«Έχω ανάγκη να ζω
αξιοπρεπώς χωρίς
βακτηρίες, χωρίς το θαύμα»
Γιάννης Βαρβέρης
Τις τελευταίες μέρες κάτι φαίνεται να αλλάζει γύρω μας. Τα κανάλια εξαγγέλλουν όλο και περισσότερες επισκέψεις ξένων επενδυτών, η κυβέρνηση βεβαιώνει πως πλησιάζουμε την ανόρθωση, ο πρωθυπουργός μας μιλά για ένα success story τόσο ευρύχωρο, ώστε να καλεί και ξένους προσκεκλημένους. Και ταυτόχρονα η πραγματικότητα μακριά από τους τίτλους των κυρίαρχων εφημερίδων και των προφορικών πολλαπλασιασμών τους μένει ξεδιάντροπα σταθερή. Η ανεργία συνεχώς αυξάνεται, το χρήμα συνεχώς σκληραίνει, σε κάθε βλέμμα άστεγοι στήνουν πρόχειρα καταλύματα μπροστά στα κελύφη άλλοτε ανοιχτών μαγαζιών. Και όμως τα ΜΜΕ διαβεβαιώνουν τους πολίτες πως το μέλλον είναι εξασφαλισμένο, πως μια νέα Ελλάδα γεννιέται, πως όλα αλλάζουν. Αλήθεια πόσο βαριά πρέπει κανείς να κοιμάται ώστε να δει το ελληνικό όνειρο;
Κατασκευάζοντας συναισθήματα
Η κατασκευή και η προσπάθεια διάχυσης μαζικών συναισθημάτων δεν είναι κάτι νέο. Η Ελλάδα της κρίσης βίωσε την επιθυμία προς ενοχή ήδη από τις πρώτες μέρες των μνημονίων. Το θύμα έπρεπε να αντιληφθεί τον εαυτό του ως ένοχο ώστε να αποσπασθεί η συναίνεση του προς οποιαδήποτε εις βάρος του κύρωση. Έτσι ο Έλληνας περιγράφηκε ως χοντροκομμένος χαρακτήρας κιτρινισμένου ρομάτζου: τεμπέλης, πονηρός, διεφθαρμένος. Ένοχος, ένοχος, ένοχος.
Είναι ο ίδιος χαρακτήρας που, λίγα χρόνια πριν, είχε περιγραφεί ως φορέας και αγόγγυστος κουβαλητής του θαύματος. Στην εποχή του σημιτικού εκσυγχρονισμού, των ολυμπιακών αγώνων, των μεγάλων δημοσίων έργων και υποδομών, στην εποχή της ισχυρής Ελλάδας, το ατελείωτα θετικό πρόσημο πάντα αγκαλιαζόταν από ευρωπαϊκά εύσημα, από το παραγέμισμα του στήθους με δάνειο αέρα, από ένα ατελείωτο χειροκρότημα συνεχώς στο repeat. Αλήθεια που πήγαν οι τότε πολίτες εκείνης της Ελλάδας, της «Ελλάδας που αντιστέκεται, της Ελλάδας που επιμένει»; Πώς άλλαξαν χαρακτήρα τόσο απότομα; Και πώς οφείλουν να αισθάνονται σήμερα; Ο λόγος των κυβερνήσεων και των κυρίαρχων μέσων αντιλαμβάνεται τον πολίτη ως ένα δοχείο συναισθημάτων το οποίο οι ίδιοι μπορούν να αδειάζουν και να γεμίζουν κατά βούληση: θρίαμβος, ενοχή και τώρα αισιοδοξία.
Στην Ελλάδα του success story
Η επιθυμία των ανθρώπων για αισιοδοξία μέσα στους μαύρους καιρούς είναι μια ανάγκη πραγματική. Η επιθυμία για καλά νέα περιγράφει την αναμονή της διαβεβαίωσης πως όλα όσα έγιναν είχαν κάποιον λόγο, κάποιον σκοπό και τελικά κάποιο αποτέλεσμα. Αυτό είναι τόσο αυτονόητο, ώστε να μπορεί να το αντιληφθεί ακόμα και η κυβέρνηση. Αντί, όμως, να καλύψει τις ανάγκες αυτές με πραγματικότητα, τις καλύπτει με επικοινωνία. Επαναλαμβάνει υποσχέσεις και δραματοποιημένες διαβεβαιώσεις, ενώ τα μίντια σε μια ταυτόχρονη επανάληψη προβάλλουν συνεχώς τα θετικά σχόλια ευρωπαίων παραγόντων, οίκων και ταμείων. Ταυτόχρονα βέβαια η Eurostat περιγράφει τη ραγδαία αύξηση του δημοσίου χρέους και τη μείωση του ΑΕΠ κατά 16% μέσα στα χρόνια της κρίσης. Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (όπως και οι ηπιότερες κρίσεις της Τράπεζας της Ελλάδας) κάνουν λόγω για μια ύφεση που τα επόμενα χρόνια θα βαθαίνει. Η Ελλάδα καλείται να ζήσει στο μέλλον, ένα μέλλον όμως που το παρόν περιγράφει ως ανέφικτο.
Στην Ελλάδα του success story, οι αριθμοί αλλοιώνονται και οι δείκτες δείχνουν πάντα προς τα πάνω άσχετα με την πραγματικότητα. Τώρα περιμένουμε τα 17 εκατομμύρια τουριστών, μα οι άνθρωποι του τουρισμού έφτασαν απ’ τα σύνορα, και είπανε πως τουρίστες πια δεν υπάρχουν. Παρ’ όλα αυτά εμείς καλούμαστε να τους περιμένουμε, να σπείρουν τα βήματά τους στις προσδοκίες μας, να αφήσουν τα λεφτά τους, να επουλώσουν τις πληγές μας απλώνοντάς τες στα εκτελεστικά αποσπάσματα των φωτογραφικών τους μηχανών.
Όλες αυτές οι πρόσφατες, αισιόδοξες εξαγγελίες είναι εξίσου πειστικές και εξίσου ενοχλητικές με τα γέλια - κονσέρβα των σίριαλ. Σε σπρώχνουν προς ένα συναίσθημα, στο οποίο δεν θες να πας ακριβώς γιατί σπρώχνεσαι. Και ταυτόχρονα η πραγματικότητα κάνει τους δρόμους όλο και πιο στενούς: Ανεργία, εξαθλίωση, αυτοκτονίες. Το ελληνικό success story ειπωμένο στα σπουδαγμένα (βεβαίως-βεβαίως) αγγλικά μιας άλλης εποχής, άχαρο σαν τίτλος σαπουνόπερας χωρίς πραγματικές έγνοιες, κακόηχο στη γιάπικη αφέλειά του. Το ελληνικό success story ειπωμένο στην Ελλάδα του σήμερα, δεν είναι απλά εξαπάτηση, είναι λοιδορία.
Ας μην εξαγοράζουμε, λοιπόν, την αντίληψή μας με αυταπάτες, αισιοδοξίες και θαύματα, ενσωματώνοντας την τελολογία του ελάχιστου, περιγράφοντας την αξιοπρεπή διαβίωση ως αποκάλυψη, το ελάχιστο μέγεθος ως κατακλυσμό σωτηρίας. Ας μην αισιοδοξούμε προς το αύριο απλά για να μη διαμαρτυρόμαστε για το σήμερα. Ας σκάψουμε για μέλλον –χωρίς να ξεχνούμε– προς μια άλλη κατεύθυνση, χωρίς δεκανίκια. Άλλωστε όπως είχε πει και ο Γιάννης Βαρβέρης «το θαύμα είναι πώς ζήσαμε χωρίς το θαύμα».
(Στην εφημεριδα Εποχη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου