Ζούμε σε μια περίπλοκη εποχή. Μια εποχή που η πληροφορία και η εικόνα ταξιδεύουν ελεύθερες και με μηδενική ταχύτητα, ενώ ταυτόχρονα πληθαίνουν οι απαιτήσεις για λογοκρισία διαφορετικών εκδοχών. Το φάσμα περιλαμβάνει εκπροσώπους διαφορετικών σταυροφοριών που ο καθένας με τον τρόπο του αναρωτιέται υποκριτικά: «Μέχρι πού φτάνουν τα όρια της τέχνης;».
Από την περίπτωση της συλλογής υπογραφών για το κατέβασμα του πίνακα του Μπαλτίς στο MOMA στο όνομα μιας συγκεχυμένης πολιτικής ορθότητας, στις ακροδεξιές και σκοταδιστικές πορείες μπροστά στο Χυτήριο ή στην «Ωρα του διαβόλου» στη Θεσσαλονίκη και από κει στις οιμωγές νεοφιλελεύθερης χροιάς στην περίπτωση του Εθνικού και της «Ισορροπίας του Νash» μέχρι τις απειλές του Τιτάνα του ελληνικού κινηματογράφου Γιάννη Σμαραγδή, ο οποίος αποφάσισε να κάνει μήνυση σε όποιον κριτικό δεν άρεσε η ταινία του.
Οι μορφές των διαμαρτυρόμενων, η επιχειρηματολογία και το υπόβαθρο της ρητορικής είναι διαφορετικά σε όλες τις περιπτώσεις.
Από τις δύο Αμερικανίδες στην περίπτωση του MOMA μέχρι την πανηλίθια φιγούρα του πατέρα Κλεομένη θεωρητικά μεσολαβεί το χάος. Η επιταγή όμως είναι κοινή σε όλες τις περιπτώσεις: «Κατεβάστε το έργο, μη γράψετε το κείμενό σας, κρύψτε τον πίνακα!» στο όνομα πάντοτε ενός κοινού καλού, το οποίο πρέπει να προστατευτεί.
Κάθε ένας από τους διαμαρτυρόμενους δίνει διαφορετικό νόημα σε αυτό το «κοινό καλό». Αλλοτε είναι του «Χριστού η πίστη η αγία», άλλοτε το κοινό αίσθημα και η τάξη, άλλοτε η ηθικίστικη ερμηνεία της πολιτικής ορθότητας.
Σε όλες όμως τις περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με την προβολή μιας υποκειμενικής αντίληψης στη σφαίρα του οικουμενικού.
Το «κοινό καλό» ξεκινά με την αποδοχή εκ μέρους αυτού που την εκφράζει πως η δική του άποψη είναι η μόνη ορθή και μάλιστα με ένταση τέτοια ώστε να σβήνει όλες τις άλλες απόψεις.
Με μια δογματική αντίληψη που δεν επιθυμεί τον διάλογο και αντικειμενικοποιεί τον εαυτό της. Ενώ ταυτόχρονα αναζητά την επιβολή της άποψης αυτής σε όσους διαφωνούν.
Σε όσους θέλουν να δουν την παράσταση, να κοιτάξουν τον πίνακα, να διαβάσουν την κριτική για την μπαρούφα που γύρισε ο Σμαραγδής. Οι όψεις διαφέρουν, η ρητορική, τα μέσα, οι όροι επιχειρηματολογίας.
Πίσω όμως από κάθε διαφορετική επιταγή λογοκρισίας ακούγεται πάντοτε ο ίδιος ήχος: ο ήχος από τις βαριοπούλες στο μουσείο της Μοσούλης, όταν ο ISIS στο όνομα της δικής του εκδοχής του «κοινού καλού» αποφάσισε να καταστρέψει αγάλματα χιλιάδων ετών.
Κάποιες από τις εκδοχές αυτές μπορεί να είναι πιο εκλεπτυσμένες, κάποιες να γίνονται από την απόσταση του πληκτρολογίου ως σχόλιο στο twitter ή μέσω της συλλογής ηλεκτρονικών υπογραφών.
Η ίδια η προστακτική του επιχειρήματος, το αίτημα της απαγόρευσης σε εμένα και σε σένα για το καλό το δικό μου και το δικό σου περιγράφει τη γελοιότητα του κάθε ξεχωριστού φορέα.
Οι πιο γελοίες και πιο κακόγουστες εκφάνσεις της επιταγής αντικατοπτρίζουν στην πραγματικότητα την ηθική και αισθητική αλήθεια των λογοκριτών.
Ακριβώς γιατί αυτές δεν έχουν καμία πρόθεση να κρύψουν τον φανατισμό τους πίσω από επιχειρήματα υπέρ της λογοκρισίας ή μια ψευδεπίγραφη αποδοχή των τύπων (οι οποίοι καταστρατηγούνται τελικά από το ίδιο το αίτημα).
Ας πάρουμε ως παράδειγμα την πιο πρόσφατη προσπάθεια και ας την προβάλουμε ως σχόλιο για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις:
Το έργο του γλύπτη Κωστή Γεωργίου με τίτλο «Phylax» απεικονίζει μια κόκκινη μορφή με ανθρώπινο κορμό, πρόσωπο που με αφηρημένο τρόπο θυμίζει πτηνό και δυο μεγάλα φτερά στην πλάτη. Το γλυπτό στήθηκε σε εξωτερικό χώρο στο Φάληρο, σε μια βάση μεγάλου ύψους με φόντο τον ουρανό. Από τις πρώτες μέρες διάφοροι πιστοί είδαν στο γλυπτό μια σατανική μορφή. Διαμαρτυρήθηκαν με στόχο το κατέβασμα του αγάλματος, πέταξαν άσπρες μπογιές, προσπάθησαν να κόψουν τα καλώδια που τροφοδοτούν τον φωτισμό (μπερδεύοντάς τα με αυτά του τραμ με αποτέλεσμα να σταματήσουν την κυκλοφορία του), ενώ πρόσφατα 100 ενορίτες του Ιερού Ναού Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης του Παλαιού Φαλήρου έκαναν πορεία και ράντισαν με αγιασμό το γλυπτό.
Γραφικοί, σκοταδιστές αλλά μάλλον ακίνδυνοι σε σχέση με τους πατεράδες Κλεομένηδες των τεχνών που επιβάλλουν το κατέβασμα παραστάσεων και απειλούν κριτικούς.
(στην Εφημερίδα των Συντακτών)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου