Ηταν του Αϊ-Γιαννιού η γιορτή και όλοι γιόρταζαν. Και μαζί αυτή η θρησκευτική εικόνα ενός μαύρου άντρα που κρατά ένα σαξόφωνο μέσα στο οποίο χορεύουν φλόγες, να γυρίζει τις οθόνες και τα μέσα δικτύωσης. Ο Τζον Κολτρέιν με κουστούμι και φωτοστέφανο να διεκδικεί τις ευχές των ημερών.
Οχι, η φωτογραφία δεν είναι δημιούργημα κάποιου Ελληνα καλλιτέχνη ή φώτοσοπ κάποιου ευφάνταστου γραφίστα. Μπορεί τα ελληνικά γράμματα δεξιά και αριστερά της εικόνας -Ο ΑΓΙΟC ΙΩΑΝΗC (sic)- να παραπέμπουν σε κάτι τέτοιο αλλά η ιστορία της εικόνας είναι τελείως διαφορετική.
Μετά τον θάνατό του το 1967, μια ομάδα πιστών στο Σαν Φρανσίσκο άρχισε να λατρεύει τον Κολτρέιν ως ενσάρκωση του θεού.
Οταν στη συνέχεια το εκκλησίασμα έγινε κομμάτι της Αφρικανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας των ΗΠΑ, ο Κολτρέιν ονομάστηκε άγιος και η εκκλησία τους πήρε το όνομά του. Η μουσική του από τότε χρησιμοποιείται ως προσευχή στις λειτουργίες τους.
Κάποιος θα μπορούσε να προσπεράσει το γεγονός ως γραφικό. Ως άλλο ένα σύμπτωμα του αμερικανικού συγκρητισμού εκεί όπου ο χριστιανισμός μπορεί εύκολα να συναντήσει τους εξωγήινους ή τα θαύματα μέσω τηλεφωνικής παραγγελίας. Οσο παράδοξο κι αν φαίνεται, το φαινόμενο έχει τη δική του αξία.
«Το αστείο είναι πως δεν πιστεύω καν σε κάποια θρησκεία. Οταν όμως ακούω τη μουσική του Κολτρέιν, μια ανατριχίλα διαπερνά τη σπονδυλική μου στήλη» λέει ένας από τους θαμώνες του εκκλησιάσματος.
Ντυμένοι με τα μοβ ράσα τους, οι ιερωμένοι παίζουν τα σαξόφωνά τους στον άμβωνα: «Ω θεέ, δώσε μας τη δύναμη να παίξουμε τη μουσική του Τζον Κολτρέιν» λέει ο επικεφαλής.
Η αλήθεια είναι πως η θρησκευτικότητα δεν ήταν ξένο στοιχείο στη μουσική του Κολτρέιν.
Σε μια συνέντευξή του σε ιαπωνικό μέσο, έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του, όταν ρωτήθηκε τι ελπίζει να είναι σε 5 χρόνια από τη στιγμή εκείνη, ο ίδιος αποκρίθηκε: «Αγιος».
Οι ήχοι της μαύρης εκκλησίας, οι εκφράσεις των προσώπων, οι εντάσεις των σωμάτων υπήρξαν για τον Κολτρέιν το πρώτο σχολείο. Αυτά κουβαλούσε ως ακούσματα πριν από το 1945 όταν έκανε το μουσικό του ντεμπούτο.
Σύντομα ο Κολτρέιν θα μετακινηθεί από την κλασική τζαζ, θα θητεύσει στην μπίμποπ και στον ήχο του σαξοφώνου του Τσάρλι Πάρκερ και θα συνεργαστεί με τον Μάιλς Ντέιβις από το 1955 μέχρι το 1959 σε μερικούς από τους σημαντικότερους δίσκους του. Θα ξεκινήσει το δικό του μουσικό σχήμα αναζητώντας τη δική του μουσική και τη λειτουργία της.
Η θρησκευτικότητα είναι εμφανής ακόμα και στα γνωστότερα κομμάτια του. Οταν ας πούμε πήρε μια χαρούμενη ποπ μελωδία από τη «Μελωδία της ευτυχίας» και τη μετάλλαξε σε έναν υπνωτιστικό δερβίσικο χορό στο «My favourite things».
Ηχοι από την Αφρική ή από την Ασία θα μεταφυτευτούν στη μεγάλη παράδοση της τζαζ μέσα στα κομμάτια του και θα περιγράψουν μια αγωνιώδη προσωπική αναζήτηση. Την αγωνία να βρεις την αλήθεια μέσα από τον ήχο.
Ο λυγμός της μουσικής του Κολτρέιν ξεκινά από τον συλλογικό θρήνο των Aφροαμερικανών, τη δουλεία, την καταπίεση, τον εξευτελισμό. Ειπωμένος μέσα από ένα ευρωπαϊκό όργανο όπως το σαξόφωνο, ο λυγμός μιλάει για τους αγώνες, τα πάθη και την αξιοπρέπεια ενός ανώνυμου έθνους. Ο λυγμός όμως καταφέρνει να γίνει οικουμενικός, να ενσωματώσει με βάση την τζαζ μουσικές και ήχους από διαφορετικές ηπείρους και τελικά να συμφιλιώσει μέσα από την οικουμενικότητά του.
Ο ίδιος έβλεπε τις παραστάσεις του όχι ως γεγονότα μπροστά σε ένα παθητικό κοινό αλλά ως πράξεις συμμετοχής, ως πνευματικές διαδικασίες μιας κοινής αναζήτησης.
Η τζαζ ήδη από το ξεκίνημά της ήταν μια γεωμετρία μέσα στο χάος, μια συνεργασία μέσα στην έκρηξη της ατομικής έκφρασης. Το στοιχείο αυτής της συνάντησης ο Κολτρέιν προσπάθησε να το επεκτείνει και προς το κοινό μέσα από τον ρυθμό, την επανάληψη και την επιτέλεση της μουσικής. Στοιχεία που παραπέμπουν από μόνα τους σε θρησκευτική τελετή.
Η μουσική του Τζον Κολτρέιν περιγράφει τη διαδικασία κατά την οποία η ανάσα μετατρέπεται σε δεξιοτεχνία, στοχασμό και ομορφιά.
Και αυτό που ονομάζουμε θρησκευτικό συναίσθημα μπορεί κάποιες φορές να μην είναι τίποτα περισσότερο από μια συλλογική έκπληξη απέναντι στην ομορφιά.
(στη Εφημερίδα των Συντακτών)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου