‘’…
ναι ή όχι/αν μ’ αγαπούσε λίγο/αν ο Πιμ μ’ αγαπούσε λίγο/ ναι ή όχι/ αν εγώ τον
αγαπούσα λίγο/ στο σκοτάδι στη λάσπη/ εις πείσμα όλων/ λίγη τρυφερότητα/ βρίσκεις κάποιον επιτέλους/ κάποιος σε
βρίσκει επιτέλους/ ζείτε μαζί κολλημένοι/ αγαπάτε ο ένας τον άλλο/ λίγη αγάπη/
λίγη/ χωρίς να αγαπιέστε/ αγαπιέστε λίγο/ χωρίς να αγαπάτε/ απαντήστε σ’ αυτό/
αφήστε το αόριστο/ αφήστε το σκοτεινό ‘’’
Σάμουελ Μπέκετ,
Πως είναι
Ο
σκηνικός χώρος, ανοιχτός στην πλήρη του έκταση, μας καλωσορίζει ήδη από την
πρώτη επαφή σε μια αρένα ανθρώπινων σχέσεων. Όλοι οι ηθοποιοί παρόντες από την
αρχή στην σχεδόν γυμνή σκηνή. Ο συγγραφέας
τοποθετεί στις γωνίες του τετραγώνου τέσσερις ερωτικές ιστορίες: μια ιστορία
υποδούλωσης, μια ιστορία ιδιοκτησίας, μια ιστορία υποκρισίας, μια ιστορία προδοσίας.
Και στις γραμμές ανάμεσα, τους συμβιβασμούς, τις σχέσεις εξουσίας, τις
ματαιώσεις, τους ανταγωνισμούς και τους εξευτελισμούς ζευγαριών και μονάδων.
Στον
Κυκλισμό του τετραγώνου του Δ. Δημητριάδη, η πράξη, η πλοκή και οι χαρακτήρες βρίσκονται
εντοιχισμένοι στη γλώσσα. Η παράσταση καλείται να τοιχογραφήσει τη γλώσσα αυτή,
να απλώσει την πυκνότητα των λεκτικών ανταλλαγών, των μονολόγων των διαλόγων,
των σιωπών. Το κείμενο μετατρέπεται σε συλλογική ανάγνωση από τα σώματα των
ηθοποιών.
Στο
πρώτο –άτυπο- μέρος της παράστασης ο λόγος εκφέρεται στα όρια του τηλεοπτικού
στυλιζαρίσματος. Οι ηθοποιοί περιγράφουν και ανταλλάσουν μια ομιλία στα όρια της σαπουνόπερας. Οι
λέξεις υπάρχουν ελεύθερες από το πλαίσιο και το κείμενο αποκτά την ευκρίνεια
του υποτίτλου, χωρίς εξάρσεις και κορυφώσεις, σαν ένα ελαφρύ κυμάτισμα κατά
μήκος μιας ευθείας γραμμής. Οι ηθοποιοί που δεν μετέχουν στις εκάστοτε σκηνικές
δράσεις υπάρχουν στην σκηνή ως θεατές. Έτσι δημιουργείται μια γέφυρα ταύτισης
με το κοινό (κάτι που αποκλείει ο στυλιζαρισμένος λόγος). Οι ιστορίες μοιάζουν
κοινότοπες αν και ξεχωριστές, όμοιες με τις ιστορίες του καθενός, όμοιες με τη
βουβή αφήγηση των εμπειριών του κοινού.
Και
απότομα περνούμε στο δεύτερο μέρος. Στο σημείο αυτό τα σκηνικά περιστατικά
επαναλαμβάνονται από την αρχή ανεπαίσθητα παραλλαγμένα. Όμως ο λόγος
ενσαρκώνεται, η εκφορά επιταχύνεται, οι περιπτώσεις εξατομικεύονται, παίρνουν
παλμό, νατουραλιστική ωμότητα, γίνονται συγκεκριμένες. Αποκτούν θεατρική
αυτοτέλεια και δραματική ουσία. Στην κορύφωση του λόγου η ένταση του θορύβου
φτάνει στα σύνορα της σιωπής. Η αφήγηση θα ξεκινήσει ξανά και πάλι από την
αρχή, αυτή τη φορά διαμελισμένη.
Ο
λόγος σπάει, οι μετατοπίσεις σε σχέση με την αρχική ιστορία γίνονται
μεγαλύτερες, η γλώσσα γίνεται ελλειπτική. Η επανάληψη τοποθετείται στο κέντρο
της παράστασης. Στο σημείο όμως αυτό αλλάζει σχήμα. Από τον κύκλο περούμε στην
σπείρα. Ο λόγος πολλαπλασιάζει τον εαυτό του ενώ ταυτόχρονα τον παραλλάσει.
Μένει ταυτόχρονα σταθερός και εν κινήσει. Μέσα από την επανάληψη, η λέξη αρχικά
υπογραμμίζεται, προσθέτει στο βάρος της και η θεατρικότητα φλερτάρει με το
τελετουργικό στοιχείο. Σταδιακά και παράλληλα αδειάζει από νόημα, με τις
φράσεις να κόβονται στη μέση, να επιταχύνονται να αλλάζουν φορείς. Οι γωνίες
του τετραγώνου λειαίνονται, οι νησίδες πλησιάζουν τεκτονικά, τα πρόσωπα των
διαφορετικών ιστοριών αλληλεπιδρούν και συνδιαλέγονται, οι σχέσεις εξουσίας
ανακατατάσσονται, οι ρόλοι αλλάζουν, οι καταλήξεις των ιστοριών μεταβάλλονται
μέσα σε έναν θεατρικό κυκεώνα μεταμόρφωσης. Στο τέλος της παράστασης έχουμε
φτάσει στον κύκλο, οι τέσσερις επιμέρους ερωτικές αφηγήσεις, έχουν μεταμορφωθεί
σε αφήγηση της ερωτικής εμπειρίας.
Είναι σπάνιες ή ελάχιστες οι φορές που ένα
θεατρικό εγχείρημα καταφέρνει να ευτυχήσει υποκριτικά σε τέτοιο απόλυτο βαθμό.
Τόσο σε ατομικό βαθμό όσο και σε βαθμό σύνθεσης, οι ηθοποιοί (Κωνσταντίνος
Αβαρικιώτης, Γιώργος Γάλλος, Αλεξία Καλτσίκη, Μαρία Κεχαγιόγλου, Γιάννης
Κλίνης, Περικλής Μουστάκης, Άρης Μπαλής, Γιάννος Περλέγκας, Όμηρος Πουλάκης,
Μαρία Πρωτόπαππα και Χρήστος Στέργιογλου) καταφέρνουν να συγκροτήσουν τη
χειρονομία μιας εμπειρίας. Είναι πολλά αυτά που γράφτηκαν και ακόμα περισσότερα
αυτά που ειπώθηκαν για την παράσταση. Άσχετα
με τις επί μέρους ενστάσεις ή τις επί μέρους κρίσεις, η συγκροτημένη
σκηνοθετική πρόταση αποτελεί τομή για την παραστασιογραφία του Δημήτρη
Δημητριάδη στην Ελλάδα. Και άσχετα με το οτιδήποτε ο ‘’Κυκλισμός του
τετραγώνου’’ αποτέλεσε ένα θεατρικό γεγονός.
(στο τεύχος 23 του Unfollow)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου