Κυριακή 29 Μαΐου 2011

Σημειολογία της ελπίδας: Η ποίηση του Χ. Σ. Κρεμνιώτη



Μετουσίωση της μνήμης

Στην Κυριακή

Βγάζω από την απόσταση τη νύχτα και
Πέρα απ’ τις μορφές που καινούργιες προβάλλουνε
Βλέπω
Να συλλαμβάνει ο κόσμος
Τη μορφή σου
Σαν πέτρα διαμελίστηκε
Η καρδιά που σκορπίστηκε,
Φωλιές, γεννώντας, μεσοπέλαγες
Και μνήμες θέλησης
Αυτόχθονες θα τις σκηνώνουν κρατώντας
Εμένα
Μακριά απ ‘τα κομμάτια μου

Αυτό που δεν θυμούνται, μα το λένε ουρανό,
Στέκει σαν στάχτη που δεν πέφτει
Ωχρός
Σαν έφηβος που τάισε το ένστικτο του (η ψυχή
Θυμιδίες στα έλη της σήψης δεν
είναι
μια κιτρινίλα μες στο γκρι του γκρίζου)

Το αίμα
Νωπό
Μες απ’ τα νύχια των εδώ ηγεμόνων
Μεσουρανεί
Στη φωνή μου σαν στέμμα:

Αθώοι, Αθώοι, Αθώοι

(Αυτές οι πόλεις
Δεν σε χωρούν εάν στοχαστείς την αθωότητα
Μα φτάνω
Από την άτρωτη Πλευρά του Κόσμου
Όπου η Φωτιά είναι απλούστατο
Φως
Και η σάρκα που σκορπίστηκε, γίνεται Σώμα)


Ο Χρίστος Κρεμνιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1983. Έκανε ημιτελείς σπουδές φυσικής στο πανεπιστήμιο της Ρώμης και παρακολούθησε μαθήματα ποίησης και μουσικής στη Ρώμη και την Αθήνα. Το 2008 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πλανόδιον το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Ώριμο σπέρμα» ενώ ένα χρόνο μετά, ακολούθησε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Εφηβεία του Μπλε» από τις εκδόσεις Οδός Πανός.
Η ποίηση του Χ.Σ. Κρεμνιώτη είναι μια ποίηση απαιτητική. Συγγενής με τον ιταλικό ερμητισμό του Κουαζίμοντο και του Ουνγκαρέτι, όσο και τη φωνή του Γιώργου Σαραντάρη, η ποιητική αυτή γλώσσα ενώνει τα στοιχεία της δυτικής κληρονομιάς του μοντερνισμού, με τις ιδέες και το λεξιλόγιο των πατερικών κειμένων και της παράδοσης των μυστικών του ορθόδοξου χριστιανισμού. Και στα δύο βιβλία ανάμεσα στα ποιήματα παρεμβάλλονται τα «περάσματα», ποιητικά κομμάτια που χωρίζουν, δομούν και τελικά δίνουν συνολική μορφή στα δύο ποιητικά βιβλία.
Τα υλικά της ποίησης του Κρεμνιώτη στην πρώτη ανάγνωση μοιάζουν απλά. Ο ποιητής δεν προτιμά τα μεγάλα σχήματα, τις περίπλοκες ποιητικές, τη φανταχτερή λέξη και εκφορά. Η στίξη συχνά αποφεύγεται χωρίς να αποκλείεται. Αντίθετα αρχιτεκτονεί την απλότητα, για να στοχεύσει σε κάτι πιο σύνθετο (Ζητάω τη γεωμετρία σου τέλος\ της έκρηξης). Να μιλήσει για εκείνη την ευκρίνεια των αρχικών θεμάτων, των πρωταρχικών αναζητήσεων: ζωή, αγάπη, θάνατος, ομορφιά. Τα ποίημα προσπαθούν να διανύσουν τη μέγιστη απόσταση μέσα στον ελάχιστο χώρο. Η πραγματική έκταση, ο πραγματικός ρυθμός βρίσκονται μέσα στη σημασία της κάθε λέξης.

Νοσταλγός του ασύλληπτου

Στη συγκεκριμένη ποιητική το δεύτερο πρόσωπο συναντιέται σχεδόν εξίσου συχνά με το πρώτο. Η ίδια η ποίηση μετατρέπεται σε μια χειρονομία περιγραφής και αφής του Άλλου. Πολύ περισσότερο από το να σημαίνει, υπονοεί( ψιθυρίζοντας μόνο λέγεται η αλήθεια\ σσς….\ δεν γεννήθηκε τίποτε ακόμα.) Τα δύο αυτά βιβλία μας περιγράφουν μια πληγή (Είμαι μόνος.\ Σαν εμένα.). Μια πληγή στο πρόσωπο, την κοινωνία, τον κόσμο κατακερματισμένο σε ένα ατελείωτο επιμέρους. Η ίδια η ποιητική πράξη μοιάζει σε αυτές τις σελίδες με την προσπάθεια άρσης πάνω από το τραύμα, μια επούλωση, μια πολλαπλή συμφιλίωση με το χθες, το έξω, το αύριο.
Συχνά βρισκόμαστε μπροστά σε έναν ποιητικό επαναπροσδιορισμό των πραγμάτων (Άκου: κραυγή είναι η λήθη), (ο έρωτας\σιωπή που επιστρέφει). Οι ορισμοί αυτοί δεν περιγράφουν το αντικείμενο στο οποίο αναφέρονται όσο το υποκείμενο από το οποίο πηγάζουν, τον τρόπο που το υποκείμενο κοινωνεί το σύμπαν, από το άπειρο μέχρι τον σε ελάχιστη απόσταση διπλανό.
Ο ποιητής έρχεται αντιμέτωπος με τη σύγκρουση των αντιθέτων, ψάχνει το θαύμα ανάμεσα στο φως και το χώμα (ώριμο σπέρμα\... \ πέφτοντας\ σκορπίζει έναστρο χώμα). Τα ποιήματα μοιάζουν να μετεωρίζονται στο σύνολό τους, ανάμεσα στη λογική, το σώμα, την ύλη απλωμένη στην πιο ξεκάθαρη μορφή της από τη μία και από την άλλη στη μεταφυσική, την πνευματικότητα και το συναίσθημα. Όμως η ποίηση υπερβαίνει τον ορθολογισμό και οι συγκρούσεις αυτές δεν γίνονται ορατές σαν διαχωρισμός, αλλά σαν ενότητα. Εκεί που τα αντίθετα τελικά συμφιλιώνονται μέσα από ένα νέο που έρχεται από παλιά. Έτσι τα αντίθετα συνυπάρχουν πάντα σε κίνηση, ακόμα και εκεί που η λογική δεν το επιτρέπει. Στο σημείο αυτό, ο ποιητής (όπως ο Κρεμνιώτης περιγράφει στους στίχους του) γίνεται ένας νοσταλγός του ασύλληπτου.

(Στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: