Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

Το γέλιο, ως μοναδική λάμψη στο σκοτάδι


100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΙΟΝΕΣΚΟ


Στις 26 Νοεμβρίου έκλεισαν εκατό χρόνια από τη γέννηση του γαλλορουμάνου συγγραφέα Ευγένιου Ιονέσκο. Μορφή ξεχωριστή ανάμεσα στον μοντερνισμό του εικοστού αιώνα, ο Ιονέσκο άφησε το στίγμα του στην εξέλιξη του θεάτρου σημαδεύοντάς την με το χιούμορ, την ελλειπτικότητα και την αγωνία των έργων του.
Γεννημένος το 1909, στη Ρουμανία από Ρουμάνο πατέρα και μητέρα γαλλικής και ρουμανοελληνικής καταγωγής, ο Ιονέσκο πέρασε τα παιδικά του χρόνια κυρίως στη Γαλλία. Το 1925 γυρνά στη Ρουμανία με τον πατέρα του και από το 1928 μέχρι το 1933, φοιτά στο πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου στο τμήμα της γαλλικής λογοτεχνίας. Το 1936, παντρεύεται την Rodica Burileanu και δύο χρόνια μετά φεύγουν μαζί για τη Γαλλία. Εκεί θα αρχίσει και η λογοτεχνική καριέρα του Ιονέσκο, μετά τον πόλεμο.

Το έργο του Ιονέσκο

Στις 11 Μαΐου του 1950, ανεβαίνει το πρώτο του έργο «Η φαλακρή τραγουδίστρια», στο Παρίσι σε σκηνοθεσία του Νικολά Μπατάιγ. Το έργο θα αποτελέσει σκάνδαλο και ταυτόχρονα θα σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας εποχής στο θέατρο. «Η φαλακρή τραγουδίστρια» δανείζεται στοιχεία από το βουλεβάρτο, την παράδοση τον κλόουν και τις μεθόδους εκμάθησης Αγγλικών ώστε να αποκαλύψει με την ασυνάρτητη γλώσσα και δομή του, τη γελοιότητα και την κενότητα του αστικού τρόπου ζωής, την συμβατικότητα της γλώσσας, τα όρια της ανθρώπινης επικοινωνίας.
Τα μονόπρακτα έργα που θα ακολουθήσουν τη «φαλακρή τραγουδίστρια», (πιο γνωστά ανάμεσά τους «Το μάθημα» και «Οι καρέκλες») θα κινηθούν στα ίδια πλαίσια: έλλειψη επικοινωνίας, κουρέλια χαρακτήρων βουτηγμένα σε μια χαμογελαστή απελπισία, με την συμβατικότητα της δομής και της γλώσσας του αστικού θεάτρου παρούσα στη σακατεμένη της μορφή.
Το 1954, ο Ιονέσκο γράφει το πρώτο πολύπρακτο έργο του, το «Αμεδαίος ή πώς να το ξεφορτωθούμε». Στο επόμενο έργο του «ο δολοφόνος» κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του ο Μπερανζέ, ένας ημιαυτοβιογραφικός ήρωας, που θα εμφανιστεί και σε επόμενα έργα και διηγήματα. Πιο γνωστό ανάμεσά τους (και ίσως το γνωστότερο έργο του Ιονέσκο), ο «Ρινόκερος» γραμμένο το 1959.
Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Γαλλίας, εμφανίζεται ο ιός της ρινοκερίτιδας. Ο Μπερανζέ βλέπει έναν προς έναν τους κατοίκους της πόλης να μετατρέπονται σε ρινόκερους. Μόνος του, περικυκλωμένος από τους βρυχηθμούς και την βία των ζώων, ο Μπερανζέ αποφασίζει πως θα μείνει άνθρωπος, πως δεν θα παραδοθεί παρόλο το βάρος της μοναξιάς του. «Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος και θα παραμείνω μέχρι το τέλος. Δεν θα συνθηκολογήσω». Το έργο αποτελεί μια παραβολή για την άνοδο του ολοκληρωτισμού, την βία της μάζας, την εξαφάνιση της προσωπικότητας μέσα στην ομοιόμορφη φωνή του πλήθους.
Το 1962, ο Ιονέσκο γράφει το «Ο Βασιλιάς πεθαίνει». Στο έργο αυτό ο Μπερανζέ (και στο πρόσωπό του ο κάθε άνθρωπος) είναι βασιλιάς, διατάζει τις δυνάμεις της φύσης και είναι πάνω από τετρακοσίων χρονών. Στην αρχή του έργου ο βασιλιάς πληροφορείται πως πεθαίνει, οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν, το βασίλειό του μαραζώνει μέσα σε λίγα λεπτά. Σε έναν κόσμο που καταρρέει, ο βασιλιάς προσπαθεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα του θανάτου, να συμφιλιωθεί με την ζωή του, να δεχτεί την κοινή ανθρώπινη μοίρα.
Το 1970 ο Ιονέσκο θα γίνει μέλος της γαλλικής ακαδημίας. Τα επόμενα χρόνια, θα συνεχίσει να γράφει δοκίμια και θεατρικά έργα χωρίς όμως να φτάσει την επιτυχία των μεγάλων του δημιουργημάτων. Πιο σημαντικά ανάμεσά τους: «Η πείνα και η δίψα»(1964), «Το παιχνίδι της σφαγής» (1970) «Μακμπέτ» (1972). Το 1994, θα φύγει από τη ζωή, στην ηλικία των 84.

Το θέατρο του παραλόγου

Μαζί με τον Σάμουελ Μπέκετ, τον Αρθούρ Αντάμοφ και τον Ζαν Ζενέ, ο Ιονέσκο αποτέλεσε μέρος του θεάτρου του παραλόγου. Βγαλμένο μέσα από τον παραλογισμό των χαρακωμάτων του Β’ παγκοσμίου πολέμου και της ψυχροπολεμικής ισορροπίας του τρόμου, το νέο αυτό ιδίωμα θα μιλήσει με νέο τρόπο για τον δυτικό άνθρωπο. Τα έργα, δομημένα ως ανεστραμμένες παραβολές δεν έχουν πρόθεση να διδάξουν αλλά να παρουσιάσουν. Ο Χρόνος και ο χώρος, πάντα συμβατικοί, μεταφέρουν το τοπίο της σκηνής σε κάθε χρόνο και κάθε χώρο. Η γλώσσα κομματιασμένη, υπονομεύει τον εαυτό της ώστε να δείξει τα όριά της. Ο κόσμος έχει χάσει το κέντρο του. Ο άνθρωπος, πεταμένος τυχαία στην πραγματικότητα είναι αναγκασμένος να ζήσει μια ζωή που το νόημά της συνεχώς θα του διαφεύγει. Το παράλογο κατακλύζει τα πάντα, είτε ως ματαιότητα είτε ως απαισιοδοξία. Και ανάμεσα στο σκοτάδι που τα έργα κουβαλούν, μοναδική λάμψη που κάνει τους ανθρώπους να μπορούν να συνεχίσουν, είναι το γέλιο. Τα έργα του Ρουμάνου συγγραφέα αν και σκιαγραφούν ένα τοπίο δύσκολο για τον άνθρωπο, ταυτόχρονα κάνουν το κοινό να γελά. Η απελπισία μετατρέπεται από τον θεατή σε συμπόνια. Είναι σίγουρο πως ο Σίσυφος του Ιονέσκο σπρώχνει την πέτρα του μέσα στην μάταιη αιωνιότητα. Είναι όμως επίσης σίγουρο πως παραμένει χαμογελαστός.
(στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: