Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Ξυπνώντας μέσα στη νέα δυστοπία



Η αίσθηση αυτή πως κοιμάσαι και ύστερα ξυπνάς μέσα σε έναν νέο κόσμο. Σαν να διέσχισες ερήμην σου αποστάσεις στον χρόνο και στον χώρο.
Και όμως η απόσταση που διανύει ο καθένας μας είναι διαφορετική. Και τελικά η ίδια αυτή αίσθηση του νέου είναι ψευδεπίγραφη.
Στην ιστορία δεν υπάρχουν χάσματα. Ολα υπάρχουν σε μια συνέχεια με διαφορετικές κορυφές έντασης. Αυτό που εμείς βιώνουμε είναι η επαφή μας με αυτές τις κορυφές.
Και παρακινημένοι από την ένταση και το σοκ αυτής της επαφής πιέζουμε τους εαυτούς μας να συμπληρώσουν την υπόλοιπη εικόνα.
Με ό,τι τρόπο ορίζει ο καθένας μας, με ό,τι αντιλήψεις κουβαλά, με ό,τι φορτία συναισθήματος διαθέτει.

Ομως, η ίδια η φύση του γεγονότος ορίζει ένα αίτημα για πράξη. Μια διάθεση μελλοντικής αποτροπής (και για πολλούς σημερινής εκδίκησης).
Ετσι βουλιάζουμε στην αμεσότητα, με τρόπο απόλυτο, χωρίς αποχρώσεις. Η κατανόηση, η ανάλυση, η αντίληψη -μαθαίνουμε- περισσεύουν.
Και όμως από αυτή την επιτακτικότητα γεννιέται θεωρία, σε μια αντίστροφη κίνηση ανάγνωσης και δικαιολόγησης του ήδη αποφασισμένου.

Μια νέα κατανόηση που θα χτιστεί από άμεσες πράξεις που προηγήθηκαν αυτής. Και χωρίς δικαιολογίες, αφού η μορφή και η ένταση του γεγονότος, ο διάχυτος αποτροπιασμός θα δικαιολογεί με την έντασή του για καιρό την όποια πράξη.

Γιατί μια πράξη μαζικής δολοφονίας είναι μια πράξη συμπαγής, απόλυτη, χωρίς υποσημειώσεις.
Ενα τυφλό χτύπημα που δεν κάνει καν διάκριση στην επιλογή των θυμάτων παίρνει τη μορφή του απόλυτου κακού, βγαίνει από τον χώρο της πολιτικής και αισθητικοποιείται, παίρνει διάσταση από μια ηθική που (ακριβώς επειδή δεν ενδιαφέρεται να αναλύσει) αποκόβει το γεγονός από τα συμφραζόμενα, το τοποθετεί ως πράξη γεννήσεως των αυριανών γεγονότων και των αυριανών κινήσεων και ταυτόχρονα ως μόνη κλίμακα αξιολόγησης.

Αν κάτι χρειάζεται αυτή τη στιγμή η Ευρώπη (και πολύ περισσότερο εμείς που δεν είμαστε έννοιες αλλά πράξεις με σάρκα) είναι μνήμη.
Μνήμη αξιών και κεκτημένων, λαθών και εγκλημάτων. Οχι για να ενοχοποιήσει τον εαυτό της για τα γεγονότα και να αποδώσει ευθύνες αλλά για να τα διαχειριστεί.
Η ιστορία δεν έχει μεταμέλεια, ούτε συγνώμες, μόνο αυριανά γεγονότα. Και στιγμές σαν αυτές στο Παρίσι μάς ορίζουνε εκ νέου.

Κυρίως να μην ξεπέσουμε στην ευκολία. Την έκτακτη ανάγκη μας για απόλυτες αποφάσεις, για συστρατεύσεις άνευ όρων, για κρίσεις ολοστρόγγυλες σαν τον πάτο της σφαίρας.
Μέσα στον παραλογισμό του σίγουρου χθες και το παράλογο του δύσκολα απευκταίου αύριο, να σταθούμε με κρίση και αντίληψη ανεξάρτητα με την όποια δυσκολία.

Είναι άλλωστε τόσο μεγάλο το χάσμα που δημιουργείται στην κατανόηση μας: από τη μία το απόλυτο και ξεκάθαρο του ίδιου του συμβάντος και από την άλλη όλα τα γεγονότα που στοιβάζονται ώστε να το αναδείξουν στο παρόν μας.

Οι τόσες δεκαετίες δυτικών παρεμβάσεων, οι τόσες διαστρεβλώσεις και αφηγήσεις σε σχέση με τον μουσουλμανικό κόσμο, οι παρεμβάσεις με αφορμή την τρομοκρατία, το αποικιοκρατικό παρελθόν της Ευρώπης.

Οι ερμηνείες του Κορανιού και το τράβηγμά τους στα όρια της ακραίας πράξης και του εξτρεμισμού, η χορηγία τους από αντίστοιχα μουσουλμανικά κράτη, η γεωπολιτική σκοπιμότητα και… και…
Εχω την αίσθηση πως αν κάποιος δεν αντιληφθεί αυτό το χάσμα μπορεί εύκολα να υποπέσει σε αναλύσεις για «αντίποινα» απέναντι στον γαλλικό ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία, ή να ξεπέσει σε ακροδεξιούς βόθρους όμοιους με τον cool νεοναζισμό της Σώτης Τριανταφύλλου.

Τα συμπεράσματα είναι απαραίτητα για τις πράξεις. Αλλά πρέπει να γίνει σεβαστή και η ανάγκη του ανθρώπου για αμηχανία.
Για τον χρόνο που χρειάζεται για να αισθανθεί, να σκεφτεί, να σιωπήσει. Να προσπαθήσει να αντιληφθεί τον καιρό και τον εαυτό του μέσα σε αυτόν.

Στο μυαλό σκόρπιοι στίχοι. Από το «1 Σεπτεμβρίου 1939» του αγαπημένου W. H. Auden: «Εδώ κάθομαι/ αβέβαιος και όλο φόβο./ Κύματα οργής και φόβου/κατατρύχοντας τις ιδιωτικές ζωές μας./ Μπόχα ανομολόγητη θανάτου./Ποιο μορφοείδωλο τεράστιο έπλασε/ έναν ψυχοπαθή θεό./ Εγώ και ο κόσμος ξέρουμε πως σε όσους κάνεις το κακό/κακό θα ανταποδώσουν. / Ν’ αγαπούμε πρέπει ο ένας τον άλλο είτε να πεθάνουμε».

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Δεν υπάρχουν σχόλια: