Στις 5 Οκτωβρίου, η εφημερίδα «The New York Times» δημοσιεύει άρθρο με μαρτυρίες γυναικών που δέχτηκαν σεξουαλική παρενόχληση από τον παραγωγό Χάρβεϊ Γουάνσταϊν. Το άρθρο αποτέλεσε την αρχή μιας διαδικασίας αποκαλύψεων, με ηθοποιούς και εργαζόμενες στην εταιρεία του να καταθέτουν δημόσια τη δική τους εμπειρία από την επαφή τους με τον παραγωγό. Οι ιστορίες που βρήκαν το φως της δημοσιότητας είναι δεκάδες, με κάποιες από αυτές να κάνουν λόγο και για βιασμό.
Σε διάστημα περίπου δύο εβδομάδων από την αρχική δημοσίευση, ο παραγωγός αρνήθηκε τις κατηγορίες, στη συνέχεια ζήτησε δημοσίως συγνώμη σε «όσους έχει πληγώσει» και υποσχέθηκε πως θα μπει σε πρόγραμμα ψυχοθεραπείας. Η γυναίκα του έκανε αίτηση διαζυγίου και η εταιρεία του τον απέλυσε. Σχεδόν όλο το Χόλυγουντ αφορίζει τον Γουάνσταϊν, ενώ πολλά μεγάλα ονόματα (όπως πχ ο Κουέντιν Ταραντίνο) αποκαλύπτουν πως γνώριζαν πράγματα σχετικά με τη συμπεριφορά του, αλλά προτίμησαν να σιωπήσουν. Στο twitter δημιουργήθηκε το hashtag #metoo, όπου γυναίκες εκφράζουν δημοσίως ότι έχουν υπάρξει θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης, καλώντας ταυτόχρονα και άλλες γυναίκες που βρέθηκαν στη θέση αυτή να σταματήσουν να σιωπούν, να βγουν από το φόβο και να διεκδικήσουν αυτό που τους ανήκει: την αξιοπρέπειά τους.
Κάποιος θα μπορούσε να αποφανθεί πως όλα αυτά είναι μια μακρινή ιστορία ενός -έτσι και αλλιώς- διεφθαρμένου συστήματος εξουσίας. Πως όλα αυτά ήταν περίπου γνωστά (το μόνο που έλειπε ήταν τα συγκεκριμένα πρόσωπα και οι λεπτομέρειες) ως μόνιμος κανόνας της κοινωνίας του θεάματος. Είναι όμως έτσι; Κατ’ αρχήν είναι εντυπωσιακή η ευκολία μας να αποδεχτούμε την κανονικοποίηση του αρνητικού. Να πούμε πως «έτσι είναι, τι να κάνουμε» και πως «θα αλλάξει αυτό τώρα κάτι;». Η διαφορά της σκιάς από το ημίφως είναι όμοια με τη διαφορά από τη σκιά στο σκοτάδι. Τίποτα σε αυτή τη διαδικασία –και σε οποιαδήποτε άλλη έχει ως θύματα ανθρώπους, ακεραιότητες και υπολήψεις- δεν περισσεύει. Και κανένα μέσο, καμία διαδικασία και καμία επιλογή δεν είναι αμελητέα.
Τώρα για το αν η συγκεκριμένη ιστορία όντως μας αφορά, την καλύτερη απάντηση την έδωσε ο Δανίκας στο «Πρώτο Θέμα». Με ένα άρθρο ξερατό, ο Δανίκας κατακεραυνώνει την «υποκριτοπουριτανική αμερικανική κοινωνία», όπως την ονομάζει, λίγο ειρωνεύεται τα θύματα, λίγο δικαιολογεί τον Γουάνσταϊν, λίγο σαν να λιγουρεύεται τις ηθοποιούς και λίγο σαν να ζηλεύει τον παραγωγό (τον «τρισκατάρατο» και σεξομανιακό πορνόγερο, όπως γράφει χαριτολογώντας). Ανθολογούμε: «Η μις Πάλτροου, λοιπόν, να μη χάσει κι αυτή. Ύστερα από 20 χρόνια. Τόσο χρειάστηκε να βρει το θάρρος και να δείξει το βιαστή. Είπε το κορίτσι, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι επειδή ήταν μικρούλα (ίσως και παρθένα) παραλίγο να παρασυρθεί! Μόλις έφτασε, κατά τον προσφιλή του τρόπο, αυτός ο “άθλιος” παραγωγός άρχισε να της κάνει μασάζ και να της ζητάει να τον ακολουθήσει στην κρεβατοκάμαρα. Όμως εκείνη είπε “πριτς” και έφυγε! Με απλά λόγια, αυτή η (τότε) 26χρονη παρθένα εγκατέλειψε τη σκηνή του βιασμού εντελώς αμόλυντη. Άνθρακας ο βιασμός. Ναι, αλλά το μασάζ; Η ανήθικη πρόταση; Εις την πυράν!». «Πρωτάρα η Κάρα. Όχι τόσο. Αφού συμφώνησε να τον συνοδεύσει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Μα, αγαπητή μου, γιατί άραγε να σε ανέβασε στο δωμάτιό του; Να σου δείξει τη θέα; Να θαυμάσεις τη σουίτα; Να σου απαγγείλει ποιήματα της Έμιλι Ντίκινσον; Θα μας τρελάνουν εντελώς!». «Να προχωρήσω; Ας πούμε η Αντζελίνα Τζολί. Εντελώς ήσυχο κορίτσι. Εντελώς άσχετη από τριολέ όργια. Εντελώς πιστή. Εντελώς αφοσιωμένη. Και εντελώς σε κάθε σύντροφό της δοσμένη. Να μην ανοίξω το στόμα μου τώρα. Αμάν με τις “παρθένες” του Χόλυγουντ!»
Και άλλα πολλά. Είναι μάλιστα τόσο μπαγλαμάς δημοσιογράφος που σε κάποιο σημείο του κειμένου μπερδεύει την Τζίνα Μαρόνι (χαρακτήρας της σειράς 30 Rock) με πραγματικό πρόσωπο και την κατακεραυνώνει μαζί με τις υπόλοιπες υποκριτικές πόρνες: «Μια τριτοκλασάτη πρώην σταρλετίτσα, η Τζένα Μαρόνι (σήμερα 58), που το όνομά της είναι κάπου τοποθετημένο σε τηλεοπτικά σόου, σχολίασε την ιστορία».
Για να τελειώσει το βόθρο με ένα εξίσου μισάνθρωπο και σκατόψυχο φινάλε: «Αγαπητέ, Χάρβεϊ, όπως πολύ καλά γνωρίζεις, σε πολλά γουέστερν, σε αυτές τις fucking κωμοπόλεις και πόλεις της Άγριας Δύσης, ο σερίφης στο τέλος απαγχονίζεται. Η διαφορά με τη δική σου περίπτωση είναι ότι οι δήμιοι σου είναι οι ευεργετημένες από εσένα, fucking bitches. Άντε γεια!»
Ο Δανίκας παρουσιάζει τον Γουάνσταϊν ως άτυχο θύμα μιας υποκριτικής κουλτούρας, που λόγω συγκυρίας, ένα σκοτεινό δίκτυο από διάσημες πόρνες (αχάριστες πόρνες) αποφάσισε να εξαφανίσει. Όχι μόνο δικαιολογεί τη στάση του, αλλά κυριολεκτικά ενοχοποιεί τα θύματα.
Το γεγονός πως ο συγκεκριμένος άνθρωπος γράφει σε εφημερίδα, δημοσίευσε το κείμενο αυτό και συνεχίζει να γράφει, αποδεικνύει το πόσο έντονα μας αφορά το σκάνδαλο της σεξουαλικής παρενόχλησης, κακοποίησης και βιασμού. Όταν ένα κείμενο δημοσιεύεται με περίπου την άποψη «τη βίασε γιατί φορούσε προκλητικά ρούχα και όλοι ξέραμε τι πουτάνα ήταν» διατυπωμένη ως εξυπνακίστικο αυτονόητο, τότε καταλαβαίνουμε ποια είναι η θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία και τους εργασιακούς χώρους. Και ας μην αναρωτιόμαστε ποιοι είναι αυτοί που ταΐζουν την κουλτούρα του βιασμού.
(στην εφημερίδα Εποχή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου