Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Μπινελίκια

«…Η ζωή τους βλαστημάει χήρα ξετσίπωτη στους δρόμους
ουρλιάζοντας καπνό και κουρνιαχτό…»
Βύρωνας Λεοντάρης, Αίνιγμα I,


Υπάρχουν λέξεις που επιταχύνουν, λέξεις που μοιάζουν να κινούνται γρηγορότερα από τις άλλες. Τουλάχιστον έτσι τις βλέπουν κάποιοι. Υπάρχουν λέξεις, λέξεις απότομες, που κάποιοι τις βλέπουν σαν τραύματα του λόγου, σαν κατάγματα της γλώσσας. Λέξεις κακές, βρισιές και μπινελίκια, λέξεις απόκληρες, ξεσκέπαστες, που από παντού μπάζουν βροχή. Λέξεις της προσβολής και της οργής, της ευκολίας και της φτήνιας. Ή μήπως είναι απλώς επιφωνήματα, που μέσα στην τριβή της τόσης χρήσης χάσανε το νόημά τους, άδειασαν από περιεχόμενο και τώρα γυρνούν απλά σαν σημεία στίξης του λόγου του προφορικού;

Θυμήσου την πρώτη φορά που έπιασες λεξικό. Αν αυτό συνέβη σε νεαρή ηλικία, όλοι μας ξέρουμε ποιες είναι οι πρώτες λέξεις που κοίταξες. Και την έκπληξη, το σχεδόν ηδονικό της ανακάλυψης, της επιστημονικής και ισότιμης αντιμετώπισης των λέξεων εκείνων, της αποκάλυψης πως και αυτές τελικά έχουν νόημα, ακρίβεια, σημασία. Μα ήταν επίσης και μια εκδίκηση, ήταν η επιστροφή της γλώσσας, της γλώσσας της πραγματικής, ενάντια σε ό,τι τυπώθηκε με κανόνα του το πρέπει, τον κανόνα μιας ακαθόριστης ηθικολογίας. Γιατί η γλώσσα είναι χειροποίητη και βγαίνει απ’ την ανάσα, όχι από βιβλία και τις εκτυπώσεις των κανόνων, αλλά από εκείνη την ανάγκη-αναπνοή του ανθρώπου να πει τον εαυτό του.

Μα δεν μπορούμε πια να είμαστε σίγουροι για ποιο πράγμα ακριβώς μιλάμε. Αλλωστε, τα στάδια και οι θέσεις που κατέλαβαν τα μπινελίκια μέσα στις τελευταίες δεκαετίες θολώσανε τη θέση τους. Παρά την όποια υποκρισία, η ζωή δεν αρέσκεται στα μπιπ και τη λογοκρισία. Η βρισιά απέκτησε ρόλο προσβολής και επίθεσης, στοιχείο απελευθερωτικό απέναντι σε παγιωμένα και αραχνιασμένα συστήματα αξιών από παλαιότερες νεανικές κουλτούρες, σημαιοφόρο της κουλτούρας του λαϊκισμού στις πεδιάδες του αυριανισμού και της φτηνής δημοσιογραφίας, δομικό στοιχείο του ηδονιστικού πουριτανισμού στην κουλτούρα του ΚΛΙΚ, του Κωστόπουλου, του Αναστασιάδη και λοιπών εκκωφαντικών κενών, στοιχείο απλής οικειότητας (όταν εκφραστούν φυσικά στο πλαίσιο ενός οικείου κύκλου). Αλλοτε λέξεις απλές, που απενοχοποιήθηκαν και τραβάνε τον δρόμο τους, και άλλοτε σημεία αποκαλυπτικά, μισαλλοδοξίας, ρατσισμού, σεξισμού και ομοφοβίας. Στοιχεία δομικά της συγκρότησης του νεοέλληνα, άρα και απόδειξη της δίκαιης τιμωρίας του από τους τόσους αριστοκράτες δημοσιολόγους μας. Κομμάτι της ποπ κουλτούρας (ας θυμηθούμε π.χ. τον καπετάνιο Χάντοκ από τα Τεν–Τεν να ανακράζει: Βασιβουζούκοι, Οστρογότθοι, βάνδαλοι, αγγουράκια. Μα τις χίλιες μπουκαπόρτες! Ας θυμηθούμε τον Ερικ Κάρτμαν σε οποιαδήποτε επεισόδιο του Σάουθ Παρκ. Και ας προσπαθήσουμε να ξεχάσουμε την ευκολία με την οποία χρησιμοποιούνται τα μπινελίκια σε ολόκληρη σχεδόν την ελληνική κωμωδία). Και ταυτόχρονα ανερυθρίαστο κομμάτι μιας σημαντικής λογοτεχνίας (ας αναφέρουμε π.χ. την πρώτη στροφή από το ποίημα «Ρέκβιεμ για έναν μαλάκα» του Γιάννη Βαρβέρη: Και για ν’ αλλάξω τόνο εδώ στα ξένα/ λέω να μιλήσω τώρα και για σένα/συνθέτοντας, καθόλου όμως για πλάκα/αυτό το ρέκβιεμ, δίχως μουσική, για έναν μαλάκα.)

Είναι σίγουρα περίεργοι καιροί. Καιροί που θα θυμόμαστε έναν πρωθυπουργό του οποίου η μόνη δήλωση με κάποια σημασία ήταν εκείνο εκεί το λυρικό «γαμώ το κεφάλι μου, μαλάκα». Καιροί που η γλώσσα της πιάτσας και της νύχτας αποτελούν κομμάτι της κοινοβουλευτικής ρητορικής, με τα υπονοούμενα, τη μαγκιά και το μάτσο ύφος να ξεχειλίζουν. Καιροί τηλεοπτικής προφορικής τεστοστερόνης.

Το θέμα μου βέβαια δεν είναι πώς θα καθαρίσουμε τη γλώσσα. Κάθε άλλο. Το θέμα είναι το πώς θα καθαρίσουμε τις βρισιές απ’ τους φορείς τους. Απ’ όλα αυτά τα ενσαρκωμένα μπινελίκια. Τους Μπέους, τα σατιρικά τραγουδάκια των Κασιδιάρηδων, τα ουρλιαχτά του Αδωνη και την ομοφοβία του Ντινόπουλου. Το πώς θα διεκδικήσουμε μια γλώσσα επιθετική (γιατί όχι και προσβλητική ακόμη), μακριά από τον ρατσισμό αλλά και την κοινοτοπία και την επανάληψη. Γιατί αν ισχύουν οι περίφημοι στίχοι του Μανώλη Αναγνωστάκη, «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις/ Να μην τις παίρνει ο άνεμος», τότε πρέπει να παραδεχτούμε πως οι λέξεις αυτές πρέπει να είναι αιχμηρές και ακονισμένες.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Δεν υπάρχουν σχόλια: