Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

Η επαφή ως δυστοπία



Το σχήμα του κόσμου όπου ζούμε ισούται με την απόσταση ανάμεσα σε δύο σώματα. Το πλησίασμα είναι η οριακή στιγμή, μια στιγμή που ισούται με σύγκρουση, με πτώση, με θανατηφόρο ατύχημα. Ενώ περπατάς θυμίζεις το περπάτημα ενός παιδιού που προσπαθεί να συγχρονίσει το βηματισμό του με τα τετράγωνα του πεζοδρομίου. Έτσι αποφεύγεις τους γύρω σου. Μόνο που οι δικές σου αποστάσεις δεν έχουν τίποτα το αθώο. Έχουν φόβο και ενοχή. Και ταυτόχρονα νοιάξιμο όταν σκέφτεσαι πως εσύ ο ίδιος μπορεί να είσαι ο κρίκος της μετάδοσης, ακόμα και άθελά σου. Και έτσι περπατάς μετεωριζόμενος, από τετράγωνο σε τετράγωνο, από δουλειά σε δουλειά, στους διαδρόμους του σούπερ μαρκετ που χωρά αποκλειστικά ένας, στις ουρές έξω από τα μαγαζιά όπου το βλέμμα πάντα έχει κάτι το καχύποπτο, στη βόλτα με το σκύλο που προσπαθείς να μεταδώσεις και στο τετράποδο τη δίποδη απόστασή σου. Η γεωγραφία του ιού είναι ένας άτλαντας από περιοχές που ποτέ δεν συναντήθηκαν. Από Ηπείρους που έμειναν ανεξερεύνητες η μία από την άλλη για δικό τους καλό. Καμία επιδημία δεν θέρισε τους ιθαγενείς πληθυσμούς τους, καμία γρίπη δεν άλλαξε τη σύσταση της ανθρώπινης κατανομής. Οι επισκέπτες δεν μοίρασαν εδώ τις μολυσμένες τους κουβέρτες στους ινδιάνους. Όσο τα σώματα δεν πλησιάζουν μοιάζουν ασφαλή. Αρκεί να είναι καλυμμένα με μεμβράνες απόστασης. Μάσκες και γάντια, συμπυκνωμένο μακριά για κάθε χρήση. Ιδιωτικότητα φορεμένη σε λειτουργικά εργαλεία.

Και ξαφνικά συνειδητοποιείς πως πάντοτε υπήρχαν συναλλαγές που σε προετοίμαζαν. Ο γκισές αποστάσεως στην τράπεζα και τα ταχυδρομεία, το γυαλί στα εκδοτήρια εισιτηρίων. Εικόνες κινηματογραφικές, όπως το γυαλί στα επισκεπτήρια των φυλακών, όπου επισκέπτης και επισκεπτόμενος μιλούν μέσα από ένα τηλέφωνο ενώ βρίσκονται ο ένας μπροστά στον άλλο σε απόσταση μιας ανάσας και ενός γυαλιού (γιατί είναι τέτοια η πραγματική απόσταση ανάμεσα στον φυλακισμένο και τον ελεύθερο που ακόμα και όταν βρίσκονται δίπλα δίπλα για να έρθουν σε επαφή πρέπει να τηλεφωνηθούν). Η σκηνή αυτή από το Παρίσι- Τέξας, στο sex booth. Εκεί όπου ένας άντρας βρίσκει την πρώην γυναίκα του να δουλεύει σε θαλάμους ιδιωτικού στριπτίζ. Και με το τζάμι ανάμεσά τους της εξομολογείται, της ζητάει συγχώρεση, της ζητάει επαφή. Και όλα αυτά τα πλάνα με ανθρώπους μόνους σε αχανείς γυάλινους ουρανοξύστες, να στέκουν στηριγμένοι με το χέρι τους σε ένα γυάλινο τοίχο που δεν ανοίγει. Έναν γυάλινο τοίχο υπερυψωμένο που τους χωρίζει ταυτόχρονα από την πόλη και από το χάος. Γιατί οι άλλοι εκεί έξω είναι πάντοτε η πόλη και το χάος.
Στην κοινωνία της ελάχιστης απόστασης στην οποία ζούμε, εδώ που το κάθε τι απέχει ένα κλικ δεν θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε πιο μακριά. Δεν είναι εσωστρέφεια, δεν είναι επιστροφή στον εαυτό, δεν είναι τρόπος να αναδιοργανώσεις τα μέσα σου. Είναι ξερίζωμα. Γιατί οι άλλοι είναι αυτοί που μας συγκροτούν. Ακόμα και όταν τους κρατούμε σε απόσταση. Αρκεί να ξέρουμε πως μπορούμε να ορίσουμε την άρση αυτής της απόστασης. Αρκεί να γνωρίζουμε πως η επαφή εμφιλοχωρεί σε κάθε στιγμή μοναξιάς. Πως κάθε μοναξιά είναι μια συνάντηση που αναβλήθηκε και μια αντιστροφή αυτού του σχήματος σε μια επιθυμητή προοπτική. Αλλιώς κάθε τι γίνεται δυσβάσταχτο.

Η επαφή μεταμορφώνεται σε δυστοπία. Και αυτός είναι ο πραγματικός ιός. Ο ιός του θανάτου ως αντικείμενο στατιστικής που συμβαίνει κάπου μακριά, κάπου έξω από το μονωμένο περιβάλλον μας, ο ιός του διαδικτύου ως μοναδικού ομφάλιου λώρου με το πραγματικό, ως μοναδικός αναπνευστήρας που φέρνει λίγο αέρα από την επιφάνεια, ο ιός του μέλλοντος ως μια συνθήκη κανονικότητας που θα θυμίζει έστω και λίγο την έκτακτη ανάγκη του παρόντος μας.
Μας λείπει η ελευθερία να μείνουμε μόνοι μας. Που είναι ακριβώς το αντίθετο από την υποχρέωση να μείνουμε μόνοι. Γιατί ο άλλος είναι πάντοτε το καταφύγιο. Καταφύγιο ακόμα και της μοναξιάς μας.

(στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: