Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Ο David Bowie και η τελευταία μεταμόρφωση



Η διαφορά του σαμάνου από τον ηθοποιό έγκειται στο γεγονός πως ο σαμάνος έχει ως στόχο πρωτίστως όχι να μεταμορφωθεί ο ίδιος (όπως ο ηθοποιός), αλλά μέσα από τη μεταμόρφωσή του να αλλάξει τους γύρω του.
Η διαπίστωση αυτή, βγαλμένη από πολιτισμούς με καθημερινές πρακτικές που ξεφεύγουν από την ιστορία και κινούνται προς το συλλογικό μύχιο, μοιάζει παράδοξο να ακούγεται σε εποχές σαν τις σημερινές.
Κι όμως ο θάνατος του David Bowie μοιάζει με μια ιστορική επανάληψη αυτής της πρακτικής ενταγμένης στα σύγχρονα συμφραζόμενα.
Η καλλιτεχνική πρόταση και η ενσάρκωσή της από τον Bowie ήταν ο καλλιτέχνης ως λευκός καμβάς. Ως μια επιφάνεια πάνω στην οποία η ίδια η κοινωνία θα προβάλει τους φόβους, τις ελπίδες και το όνειρό της, παραμορφώνοντας, καταναλώνοντας, απορροφώντας μιμούμενη και τελικά απορρίπτοντας τον καλλιτέχνη μέχρι την επόμενη μεταμόρφωσή του.
Ο χαμένος στο Διάστημα αστροναύτης του Space Oddity και ο Ροκ Σταρ εξωγήινος του Ziggy Stardust, ο καλλιτέχνης της rubber soul και ο τσακισμένος κλόουν, ο πετυχημένος ποπ καλλιτέχνης του θεάματος και ο πειραματιστής που θα εντάξει στο έργο του την ηλεκτρονική μουσική, την punk, τον θόρυβο, η ανδρόγυνη μορφή και ο λευκός δούκας, ήταν περισσότερο αποτυπώσεις μιας εποχής και δευτερευόντως μιας προσωπικότητας.
Εκεί που άλλοι ζήτησαν να κινηθούν αναζητώντας το βάθος ο Bowie κινήθηκε ζητώντας την έκταση, το μέγεθος της διάδοσης και της επιρροής.
Οχι μένοντας στην επιφάνεια, αλλά απλώνοντας στην επιφάνεια αυτή τη δημιουργικότητά αποκτώντας βάθος με τον τρόπο που αποκτά ένας πίνακας. Ενας κινούμενος πίνακας ζωγραφισμένος με ήχο, στίχο και σκηνική παρουσία.
Ο θάνατος του David Bowie μοιάζει να σηματοδοτεί το τέλος μιας ολόκληρης εποχής. Ισως να είναι μία από τις λίγες φορές που μια καλλιτεχνική προσωπικότητα ταυτίζεται σε τέτοιο βαθμό με τους τρόπους της εποχής της, ώστε να τους ενσαρκώνει ξανά και ξανά. Και ταυτόχρονα -στον βαθμό που της αντιστοιχεί- να την προσδιορίζει.
Μέσα από τους πρώτους του δίσκους ο Bowie κατάφερε να προσδιορίσει τη σεξουαλική επιλογή όχι ως στοιχείο ελευθερίας και ηδονής, αλλά ως στοιχείο ταυτότητας. Να μετατοπίσει σε πολλά επίπεδα το explore yourself των ’60s, τον αέναο πειραματισμό και την ομφαλοσκόπηση σε μια διαδικασία συνειδητής κατασκευής της ταυτότητας, χωρίς όρια, χωρίς αντίθετα, όπου κάθε υλικό έχει τη δική του σημασία και αυτοτέλεια.
Με το παράδειγμά του ο Bowie κατάφερε να κάνει κομμάτι της pop κουλτούρας (εννοώντας εδώ ενός ευρύτερου ακροατηρίου) είδη παρηκμασμένα από καιρό (όπως το καμπαρέ), είδη σχετικά άγνωστα (όπως το καμπούκι), τρόπους της «σοβαρής» τέχνης (όπως η τεχνική του cut-up) και ταυτόχρονα να νομιμοποιήσει στοιχεία της pop κουλτούρας, όπως η επιστημονική φαντασία και η ηλεκτρονική μουσική, ως εργαλεία έκφρασης.
Ολα αυτά φυσικά δεν μπορούν να χρεωθούν ως επιτεύγματα ενός ανθρώπου (άλλωστε ο Bowie δεν ήταν ποτέ ένας και μόνος άνθρωπος), αλλά ως γενικότερες τάσεις όπου ο καλλιτέχνης αποτέλεσε μία από τις ενσαρκώσεις τους.
Ο David Bowie γεννήθηκε στα 18 του χρόνια, όταν άλλαξε το επώνυμό του από Jones σε Bowie (ονομασία ενός συγκεκριμένου είδους μαχαιριού), και πέθανε πριν από λίγες μέρες.
Η καλλιτεχνική του πορεία κράτησε κάτι περισσότερο από 50 χρόνια. Και ίσως η σημαντικότερη συμβολή του να ήρθε με τον τρόπο που διαχειρίστηκε τον θάνατό του, ως ακόμη ένα υλικό προς καλλιτεχνική δημιουργία.
Το Blackstar κυκλοφόρησε 2 μέρες πριν από τον θάνατό του και μοιάζει λιγότερο με αποχαιρετισμό και περισσότερο με έναν δίσκο που ακούγεται από την πέρα όχθη. Ο Bowie ούτε χαιρετά ούτε περιγράφει τη ζωή που φεύγει.
Αντίθετα εντάσσει μέσα από το παράδειγμά του τον θάνατο σε μία ακόμα από τις μεταμορφώσεις του, τον υποβιβάζει σε χαρακτήρα, τον κάνει ψαύσιμο, υλικό, σχεδόν οικείο.
Μέσα από τις διαδοχικές βιογραφίες του καλλιτέχνη, ο θάνατος γίνεται ακόμη μια μάσκα, έστω η τελευταία. Εδώ δεν υπάρχει θρήνος, αλλά αντίθετα υπέρβαση μέσα από τη γενναιότητα, τη δημιουργία, όταν ακόμα και η τελευταία ανάσα γίνεται προσφορά.
Ο θάνατος του David Bowie υπήρξε η τελευταία του μεταμόρφωση.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Δεν υπάρχουν σχόλια: