Στο σκεπτικό της απόφασης, για την Ηριάννα και τον Περικλή ως ενοχοποιητικό στοιχείο εμφανίζονται κάποια ταξίδια στο εξωτερικό και κυρίως αυτό στη Βαρκελώνη: «Γίνονται ταξίδια στο εξωτερικό, όπως στη Βαρκελώνη του Περικλή Μπ. και του Κωνσταντίνου Π. (συντρόφου της Ηριάννας που έχει αθωωθεί), αδικαιολόγητα, όχι για αναψυχή, ήτοι σε πόλη της Ισπανίας που είναι γνωστή για την εκεί δράση ανάλογων τρομοκρατικών οργανώσεων».
Το συγκεκριμένο απόσπασμα λειτουργεί διαλεκτικά με την απόφαση την οποία υποστηρίζει. Η αντίθεση ανάμεσα στη σοβαρότητα που έχουν οι επιπτώσεις μιας τέτοιας απόφασης για τη ζωή δύο νέων ανθρώπων, και τη γελοιότητα του σκεπτικού, δημιουργεί ένα μείγμα οργής, απόγνωσης και χλευαστικού γέλιου. Τι άλλο, όμως, σηματοδοτεί η περιγραφή μιας πόλης, όπως η Βαρκελώνη, ως άντρο τρομοκρατίας και καθιστά μια επίσκεψη στην πρωτεύουσα της Καταλονίας ικανοποιητικό στοιχείο καταδίκης; Τι υπάρχει πίσω από τη γελοιότητα;
Η Βαρκελώνη στη συγκεκριμένη πρόταση παίζει το ρόλο μιας αναβαθμισμένης αναφοράς στα Εξάρχεια. Αναφορά σε έναν τόπο που στο φαντασιακό δικαστών, δημοσιογράφων συγκεκριμένων εντύπων ή φαιδρών πολιτικών, ταυτίζεται με πράξεις ανομίας, κοινωνικής έκρηξης και αναταραχής. Στην πραγματικότητα ούτε η Βαρκελώνη, ούτε τα Εξάρχεια είναι υπαρκτοί γεωγραφικοί προσδιορισμοί. Είναι ένας μη-τόπος, μια φαντασιακή γεωγραφία ανεστραμμένων αξιών. Περιοχές οικοδομημένες από στερεότυπα, φήμες, μυθολογικές κατασκευές όμοιες με πολιτικά Σόδομα και Γόμορρα. Για τον λόγο αυτό οι απόψεις, η αρθρογραφία, ακόμα και οι αναφορά σε συζητήσεις, δεν οφείλουν να έχουν αποδεδειγμένα στοιχεία. Στη Βαρκελώνη κατοικούν αποκλειστικά τρομοκράτες, με τον ίδιο τρόπο που τα Εξάρχεια δεν έχουν σούπερ μάρκετ ή τράπεζες (σύμφωνα με παλαιότερο κείμενο-ρεπορτάζ της Καθημερινής, ή του Protagon ή κάποιου αντίστοιχου φιλελέ κόμβου). Τίποτα δεν χρειάζεται να αποδειχτεί ή να έχει σχέση με την πραγματικότητα, αφού δεν μιλάμε για έναν υπαρκτό τόπο. Τα Εξάρχεια, η Βενεζουέλα, η Κούβα, η Βόρεια Κορέα, οι περιοχές ελεύθερου κάμπινγκ, οι καταλήψεις στέγης, αποτελούν έναν ενιαίο τόπο. Μια περιοχή όπου οι εκάστοτε χρήστες της περιγραφής εντάσσουν μέσα της τόσο το φόβο όσο και την ανεστραμμένη τους επιθυμία. Στον τόπο αυτό οι αναρχικοί πετούν από ταράτσα σε ταράτσα, οι σκύλοι είναι εκπαιδευμένοι να επιτίθενται σε αστυνομικούς και τα πάντα φλέγονται. Εδώ η πρέζα είναι το ίδιο με την πολιτική, κάτι κακό με το οποίο δεν πρέπει να έρθεις σε επαφή. Εδώ άρρωστα μυαλά γράφουν τα εγκλήματα που θα διαπράξουν σε μορφή διηγήματος και τα εκδίδουν. Εδώ κάποιοι απεργάζονται την καταστροφή κρατών και κυβερνήσεων, ησυχίας και τάξης.
Όλη αυτή η μυθοποιητική παράμετρος δεν περιγράφει μόνο απόσταση από την πραγματικότητα και σκοταδισμό. Εμπεριέχει ουσιαστικά και μια επιθυμία προς το μυθικό αυτό τόπο. Με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούσε το Μεξικό σε κάθε παλιό γουέστερν, με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούσε ο κόσμος των «ευγενών αγρίων» για την παλαιά Ευρώπη. Ένας τόπος που στην πραγματικότητα θαυμάζεις, αφού στο φαντασιακό σου περιγράφει την αντιστροφή της μιζέριας σου, την άρση των κανόνων και των σκληρών κολάρων που έδωσαν σχήμα στη ζωή σου. Ένας τρόπος που για αυτόν ακριβώς το λόγο θες να υποτάξεις και να εξαφανίσεις.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά στο εξής παράδοξο: από τη μία αυτός ο μυθοποιημένος κόσμος να μην υπάρχει στην πραγματικότητα, και από την άλλη όποιος κατοικεί στον τόπο αυτό (σύμφωνα με την κρίση των εκάστοτε) να καταγράφεται ως εχθρός και να καταδικάζεται.
(στην εφημερίδα Εποχή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου