Η σημερινή εποχή δεν αφήνει περιθώρια για πολλά χαμόγελα. Οι πολλαπλές απογοητεύσεις, τα θύματα της κρίσης, το ακόμα πιο απαισιόδοξο μέλλον ορίζουν της προτεραιότητες του κόσμου και της αντίληψής μας. Δίπλα στη τραγωδία του σήμερα μαζί με την οργή και την απογοήτευση (και ίσως εξαιτίας αυτών) φυτρώνει και ένα κομμάτι παραλόγου το οποίο εντάσσεται στη σφαίρα του πολιτικού. Το παράλογο αυτό θα έμοιαζε με παρωδία ή φάρσα αν δεν ήταν κάτι απόλυτα πρακτικό και χειροπιαστό. Πώς φτάσαμε από το πλαδαρό χαμόγελο της παρωδίας στη σημερινή πολιτική εκπροσώπηση του παραλόγου;
Η παρωδία της εποχής που πέρασε
Η παρωδία και η σάτιρα αποσπούν τα κατώτερα κομμάτια της δημόσιας αφήγησης και προσπαθούν να τα επανεντάξουν με νέα μορφή σε αυτή, δημιουργώντας ένα πλαίσιο μέσα στο πλαίσιο το οποίο αναγνωρίζει την κατωτερότητά τους (με βάση τα δικά του κυρίαρχα κριτήρια), την αποδέχεται και με αυτή ως αυτονόητο τους προσθέτει νέα λειτουργία. Βίντεο αποσπάσματα στο you tube από κακές εκπομπές, υπερβολικά κακόγουστες ταινίες και τραγούδια, μόδες και χτενίσματα που επανέρχονται ως ειρωνεία (φωτιά και τσεκούρι στους hipsters), επανεντάσσονται με ανεστραμμένο το πρόσημό τους, ώστε να κανονικοποιηθούν επιβεβαιώνοντας έτσι την ορθότητα του κανόνα.
Το θέμα είναι τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις όπου το αρχικό πλαίσιο θα διαταραχθεί; Μαζί του διαταράσσεται και η κυρίαρχη αφήγηση. Τα παρωδούμενα στοιχεία, τα επανενταγμένα με τους πιο πάνω όρους στο σύνολο, μοιάζουν να χάνουν τη δεύτερη αυτή υπόσταση που τους παραχωρήθηκε (ακριβώς γιατί η βάση πάνω στην οποία στήθηκαν έχει τώρα γκρεμιστεί). Έτσι αποσπασμένα συνεχίζουν το δρόμο τους αναζητώντας νέο πλαίσιο και σημασία. Αθωωμένα πια από την ήττα του κυρίαρχου λόγου, ο οποίος τα κατέταξε στα πιο χαμηλά του στρώματα και στη συνέχει τα διαχειρίστηκε ως αυτοεπιβεβαίωση, τώρα κυκλοφορούν με πρόσημο σχεδόν ουδέτερο. Και αν η εποχή μας μοιάζει ολόκληρη με παρωδία της εποχής που προηγήθηκε, με την κυρίαρχη αφήγηση του χθες έκθετη και απόλυτα απαξιωμένη στο σήμερα, τι συμβαίνει με τα κομμάτια της που παρωδήθηκαν; Απ’ όσο φαίνεται ορισμένα από αυτά τα κομμάτια οδεύουν ολοταχώς για το κοινοβούλιο.
«Τα έλεγε ο Λεβέντης»
Εδώ και καιρό ο Βασίλης Λεβέντης εμφανίζεται και αντιμετωπίζεται λίγο πολύ ως ο γέροντας Παΐσιος της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ως ένας άνθρωπος που εδώ και καιρό μιλούσε για το σήμερα, που είχε προβλέψει τη σημερινή κατάσταση στις λεπτομέρειές της. «Τα λεγε ο Λεβέντης!» ακούς ξαφνιασμένος και προσπαθείς να θυμηθείς κάτι που έλεγε ανάμεσα στα τόσα βίντεο- φάρσες που έχεις δει κατά καιρούς. Αν κάτι προκαλεί εντύπωση είναι αυτή η μεταφυσική άχλη με την οποία περιγράφεται ο Βασίλης Λεβέντης από τους οπαδούς του. Ως ένας αθώος προφήτης που λοιδορήθηκε, ως κάποιος που ήπιε το πικρό ποτήρι μέχρι να φτάσει η ώρα της αλήθειας, ως κάποιος που θα σημάνει την έβδομη σάλπιγγα της αποκάλυψης. Αυτή η εξωλογική προσέγγιση μοιάζει άλλωστε με βασική προϋπόθεση στη δημιουργία του φαινομένου Λεβέντη. Ακόμα και οι απειλές και οι κατάρες που κατά καιρούς ξεστομίζει απέναντι σε πολιτικούς και πολύ περισσότερο τους ψηφοφόρους για τις επιλογές τους, κουβαλά κάτι το οποίο μέσα από μια συγκεκριμένη οπτική μπορεί να ιδωθεί ως βιβλικό κεραυνοβόλημα.
Με θέσεις ρευστές (και σε μεγάλο βαθμό άγνωστες), με ευλογοφανή πολιτικά επιχειρήματα και επίκληση τόσο στην κοινή λογική όσο και στην καθαρότητα του προσώπου, η Ένωση Κεντρώων καταφέρνει μέσα από έναν καταγγελτικό λόγο να απορροφήσει την απογοήτευση διαφορετικών ακροατηρίων. Αν η οργή των πρόσφατων ετών βρήκε σε μεγάλο βαθμό καταφύγιο στην πολεμική του ναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής, τώρα μεταμορφωμένη σε απογοήτευση και εξάντληση μετατρέπεται σε ψήφο στην Ένωση Κεντρώων. Το προσωποπαγές κόμμα δεν έχει σταθερές θέσεις, δεν γνωρίζουμε καν κάποιον άλλο υποψήφιο πέρα από τον αρχηγό του, το πρόσωπο του οποίου υπάρχει και ως σήμα του κόμματος από τις αφίσες μέχρι και τα ψηφοδέλτια. Με άγνωστες πηγές χρηματοδότησης, με μια νεόκοπη εύνοια των καναλιών κάπου ανάμεσα στη γραφικότητα και την επικαιρικότητα, με έντονη παρουσία οπαδών στο διαδίκτυο ο Βασίλης Λεβέντης καταφέρνει να επικοινωνεί το μήνυμά του. Τίποτα δηλαδή περισσότερο από το πρόσωπο και το ονοματεπώνυμό του.
Κάπου ανάμεσα σε μια χαλαρή ψήφο απαξίωσης (είναι κοινό μυστικό π.χ. πως οι οπαδοί του ΠΑΟΚ στις προηγούμενες εκλογές έδιναν γραμμή για ψήφο στο Λεβέντη ώστε να ξεπεράσει τον Ευάγγελο Βενιζέλο στην περιφέρειά του, κάτι το οποίο και έγινε) και μια ψήφο τυφλής πίστης που δεν ζητά αποδείξεις, ο Βασίλης Λεβέντης διαβαίνει ως καταλύτης σε μια διαδικασία όπου η απαξίωση απαξιώνει ακόμη και τον εαυτό της γεννώντας περαιτέρω απαξίωση, όπου το επιχείρημα είναι εξίσου χρήσιμο με ένα διαφημιστικό τρικ πολιτικού μεταμεσονύχτιου τηλεμάρκετινγκ. Ως ένας γερασμένος Μπέπε Γκρίλο από το εξαντλημένο μέλλον μας, ως ο έβδομος άγγελος της έκλειψης του πολιτικού, ως ένας λεβέντης απέναντι στους ψευταράδες πολιτικούς.
(στην εφημερίδα Εποχή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου