ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΕΥΑΝΤΙΝΟΥ «ΕΝΕΟΣ...»
Ενεός…
Έξω απ’ το κουτάκι
Καθώς έλιωναν στις φλέβες του ξαπλωμένου ζευγαριού όλες οι μεγάλες πρωτεύουσες της ιστορίας, τα γυμνά τους σώματα έπεφταν από αγράμματα λιβάδια στις αγκάλες μιας καθαρά μαθηματικής ζωής και μια ανήκουστη ειρήνη συμφωνήθηκε, ενώ οι σοφοί έξυσαν νευρικοί τις καράφλες τους.
Το σόι των ανέμων τύλιγε την πλάση κλώθοντας της νυφικό, οι πλανήτες έμπαιναν σαν νότες σε πεντάγραμμο χαμόγελο, το βελανίδι διατηρούσε το άρρητο νόημα του, τα ζώα μάθαιναν στα μωρά την αθεΐα, ο άνδρας απέτινε τιμές στο θήραμά του, ο χρόνος ήταν το παιδί που κοιμόταν πάντα στην ώρα του…
Ξαφνικά η γυναίκα δεν αντέχει: «το παιδί βλέπει όνειρο τον Θεό, ξυπνάει!»
Δεν μπορώ να πω πόσο κράτησε αυτή η μυθολογία των ελεύθερων ανθρώπων, προτού ξαναμπεί ο κόσμος στο κουτάκι της ερμηνείας του Δικαίου.
Νικόλας Ευαντινός, από τη συλλογή «Ενεός…», εκδόσεις Μανδραγόρας, 2013
Oπως και στις δύο προηγούμενες συλλογές του, ο Νικόλας Ευαντινός (γεν. το 1982 στην Ιεράπετρα της Κρήτης), επιλέγει στο τρίτο του βιβλίο να αρχιτεκτονήσει το σύνολο των ποιημάτων του μέσα από τη χρήση ενός συμβόλου που επαναλαμβάνεται. Στη συλλογή «Μικρές αγγελίες και ειδήσεις», κάθε ποίημα αποτελούσε στιχουργική μεταμφίεση ενός έγγραφου αντικειμένου: ανακοινώσεις, αγγελίες, δελτία και ενοικιαστήρια γίνονταν τα αντικείμενα του ποιητή τα οποία και μεταμόρφωνε ποιητικά. Στη δεύτερη συλλογή του, με τίτλο «Ρουβίκωνας στα μέτρα μας» ως κεντρικό σημείο επιλέγεται ο ποταμός Ρουβίκωνας, σύμβολο της υπέρβασης, της άρσης πάνω και πέρα απ’ ό,τι φθείρει με την κοινοτοπία του, της στιγμής του μεγάλου ναι και του μεγάλου όχι.
Στο βιβλίο «Ενεός…» η κατάσταση της έκπληξης και του ξαφνιάσματος απέναντι στον κόσμο, τοποθετείται ως περιβάλλον αλλά και ως επεξηγηματικό σχόλιο σε κάθε ποίημα. Κάθε ένα άλλωστε από τα 30 ποιήματα του βιβλίου ξεκινάει με τη λέξη «ενεός…» ήδη πριν από τον τίτλο. Η συγκεκριμένη κατάσταση, γίνεται ουσία της ίδιας της ποιητικής στάσης. Το ξάφνιασμα απέναντι στον κόσμο περιγράφει μια αθωότητα η οποία ταυτίζεται με την ίδια την ιδιότητα του ποιητή. Μέσα από την παρθενικότητα του βλέμματος ο ποιητής μας περιγράφει το θαύμα του λίγου, το τεράστιο μέγεθος ενός ελάχιστου παλμού του σύμπαντος, αυτό που ο Μπλέικ ονόμαζε ικανότητα να δεις «τον Κόσμο σε έναν κόκκο άμμου/τον παράδεισο σε ένα άγριο λουλούδι». Η αφωνία του τίτλου (ή μάλλον των τίτλων) περιγράφεται με λέξεις δίνοντας στην ποίηση τη θέση κάπου ανάμεσα στη σιωπή και τον λόγο, σε μια φράση που θα εμπεριέχει και τα δύο σε μια συμφιλίωση και όχι σε μια σύγκρουση. Άλλωστε ήδη από την αρχή του βιβλίου, ο ποιητής μας περιγράφει: «Μητριά μας η Ποίηση./ Μάνα μας η σιωπή./ Και την στιγμή του αποχωρισμού…/ενεός…»
Ποίηση - ερώτηση
Πραγματικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι η ίδια η ποίηση, το βίωμα και η αίσθηση ως λέξη. «Η γραφή θα κάνει τον κόσμο ιδιοκτησία», διαβάζουμε σε κάποιο από τα ποιήματα. Μέσα στην κοσμογονία των λέξεων ο Ευαντινός επιθυμεί να οντολογήσει ορίζοντας τον κόσμο του με στίχους, διαθλάσεις νοημάτων, βουβά χειροκροτήματα κατάφασης απέναντι στον ορίζοντα των πραγμάτων. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια ποίηση - ερώτηση που απαντά στον εαυτό της μέσα από την ίδια την παρουσία της («ποιος επιτέλους θα μιλήσει για αυτά,/ ποιος θα ταΐσει την ανθρωπότητα που με κατοικεί;»).
Ο ποιητής ορίζεται ως υποκείμενο των περισσοτέρων ποιημάτων. Μέσα από τους στίχους μάς μιλά για ένα βλέμμα που δεν μελαγχολεί αλλά επιτίθεται, δεν σκύβει το κεφάλι αλλά το λυγίζει ελαφρά προς τα πίσω κοιτάζοντας προς τα ταβάνια του κόσμου (Μια σκάλα μεγαλώνει μέσα μου και τρυπάει τα σύννεφα). Στην παλέτα των λέξεων και των εικόνων τα χρώματα μπλέκονται μεταξύ τους. Ο ποιητής μεταμορφώνεται από τον κόσμο και ο κόσμος από τον ποιητή. Το σώμα συνορεύει με ό,τι το περιβάλει και δίνοντας και παίρνοντας σχήμα, όμοια όπως η θάλασσα ορίζει το ακρωτήρι και η ακτή τη θάλασσα. Αλλά ο ποιητής δεν ζει στη μονάδα, δεν αποζητά άλλη μια διατύπωση του ατομικού οράματος. Η φωνή έχει για αντίλαλο τις φωνές των άλλων, ίση με αυτές δίνοντας και επιστρέφοντας (Από τότε ζούμε σε κύκλο, δηλαδή κοιταζόμαστε στα μάτια./ Τέρμα οι παρελάσεις).
Αδελφικά φάσματα του παρελθόντος
Και ανάμεσα στους άλλους ο ποιητής συναντά τα αδελφικά φάσματα του παρελθόντος: τον Σολωμό (δίπλα σε ένα μεγάλο κόκκινο πουλί που έκανε τραγούδι τους ορίζοντες των ανθρώπων), τον Καρυωτάκη (μέσα στον ίσκιο της νίκης του), τον Αναγνωστάκη ( που κολύμπησε σε ανθρώπινα ποτάμια με ανάσα θανατοποινίτη), τον Λειβαδίτη (ξεστρατίζοντας από τις παρτιτούρες του φθινοπώρου), τον Χιόνη (ενώ ο χρόνος κυλούσε και το θαύμα έλιωνε) αλλά και τον Ψαρονίκο (ο οποίος δεν είχε σκιά). Οι αναφορές αυτές, έρχονται να συναντήσουν τον αντιαστικό χαρακτήρα (τι να χωρέσει μωρέ μια Αθήνα) και την εντοπιότητα (χωρίς στοιχεία εξωτισμού) και να γίνουν συστατικά που συγκροτούν την καταγωγική φωνή του ποιητή. Άλλωστε ολόκληρος ο «Ενεός…» μοιάζει με μια ερώτηση καταγωγής, τόσο του ποιητή όσο και της ίδιας ποίησης κάπου ανάμεσα στην σιωπή και τη λέξη κάπου ανάμεσα στο μαύρο του σκοταδιού και την λευκότητα της όρασης. Ή με τα λόγια του ίδιου του Νικόλα Ευαντινού: «Τυφλός, θα είμαι ο πρόγονος μιας νέας όρασης».
Ενεός…
Έξω απ’ το κουτάκι
Καθώς έλιωναν στις φλέβες του ξαπλωμένου ζευγαριού όλες οι μεγάλες πρωτεύουσες της ιστορίας, τα γυμνά τους σώματα έπεφταν από αγράμματα λιβάδια στις αγκάλες μιας καθαρά μαθηματικής ζωής και μια ανήκουστη ειρήνη συμφωνήθηκε, ενώ οι σοφοί έξυσαν νευρικοί τις καράφλες τους.
Το σόι των ανέμων τύλιγε την πλάση κλώθοντας της νυφικό, οι πλανήτες έμπαιναν σαν νότες σε πεντάγραμμο χαμόγελο, το βελανίδι διατηρούσε το άρρητο νόημα του, τα ζώα μάθαιναν στα μωρά την αθεΐα, ο άνδρας απέτινε τιμές στο θήραμά του, ο χρόνος ήταν το παιδί που κοιμόταν πάντα στην ώρα του…
Ξαφνικά η γυναίκα δεν αντέχει: «το παιδί βλέπει όνειρο τον Θεό, ξυπνάει!»
Δεν μπορώ να πω πόσο κράτησε αυτή η μυθολογία των ελεύθερων ανθρώπων, προτού ξαναμπεί ο κόσμος στο κουτάκι της ερμηνείας του Δικαίου.
Νικόλας Ευαντινός, από τη συλλογή «Ενεός…», εκδόσεις Μανδραγόρας, 2013
Oπως και στις δύο προηγούμενες συλλογές του, ο Νικόλας Ευαντινός (γεν. το 1982 στην Ιεράπετρα της Κρήτης), επιλέγει στο τρίτο του βιβλίο να αρχιτεκτονήσει το σύνολο των ποιημάτων του μέσα από τη χρήση ενός συμβόλου που επαναλαμβάνεται. Στη συλλογή «Μικρές αγγελίες και ειδήσεις», κάθε ποίημα αποτελούσε στιχουργική μεταμφίεση ενός έγγραφου αντικειμένου: ανακοινώσεις, αγγελίες, δελτία και ενοικιαστήρια γίνονταν τα αντικείμενα του ποιητή τα οποία και μεταμόρφωνε ποιητικά. Στη δεύτερη συλλογή του, με τίτλο «Ρουβίκωνας στα μέτρα μας» ως κεντρικό σημείο επιλέγεται ο ποταμός Ρουβίκωνας, σύμβολο της υπέρβασης, της άρσης πάνω και πέρα απ’ ό,τι φθείρει με την κοινοτοπία του, της στιγμής του μεγάλου ναι και του μεγάλου όχι.
Στο βιβλίο «Ενεός…» η κατάσταση της έκπληξης και του ξαφνιάσματος απέναντι στον κόσμο, τοποθετείται ως περιβάλλον αλλά και ως επεξηγηματικό σχόλιο σε κάθε ποίημα. Κάθε ένα άλλωστε από τα 30 ποιήματα του βιβλίου ξεκινάει με τη λέξη «ενεός…» ήδη πριν από τον τίτλο. Η συγκεκριμένη κατάσταση, γίνεται ουσία της ίδιας της ποιητικής στάσης. Το ξάφνιασμα απέναντι στον κόσμο περιγράφει μια αθωότητα η οποία ταυτίζεται με την ίδια την ιδιότητα του ποιητή. Μέσα από την παρθενικότητα του βλέμματος ο ποιητής μας περιγράφει το θαύμα του λίγου, το τεράστιο μέγεθος ενός ελάχιστου παλμού του σύμπαντος, αυτό που ο Μπλέικ ονόμαζε ικανότητα να δεις «τον Κόσμο σε έναν κόκκο άμμου/τον παράδεισο σε ένα άγριο λουλούδι». Η αφωνία του τίτλου (ή μάλλον των τίτλων) περιγράφεται με λέξεις δίνοντας στην ποίηση τη θέση κάπου ανάμεσα στη σιωπή και τον λόγο, σε μια φράση που θα εμπεριέχει και τα δύο σε μια συμφιλίωση και όχι σε μια σύγκρουση. Άλλωστε ήδη από την αρχή του βιβλίου, ο ποιητής μας περιγράφει: «Μητριά μας η Ποίηση./ Μάνα μας η σιωπή./ Και την στιγμή του αποχωρισμού…/ενεός…»
Ποίηση - ερώτηση
Πραγματικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι η ίδια η ποίηση, το βίωμα και η αίσθηση ως λέξη. «Η γραφή θα κάνει τον κόσμο ιδιοκτησία», διαβάζουμε σε κάποιο από τα ποιήματα. Μέσα στην κοσμογονία των λέξεων ο Ευαντινός επιθυμεί να οντολογήσει ορίζοντας τον κόσμο του με στίχους, διαθλάσεις νοημάτων, βουβά χειροκροτήματα κατάφασης απέναντι στον ορίζοντα των πραγμάτων. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια ποίηση - ερώτηση που απαντά στον εαυτό της μέσα από την ίδια την παρουσία της («ποιος επιτέλους θα μιλήσει για αυτά,/ ποιος θα ταΐσει την ανθρωπότητα που με κατοικεί;»).
Ο ποιητής ορίζεται ως υποκείμενο των περισσοτέρων ποιημάτων. Μέσα από τους στίχους μάς μιλά για ένα βλέμμα που δεν μελαγχολεί αλλά επιτίθεται, δεν σκύβει το κεφάλι αλλά το λυγίζει ελαφρά προς τα πίσω κοιτάζοντας προς τα ταβάνια του κόσμου (Μια σκάλα μεγαλώνει μέσα μου και τρυπάει τα σύννεφα). Στην παλέτα των λέξεων και των εικόνων τα χρώματα μπλέκονται μεταξύ τους. Ο ποιητής μεταμορφώνεται από τον κόσμο και ο κόσμος από τον ποιητή. Το σώμα συνορεύει με ό,τι το περιβάλει και δίνοντας και παίρνοντας σχήμα, όμοια όπως η θάλασσα ορίζει το ακρωτήρι και η ακτή τη θάλασσα. Αλλά ο ποιητής δεν ζει στη μονάδα, δεν αποζητά άλλη μια διατύπωση του ατομικού οράματος. Η φωνή έχει για αντίλαλο τις φωνές των άλλων, ίση με αυτές δίνοντας και επιστρέφοντας (Από τότε ζούμε σε κύκλο, δηλαδή κοιταζόμαστε στα μάτια./ Τέρμα οι παρελάσεις).
Αδελφικά φάσματα του παρελθόντος
Και ανάμεσα στους άλλους ο ποιητής συναντά τα αδελφικά φάσματα του παρελθόντος: τον Σολωμό (δίπλα σε ένα μεγάλο κόκκινο πουλί που έκανε τραγούδι τους ορίζοντες των ανθρώπων), τον Καρυωτάκη (μέσα στον ίσκιο της νίκης του), τον Αναγνωστάκη ( που κολύμπησε σε ανθρώπινα ποτάμια με ανάσα θανατοποινίτη), τον Λειβαδίτη (ξεστρατίζοντας από τις παρτιτούρες του φθινοπώρου), τον Χιόνη (ενώ ο χρόνος κυλούσε και το θαύμα έλιωνε) αλλά και τον Ψαρονίκο (ο οποίος δεν είχε σκιά). Οι αναφορές αυτές, έρχονται να συναντήσουν τον αντιαστικό χαρακτήρα (τι να χωρέσει μωρέ μια Αθήνα) και την εντοπιότητα (χωρίς στοιχεία εξωτισμού) και να γίνουν συστατικά που συγκροτούν την καταγωγική φωνή του ποιητή. Άλλωστε ολόκληρος ο «Ενεός…» μοιάζει με μια ερώτηση καταγωγής, τόσο του ποιητή όσο και της ίδιας ποίησης κάπου ανάμεσα στην σιωπή και τη λέξη κάπου ανάμεσα στο μαύρο του σκοταδιού και την λευκότητα της όρασης. Ή με τα λόγια του ίδιου του Νικόλα Ευαντινού: «Τυφλός, θα είμαι ο πρόγονος μιας νέας όρασης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου