«Δόξα τον Θεό είμαι ακόμη άθεος» έλεγε ο Λουίς Μπουνιουέλ σε μία συνέντευξή του το 1960, προσφέροντας μια υπέροχη ατάκα για τους άθεους αιώνες μας.
Πράγματι ο μεγάλος Ισπανός έχει καταγραφεί στην ιστορία των τεχνών ως ένας από τους μεγάλους άθεους δημιουργούς.
Αρκεί να δει κάποιος έστω μία ταινία του (ακόμα και αν η Εκκλησία δεν είναι κεντρικό της θέμα) για να έρθει σε επαφή με την ιερή οργή απέναντι στην υποκρισία του κλήρου.
Ας κλείσουμε τα μάτια και ας περιηγηθούμε βιαστικά στην οργισμένη πινακοθήκη του Λουίς Μπουνιουέλ:
Ενας αναρχικός πυροβολεί τον Πάπα, δίπλα σε δύο ταξιδιώτες απλώνεται μια λαοθάλασσα αίρεσης ενσαρκωμένη στις διάφορες εκδοχές της, ένας άντρας τραβάει ένα πιάνο με δύο νεκρά βόδια πάνω του και δεμένοι πίσω του δύο παπάδες, κάποιος πετάει έναν επίσκοπο από το παράθυρο, ενώ ένας άντρας με όψη παρόμοια του Χριστού συμμετέχει σε μια σκηνή από τις «120 μέρες στα Σόδομα» του Μαρκησίου Ντε Σαντ, ένας σταυρός μετατρέπεται σε στιλέτο, ένα ζευγάρι επιδίδεται σε σαδομαζοχιστικές συνευρέσεις μπροστά σε μια ομάδα Καρμελιτών μοναχών, ένα κοπάδι πρόβατα μπαίνει στην εκκλησία, μια ομάδα από εγκληματίες και ζητιάνους ποζάρουν σε στάσεις όμοιες με τον Μυστικό Δείπνο του Ντα Βίντσι, ένας στυλίτης μοναχός παρατάει τον μοναχισμό για να πάει σε ένα ροκ μπαρ, άντρες της Εκκλησίας και κοινοί θνητοί δέρνουν έναν άγιο.
Τις μέρες αυτές που η καθημερινότητά μας γέμισε παπαδαριό και φιλάνθρωπα και θεοφοβούμενα σκοτάδια σκεφτόμουν συνεχώς τα αποσπάσματα αυτά και αναρωτιόμουν τι θα περιελάμβανε η κάμερα του μεγάλου αναρχικού σκηνοθέτη αν επέλεγε ως υλικό τον «δικό μας» ορθόδοξο καταιγισμό σουρεαλιστικής κακογουστιάς.
Τον συνδυασμό αυτό σκοταδισμού και ανερυθρίαστης επίδειξης ισχύος:
Παπάδες να πλανεύουνε γιαγιάδες και να ανταλλάσσουν τη σωτηρία της ψυχής τους με διαθήκες, διαπλοκές με μαφίες και δίκτυα, την εκτός τόπου και χρόνου μαυρίλα της πρωινής ομαδικής προσευχής στα σχολεία, την εικόνα του Ιησού να μας κοιτά ειρωνικά σε τοίχους σχολείων, πανεπιστημίων και νοσοκομείων, ευλογημένες μπίζνες με νηστίσιμο αστακό, βρώμικες ανάσες και έξαλλα μάτια, γενειοφόρους παιδεραστές να χαμογελούν με εκείνο το μειδίαμα του ανθρώπου που τη σκαπούλαρε, τον άγιο Παΐσιο να προβλέπει πολέμους, να κατεβάζει ιστοσελίδες και να παίζει καράτε με σαολίν μοναχούς, τον μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ να προσπαθεί να μας σώσει από τον ιατρικώς επικίνδυνο στοματικό έρωτα, λίγο πριν κατεβάσει παραστάσεις αγκαλιά με την Χρυσή Αυγή και βγει φωτογραφία με τον Μαρινάκη, τον πρώην χωροφύλακα Αμβρόσιο να χτυπά πένθιμα τις καμπάνες για να διώξει τους ομοφυλόφιλους και να κατηγορεί τους χοντρούς για χαμηλή νοημοσύνη, τις 80 σελίδες του δήθεν μετριοπαθή Ιερώνυμου, το περιεχόμενο του συνθήματος «σε κάθε γωνία υπάρχει εκκλησία, Αγιατολάχ δεν έχουνε μόνο στην Περσία».
Πιστούς που προσπαθούν να χωρέσουν τη δική τους δίκαιη αγωνία μέσα σε αυτό το σκουπιδαριό.
Παπάδες επιχειρηματίες ψυχών και ψήφων, ειδήμονες για εθνικά και επιστημονικά θέματα, για την ηθική, την εκπαίδευση και τις στάσεις στο σεξ, με την καθυστέρηση της στάνης και το θράσος της BMW.
Τις νεορθόδοξες ασυναρτησίες του Ράμφου.Τις διάφορες εκκλησιαστικές δράσεις επί χούντας.
Ενα εκκλησάκι σε κάθε καταπατημένη περιοχή, σε κάθε καμένο δάσος. Τους στρουμπουλούς ιερείς να διδάσκουν την εγκράτεια ντυμένοι στο χρυσάφι, τα τζακούζι στο Αγιο Ορος, τον αγιασμό που γιατρεύει τον καρκίνο και τη σκουριά από τα μέταλλα, τις ταρίφες των γάμων, των βαφτίσεων και των κηδειών, τα λείψανα νεκρών να περιφέρονται στους δρόμους της πόλης, ένα φως –μα τι φως- ιερό φως, να ταξιδεύει με τιμές αρχηγού κράτους, την Αννα Παναγιωταρέα και το «θα πλέξω τούλι για τον Χριστούλη» καίγοντας βιβλία, απαγορεύοντας, «την Παναγία δεν θα την ξαναβρίσεις, την Παναγία» και «ω γέροντα η ευχή».
Και τέλος όλες τις κυβερνήσεις που έχουν γονατίσει και έχουν σκύψει το κεφάλι μπροστά στην εξουσία της, μπροστά στη μεγαλύτερη μπίζνα και τη μεγαλύτερη μαφία σε αυτή τη χώρα.
Η κάθε μία με τον τρόπο που της αναλογεί.
(στην Εφημερίδα των Συντακτών)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου