεκδικήσεις.

Πάντοτε με εκνεύριζε πως όταν έπρεπε να μιλήσεις για τα Εξάρχεια έπρεπε ταυτόχρονα να αναφέρεις τα μπάχαλα, λες και η συγκρουσιακή κατάσταση είναι θέμα τοπικό σαν τον δάκο στη Μεσσηνία ή τον Μπέο στον Βόλο.
Εκτός κοινωνικού πλαισίου, εκτός προσπάθειας εξήγησης ή αντίληψης, τα όποια γεγονότα αποσπώνται από αιτίες και περιγράφονται ως αυθύπαρκτες αφορμές που αυτοτροφοδοτούν την ύπαρξή τους με την ύπαρξή τους.

Και όμως, εκεί που οι διάφοροι θα βλέπουν τρομαγμένα παιδιά από τους αναρχικούς και τους μετανάστες, εμείς θα βλέπουμε παιδιά που μαθαίνουν να συλλαβίζουν τη συνύπαρξη και την αλληλεγγύη· εκεί που βλέπουν διάλυση του δεσμού, εμείς βλέπουμε μια πρώτη χειραψία· εκεί που θα βλέπουν βρόμα και σκουπίδια, εμείς θα βλέπουμε τις ατελείωτες κουβέντες που έστρωσαν τους δρόμους των Εξαρχείων.
Εκεί που οι άλλοι βλέπουν στάχτη και τυφλή βία, εμείς θα βλέπουμε τους σπόρους μια δημιουργίας (ακόμη και αν αυτή φορά γυαλιά).

Για πολλούς από εμάς τα Εξάρχεια αποτέλεσαν τη μόνη γειτονιά.
Οχι τη γειτονιά που γεννηθήκαμε ή μεγαλώσαμε, αλλά τη γειτονιά που ποτέ δεν σταματήσαμε να επισκεπτόμαστε πάντοτε, όλοι μαζί, ακόμη και όταν ήμαστε μόνοι.
Τη γειτονιά που στέγασε όλες τις άλλες γειτονιές. Εναν τόπο συνάντησης που τον κατοικούσες μόνο όταν δεν τον κατοικούσες.
Ηταν οι γείτονες στον άλλο χρόνο και τον άλλο χώρο που εδώ συναντούσες.

Οσο κι αν μας κουράζουν σήμερα, τα Εξάρχεια θα είναι οι παρελθούσες συναντήσεις και οι συναντήσεις μας με το παρελθόν, το ακαριαίο του παρόντος μιας τυχαίας γνωριμίας και το μέλλον του κάθε τυχαίου ενδεχόμενου.
Χρωστάμε όλοι μας μια συγγνώμη από αυτή την περιοχή. Κι εμείς ακόμη που την αντιλαμβανόμαστε σαν γειτονιά μας αλλά τη βαραίνουμε ανελλιπώς με τα 30, τα 40, τα 50 μας χρόνια.
Μια συγγνώμη γιατί καθημερινά προσπαθούμε να πείσουμε τους εαυτούς μας πως ωριμάσαμε, πως μεγαλώσαμε, πως δεν χωράμε σε παλιές συμπεριφορές.

Μια συγγνώμη για όλο το αυθόρμητο που χάθηκε στους σχεδιασμούς μας, στο ξαφνικό που χάθηκε στον προγραμματισμό, στις νύχτες που χάθηκαν στο ξημέρωμα.
Και ας βλέπουν οι άλλοι φωτιές στα Εξάρχεια. Εμείς θα βλέπουμε μονάχα ξημερώματα.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Θυμάμαι, ναι, θυμάμαι




Εκείνο το δόντι λυκόσκυλο
Τον παιδικό μου πέρασα χρόνο
Ταΐζοντας με χρυσόψαρα ένα λυκόσκυλο
πήρε μέγεθος τόσο
που πια δεν μπορώ να το δω
***
Τώρα ο χρόνος
ένα κίτρινο στραμπουλιγμένο
και από το στόμα να φτύνει αντίχειρες
***
Τώρα ο άνθρωπος χωρίς αφή
φοράει τα γάντια του
και τα νοήματα παρακαλούν τα δελτία για βροχές.
Κορμοί σπίρτων ανθισμένων
Πέφτουν ολόγυρα σαν το σκοτάδι
***
-Δες το σκοτάδι σε περιμένει
απέραντο και οικείο
όταν ξυπνάς για νερό
και χάνεσαι στα αποστηθισμένα βήματα.
Μια λάθος στροφή
Και βρίσκεσαι πίσω απ' τον ύπνο.
***
Καθισμένη στην καρέκλα
Μέσα απ' τα παράθυρα να κοιτάς
και ο καπνός του τσιγάρου σου
τέλεια καλλιγραφία του τυχαίου
Μέσα απ' τα παράθυρα να κοιτάς
και αυτή η βροχή
μισή H2O
και μισή θαύμα
***
Τώρα
πάω στον χρόνο
που με κοίταξε
πρώτη φορά
ο πατέρας

Μέσα στα γεγονότα ο άνθρωπος παραμένει σταθερός. Τίποτα δεν παρεμβαίνει ανάμεσα σε αυτόν και τον εαυτό του. Μονοκόμματος, ακέραιος στο σχήμα που αυτός ορίζει για τον εαυτό του.
Μόνιμος θεατής των ενεργειών του, μόνιμα παρών, συντελεσμένος σε αυτό που τον συντελεί. Τρέχοντας δίπλα στη σταθερότητα των πραγμάτων γύρω του.
Αναζητώντας την ταχύτητα του ίδιου του του Εγω σε μια σταθερή παρέλαση πραγμάτων.
Είναι και αυτό μια ευκολία, ένας τρόπος να περνά ο χρόνος δίχως βάρος.

Να είναι η καθημερινότητα καθημερινή, πλωτή η ώρα και τα λεπτά στρογγυλά σαν αυγά.
Ολα συμφωνημένα ανάμεσα στον εαυτό και τον εαυτό του απλά συμβαίνουν. Γεμίζοντας ιλουστρασιόν ημερολόγια, αξύριστους καθρέφτες, επιβεβαιώνοντας τον χρόνο σε ρολόγια.
Κι όμως υπάρχει μια στιγμή που ο άνθρωπος αδειάζει. Σαν το παρόν να άνοιξε απότομα τις καταπακτές και σε μια στιγμή αντίστροφης βαρύτητας όλο το αμπάρι του ανθρώπου να χύνεται στο κατάστρωμά του.

Και κει ο χρόνος βγαίνει ένας και ενιαίος. Χωρίς παρελθόν και μέλλον, χωρίς ανάμνηση και προσδοκία, ακύρωση και επιδίωξη.
Κι εσύ παύεις να είσαι μια πραγματικότητα σε ροή. Γίνεσαι στιγμή ακαριαία που εμπεριέχεις τα προηγούμενα. Και τα μέλλοντα επίσης αλλά όχι ως ενδεχόμενα αλλά ως συντελεσμένα γεγονότα.
Είναι αυτή η στιγμή μια άλλη μνήμη που σου υπενθυμίζει τη σημασία και τη ρευστότητας της μνήμης. Και είναι η ρευστότητα αυτή που ορίζει και τη ρευστότητα του εαυτού.
Και αν θέλω να πω κάτι εδώ είναι ακριβώς, γι’ αυτό το θυμάμαι, ναι, θυμάμαι. Για τα αυλάκια της μνήμης και τη σοδειά στις όχθες τους.

Υποβιβάζουμε συχνά την ανάμνηση σε μια νοερή επιστροφή στο παρελθόν. Είναι όμως μονάχα αυτό; Μαζί με όσα έγιναν, θυμόμαστε πράγματα που δεν έχουν γίνει, πράγματα που δεν συνέβησαν ποτέ (και το γνωρίζουμε), μα είναι ήδη αναμνήσεις μας, φτιαγμένες με όμοια υλικά. Και ακόμη και αν δεν έχουν συμβεί, συμβαίνουν. Ανάμνηση και επιθυμία στον ίδιο χρόνο.
Συνορεύουμε. Μονίμως συνορεύουμε. Γι' αυτό και η τάση μας να αντιμετωπίζουμε τα όνειρα λίγο-πολύ σαν να είναι πραγματικά.
Να μας ορίζουν τη διάθεση, τη στάση μας απέναντι σε κάποιον που μόλις ζήσαμε μαζί στο όνειρό μας και κάποιες φορές για ασήμαντα γεγονότα να μην μπορούμε να ξεχωρίσουμε αν κάτι όντως έγινε ή είναι προϊόν του ύπνου.

Με τρόπο όμοιο με τα όνειρα, συνορεύουμε στις σκοτεινές αίθουσες. Στα θέατρα και τους κινηματογράφους, το σκοτάδι μάς βάζει να εστιάσουμε εκεί που υπάρχει κίνηση.
Το σκοτάδι κυκλώνει τη σκηνή και την οθόνη με τον ίδιο τρόπο που κυκλώνει και τον ύπνο μας. Γι' αυτό και αν κάτι δεν είναι πειστικό μέσα στην αίθουσα, μας παίρνει ο ύπνος.
Τις μέρες του πιο έντονου παρόντος, μέρες σαν τις σημερινές, αρεσκόμαστε στο να ανατρέχουμε, να αναπολούμε, να προσποιούμαστε πως θυμόμαστε. Και όμως, δεν θυμόμαστε.
Στην πραγματικότητα φτιάχνουμε το παρελθόν με βάση το παρόν μας, φτιάχνουμε γεγονότα που ποτέ δεν ήταν εκεί και τώρα τα τοποθετούμε.
Είναι πολλές ζωές αυτές που ζούμε στο παρόν μας και το παρελθόν μας γεμάτο επιλογές. Και όλος ο χρόνος βρίσκεται πάντοτε εδώ γεμάτος πρόσωπα από το παρελθόν και από το μέλλον.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Ο ποιητής και ο θάνατος



η τέχνη κι’ η ποίηση
δεν μας βοηθούν να ζήσουμε:
η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε
να πεθάνουμε

περιφρόνησις απόλυτη
αρμόζει
σ’ όλους αυτούς
τους θορύβους
τις έρευνες
τα σχόλια επί σχολίων
που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν
αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες
γύρω από τις μυστηριώδικες κι’ αισχρές συνθήκες
της εκτελέσεως του κακορρίζικου του Λόρκα
υπό των φασιστών

μα επί τέλους! πια ο καθείς γνωρίζει
πως
από καιρό τώρα
― και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα ―
είθισται
να δολοφονούν
τους ποιητάς

Το ποίημα του Εγγονόπουλου για το θάνατο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα αντηχεί μες τον καιρό και περιγράφει τις τύχες των ποιητών στα ασφυκτικά καθεστώτα. Εκτός του συγκεκριμένου ιστορικού πλαισίου έρχεται να περιγράψει την τύχη του ποιητή μέσα στις κοινωνίες και τις εποχές.
Το ποίημα έρχεται συνήθως να μιλήσει μεταφορικά. Μέσα από την υπερβολή της τελικής διαπίστωσης περιγράφει την μοίρα των ποιητών στις κοινωνίες. Μα είναι φορές που οι μεταφορές γίνονται κυριολεξίες χωρίς να χρειαστεί να αλλάξεις μια λέξη.

Ο Άσραφ Φάγιαντ

Ο παλαιστίνιος ποιητής Άσραφ Φάγιαντ καταδικάστηκε πρόσφατα σε θάνατο από το δικαστήριο της Σαουδικής Αραβίας. Ο 35χρονος κατηγορήθηκε για το αδίκημα της αποστασίας (ότι αρνήθηκε, δηλαδή, τη μουσουλμανική θρησκεία). Είχε συλληφθεί από τη θρησκευτική αστυνομία της χώρας το 2013 και στη συνέχεια συνελήφθη και πάλι και δικάστηκε στις αρχές του 2014. Μάρτυρας ισχυρίστηκε ότι άκουσε τον παλαιστίνιο ποιητή να βρίζει τον προφήτη Μωάμεθ και τη Σαουδική Αραβία. Περαιτέρω απόδειξη στάθηκε η ποιητική συλλογή «Οδηγίες χρήσεως εντός», που είχε γράψει πριν από χρόνια. Σύμφωνα με τις αρχές της Σαουδικής Αραβίας το βιβλίο προωθεί τον αθεϊσμό. Ο ίδιος σε σχέση με το βιβλίο του δήλωσε: «Με κατηγόρησαν προσωπικά για άθεο και για το ότι προσπάθησα να εξαπλώσω ιδέες περί αθεϊσμού στην κοινωνία. Το βιβλίο μου, που εκδόθηκε το 2008, αναφερόταν σε εμένα ως παλαιστίνιο πρόσφυγα και αφορούσε πολιτισμικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Οι θρησκόληπτοι εξτρεμιστές, όμως, το μετέφρασαν ως “καταστροφικές ιδέες εναντίον του Θεού”». Ο ποιητής συμμετείχε στη Μπιενάλε της Βενετίας το 2013, ενώ υπήρξε και κεντρικό μέλος του αγγλοσαουδικού οργανισμού Edge of Arabia.
Μια σειρά από διεθνείς καλλιτεχνικούς οργανισμούς, φορείς και μεμονωμένους καλλιτέχνες όπως η δαφνοστεφής ποιήτρια της Αγγλίας Κάρολ Αν Ντάφυ ή ο θεατρικός συγγραφέας Ντέιβιντ Χέαρ καταδίκασαν τη στάση της Σαουδικής Αραβίας, προέβησαν σε κινητοποιήσεις και ψηφίσματα, ζητώντας να ενημερώσουν τον κόσμο και να αποτρέψουν την απόφαση.

Σύμβολο της δυτικής υποκρισίας

Η Σαουδική Αραβία μοιάζει με προβολή ενός ISIS από το μέλλον. Μια αναγνωρισμένη χώρα, πλούσια και αυτοτελής, που απολαμβάνει διεθνή αμνηστία για τις καθημερινές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Που απολαμβάνει ασυλία, ενώ είναι γνωστό ότι εμπλέκεται και χρηματοδοτεί την τρομοκρατία σε μεγαλύτερο βαθμό από οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Στη χώρα ο θάνατος είναι το μέτρο της δικαιοσύνης. Από την αρχή του 2015 μέχρι σήμερα έχουν εκτελεστεί 151 άνθρωποι (με βάση τα στατιστικά της Διεθνούς Αμνηστίας), η συντριπτική πλειοψηφία τους με δημόσιο αποκεφαλισμό (με χρήση ξίφους). Εγκλήματα, όπως το σεξ εκτός γάμου, η κλοπή αυτοκινήτου, η μαγεία ή η βλασφημία, τιμωρούνται με θάνατο από τα θρησκευτικά δικαστήρια της χώρας.
Φυσικά, όλα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά (ή έστω εύκολα προσβάσιμα ως πληροφορίες) και η ζωή του Άσραφ Φάγιαντ είναι ακόμη μια ζωή που θα χαθεί μέσα στη στατιστική της θρησκευτικοπολιτικής αιματοχυσίας. Στις μέρες που ζούμε, όμως, η Σαουδική Αραβία αναδεικνύεται σε παγκόσμιο σύμβολο της δυτικής υποκρισίας. Κάθε φράση, κάθε επιχείρημα και κάθε επίθετο που χρησιμοποιείται απέναντι στον ISIS μένει στο κενό από τη στιγμή που όχι μόνο δεν υπάρχουν κυρώσεις (ή έστω) για τη Σαουδική Αραβία, αλλά αποτελεί προνομιακό οικονομικό συνομιλητή πολλών δυτικών χωρών με χαρακτηριστικότερες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η στάση αυτή περιγράφει, ταυτόχρονα, και τη στάση απέναντι στον ISIS. Το πόσο διάτρητη είναι η κάθε αναφορά σε αξίες, αρχές και κατακτήσεις από αρχηγούς κρατών. Το πώς χρησιμοποιούνται ως απλές προφάσεις και καινές αφηγήσεις ανάλογα με τον άνεμο του κέρδους και της συγκυρίας.
Ο Άσραφ Φάγιαντ δεν αποτελεί, λοιπόν, απλώς μια μονάδα σε μια στατιστική, αλλά αναδεικνύεται σε μάρτυρα της δυτικής υποκρισίας. Ακόμη και γιατί η εξαίρεσή του από τον κατάλογο των ανώνυμων (για τη δύση) θυμάτων του Σαουδαραβικού καθεστώτος προκύπτει με υποκριτικό τρόπο από την πλευρά των δυτικών. Είναι η ιδιότητα του ποιητή αυτή που τον κάνει να διαφέρει, αυτή που ξεσηκώνει την αγανάκτηση. Όλα τα υπόλοιπα θύματα είναι τυχαία περιστατικά, περιπτώσεις που δεν θα επιλεχθούν και δεν θα ξεσηκώσουν συνειδήσεις. Μακρινές υποθέσεις, μακρινών χωρών. Θλιμμένες περιπτώσεις, αχρείαστο βάρος.
Είναι η ίδια ακριβώς υποκρισία που υπερασπίζεται τον Φάγιαντ, αυτή που ταυτόχρονα τον καταδικάζει. Και ο τίτλος του ποιητή ανέπαφος ανάμεσα στις δύο, μπροστά από τον θάνατο και πέρα απ’ τη ζωή.
Και με το παράδειγμά του –το παράδειγμα που ο ίδιος δεν επέλεξε- να κάνει τις υποκρισίες να λάμπουν πρόστυχα και οι στίχοι ενός άλλου Σαουδάραβα ποιητή του Φερεϊντούν Φαριάντ να έρχονται στην επιφάνεια:

 Στον μαυροπίνακα της νύχτας
μ’ ένα κομμάτι κιμωλία γράψε:
φως, φως, φως.
Ποιητής είσαι.

(στην εφημερίδα Εποχή)

Το αποτέλεσμα των εκλογών της Νέας Δημοκρατίας



Η πραγματικότητα στις μέρες που διανύουμε εμφανίζεται μπροστά μας σαν ένα ατελείωτο εκκρεμές ανάμεσα στη φρίκη και τη γελοιότητα.
Και ίσως η γελοιότητα να λειτουργεί εκτονωτικά ως διάλειμμα από τις εικόνες φρίκης με τις οποίες ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή, την ευρύτερη ρευστότητα, το ανακάτωμα των ισορροπιών, όμως τις πραγματικές της διαστάσεις τις παίρνει όταν γίνει αντιληπτή σε συνάρτηση με το άλλο άκρο του εκκρεμούς.
Η ανικανότητα στις μέρες μας είναι πολυτέλεια. Πόσο μάλλον όταν αφορά αυτούς που παίρνουν αποφάσεις.
Η έκτακτη κατάσταση την οποία διανύουμε απαιτεί και μια έκτακτη συνθήκη εγρήγορσης και αντιμετώπισης.
Και αυτό γιατί δεν διακυβεύεται μονάχα το ενδεχόμενο μιας λανθασμένης απόφασης σε μια εποχή που δεν επιτρέπει λάθη. Αλλά γιατί συμβάλλει πολλαπλασιαστικά στη συνολική απαξίωση της πολιτικής σφαίρας.
Είναι άστοχο λοιπόν να αντιμετωπίσουμε το φιάσκο των εκλογών της Νέας Δημοκρατίας ως ένα χαριτωμένο ανέκδοτο το οποίο συνέβη και στη συνέχεια πέρασε. Ή ως μια τεχνικής φύσεως αστοχία η οποία θα διορθωθεί ύστερα από δύο εβδομάδες.
Οσο αυστηρό και να φαίνεται, η διαδικασία της προηγούμενης Κυριακής αποτελεί μια διαδικασία με πολύ πιο σύνθετη καταγραφή από ένα απλό φιάσκο.
Αντίθετα λοιπόν απ’ όσα πιστεύουμε, οι εκλογές στη Νέα Δημοκρατία και έγιναν και είχαν συγκεκριμένο εκλογικό αποτέλεσμα.
Το θέμα είναι πως το αποτέλεσμα αυτό δεν ταυτίζεται με ένα από τα τέσσερα ενδεχόμενα που ορίστηκαν ως επιθυμητά με την ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας, δεν προσδιορίζεται από τις προθέσεις ή τις διαθέσεις όσων θέλησαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία και να διαμορφώσουν αυτό το αποτέλεσμα.
Η αδυναμία διεξαγωγής εκλογών, η ανικανότητα της ομαλής λειτουργίας, η απώλεια του κέντρου λήψης αποφάσεων, η θολή πολιτική εικόνα, η παρεμπόδιση (έστω και λόγω ανικανότητας στη συγκεκριμένη περίπτωση) των ψηφοφόρων να διαμορφώσουν την τελική πολιτική απόφαση είναι και αυτά συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Απολύτως ορατά, απολύτως πρακτικά και απολύτως συγκεκριμένα.
Ορίζουν όχι μόνο την παρούσα κατάσταση της Νέας Δημοκρατίας αλλά εγγράφονται και ως στοιχεία της πολιτικής ζωής του τόπου.
Απεικονίζουν, ενσαρκώνουν και πολλαπλασιάζουν την κυρίαρχη απαξίωση της πολιτικής από τους πολίτες, την αίσθηση αδιεξόδου, τη δυσπιστία ως προς τις ικανότητες των πολιτικών κομμάτων και του φθαρμένου πολιτικού προσωπικού, την προσχηματική συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων.
Ο επόμενος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δεν θα είναι διάδοχος ενός προηγούμενου αρχηγού αλλά μιας πρότερης κατάστασης.
Μιας κατάστασης έριδας, εσωστρέφειας και ανικανότητας. Μιας διαδικασίας όπου δεν παράγεται πολιτική λόγω τεχνικού κωλύματος. Φορέας μιας εικόνας αποσύνθεσης και αποσταθεροποίησης.
Είναι άλλωστε ενδεικτικό πως στο πλαίσιο διαχείρισης του συγκεκριμένου θέματος ο πολιτικός γίγαντας Ανδρέας Παπαμιμίκος αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο σαμποτάζ.
Η συγκεκριμένη αντίδραση δεν έχει ως στόχο μόνο να αποδώσει αλλού τις ευθύνες αλλά ταυτόχρονα -και ίσως περισσότερο- να θέσει σε ένα γνωστό και οικείο σχήμα μια πρωτόγνωρη κατάσταση.
Να ανασυντάξει το χάος άνευ όρων, ακόμη και υιοθετώντας ανεδαφικά σενάρια στα όρια της γελοιότητας.
Η μορφή που έχει σήμερα η Νέα Δημοκρατία θυμίζει αραβικό κράτος μετά από βομβαρδισμό. Μια διασπασμένη ενότητα με χαμένο το κέντρο εξουσίας, όπου τοπικοί φύλαρχοι ορίζουν τις δικές τους σφαίρες επιρροής αναζητώντας την έφοδο στον ουρανό (βλ. π.χ. Λιβύη).
Ετσι, την περίοδο ανάμεσα στην ήττα και την (ενδεχόμενη) ανάδειξη νέου αρχηγού, η Νέα Δημοκρατία γίνεται το πιο χαρακτηριστικό κόμμα της κρίσης.
Αυτό που την αντιπροσωπεύει έμπρακτα με τα αποτελέσματα χαραγμένα ακόμα και στην ίδια τη φυσιογνωμία της.
Ενα κόμμα σε ένταση και εμφύλιο, με αμφίβολο παρόν και μέλλον. Ενα γεγονός χωρίς συγκεκριμένα ιδεολογικά επίδικα (μόνο με διαφορετικές δοσολογίες Ακροδεξιάς).
Μια τοξική κατάσταση ικανή να σπρώξει την κυβέρνηση στην αλαζονεία του δρομέα που προπορεύεται χωρίς αντίπαλο.
Η Νέα Δημοκρατία κατάφερε κάτι το οποίο κανένα άλλο κόμμα που χάθηκε ως αποτέλεσμα της κρίσης δεν είχε καταφέρει.
Οχι να εξαφανιστεί αλλά να παραμείνει νεκροζώντανη, περιφέροντας ταυτόχρονα το νεκρό παρελθόν και το ακυρωμένο μέλλον της, αποδεικνύοντάς μας σε κάθε της βήμα τη ρευστότητα των καιρών, τις πολιτικές μεταμορφώσεις και το γεγονός πως σήμερα κάθε τι συνορεύει με το χάος.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)