Κυριακή 16 Μαΐου 2010
Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΤΙΓΡΑΦΑ ΤΗΣ
Σε μια ζωή με απότομες και βίαιες επαναλήψεις, στιγμές κοινότοπες και φωτοτυπίες του ήδη βιωμένου, το αυθεντικό, η αυθεντική στιγμή, καθίσταται αξία και ζητούμενο. Πώς ξεχωρίζουμε το αυθεντικό από την επανάληψή του, ειδικά όταν αυτή είναι φτιαγμένη ακριβώς για να παραπλανήσει, για να μας πείσει πως όχι μόνο μπορεί να σταθεί δίπλα στο αυθεντικό αλλά επίσης μπορεί και να το αντικαταστήσει; Και αν κάτι τέτοιο μπορεί τελικά να ισχύει, ποια η αξία του αυθεντικού. Η τέχνη, με τα τόσα αντίγραφά της, γίνεται μια παραβολή για την ίδια τη ζωή και η έκθεση «Close Examination: Fakes, Mistakes and Discoveries», μια ευκαιρία για στοχασμό.
H Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου οργανώνει από τις 30 Ιουνίου την έκθεση με τίτλο «Προσεκτική εξέταση: Πλαστά, λάθη και ανακαλύψεις». Στην έκθεση αυτή παρουσιάζονται για πρώτη φορά, πλαστοί πίνακες της συλλογής της πινακοθήκης που άλλοτε πέρασαν για αυθεντικοί, κακές εκτιμήσεις ειδικών που αναγνώρισαν το λάθος εκεί που δεν υπήρχε, ενώ σε άλλες περιπτώσεις εξαπατήθηκαν καταδικάζοντας ως πλαστό το πραγματικό, με την αλήθεια να αποκαλύπτεται ακόμη και 500 χρόνια μετά τη δημιουργία της. Έργα μαθητών των ζωγράφων, θεωρήθηκαν έργα των δασκάλων τους, με μια κοινή τεχνοτροπία να περνά από γενιά σε γενιά, από χέρι σε χέρι και να θολώνει το όνομα του δημιουργού. Ονόματα μεγάλων ζωγράφων όπως του Ραφαήλ, του Βελάσκεθ ή του Μποτιτσέλι, μπλέκονται με επιτεύγματα άσημων αγνώστων που τους μιμήθηκαν ή τους αντέγραψαν.
Η τέχνη είναι μια πραγματικότητα;
Η τεχνολογία αλλάζει τους καιρούς. Με το μέγεθός της επιβάλλεται σε κάθε πτυχή της ζωής. Οι ακτίνες τα μικροσκόπια και οι διαφόρων ειδών μετρητές, έρχονται να αναμετρηθούν με το έμπειρο μάτι του ιστορικού της τέχνης, άλλες φορές επικουρικά άλλες φορές αντικαθιστώντας και καταργώντας το. Το παράδοξο της έκθεσης, κρύβει στον πυρήνα του ένα ερώτημα. Όμοιο με το ερώτημα της ταινίας «F for fake» του Όρσον Γουέλς. Ποια είναι η πραγματική αξία της τέχνης και ποια η εμπορική της αξία;
Το «Αλήθειες και ψέματα» (ο ελληνικός τίτλος) είναι η τελευταία ταινία του μεγάλου δασκάλου και μια από τις λιγότερο γνωστές δημιουργίες του. Μια ταινία δοκίμιο, με αρκετά ασύνδετο υλικό, μιλά για την ιστορία τριών ανθρώπων ενώ ταυτόχρονα αποτελεί την αποτίμηση της ίδιας της καριέρας του Γουέλς. Οι τρεις ήρωες είναι καλλιτέχνες του ψεύδους: ένας πλαστογράφος ιμπρεσιονιστικών πινάκων, ο συγγραφέας μιας ψευδοβιογραφίας του Χάουαρντ Χιουζ και μια κοπέλα που υπήρξε μοντέλο του Πικάσο για πάνω από 20 πίνακες. Η κοπέλα έκαψε τους πίνακες αυτούς και τους αντικατέστησε με ακριβή αντίγραφα. Ο ίδιος ο Πικάσο αναγνωρίζοντας την αξία του παραχαράκτη τον συνάντησε όταν αυτός ήταν ετοιμοθάνατος. «Θέλω να πεθάνω με τη βεβαιότητα ότι η τέχνη είναι μια πραγματικότητα», ήταν τα τελευταία λόγια του αντιγραφέα.
Η αυθεντικότητα
δεν προσθέτει στην ομορφιά
Ο φακός πλανάται ανάμεσα στο τρικ και την αυθεντική αποτύπωση επαναλαμβάνοντας συνεχώς την ερώτηση για το αληθινό και το ψεύτικο. Η σκηνή του πλαστογράφου είναι ενδεικτική της φιλοσοφίας του φιλμ, όσο και του ερωτήματος που τίθεται από την έκθεση του Λονδίνου: το χέρι του Ντε Χόρι έτρεμε κάθε φορά που πλαστογραφούσε έναν Ματίς. Θα μπορούσε να κάνει έναν πίνακα ακόμα καλύτερο από τον αυθεντικό αλλά εμπόδισε τον εαυτό του για ευνόητους λόγους. Αν ένας πίνακας αντίγραφο είναι τόσο καλά φτιαγμένος ώστε να ξεγελάει ακόμα και το πιο εξασκημένο μάτι, γιατί να θεωρηθεί με τόση βεβαιότητα κατώτερος του πρωτοτύπου;
Τα μουσεία δίνουν τις πιο άκαμπτες απαντήσεις. Αποσπούν το έργο τέχνης από τον αρχικό του χώρο και τον πραγματικό του χρόνο, αντικαθιστώντας με ιστορική και επιστημονική βεβαιότητα τα χαμένα συναισθήματα του πρώτου του κοινού, της αρχικής έντασης και θερμοκρασίας του έργου. Στην απόλυτη κατάφασή τους, επεξηγούν αυτό που κάποτε ήταν απλώς ομορφιά, με τον πίνακα να γίνεται τελικά επίτευγμα, όμοιο με μια ανακάλυψη επιστημονική ή γεωγραφική, μια υποσημείωση στην ιστορία των επιτευγμάτων του ανθρώπου. Το βάρος της υπογραφής και του αυθεντικού, δεν προσθέτει στην ομορφιά αλλά στο κύρος, αποτελεί τη σκαλωσιά ενός θεσμού που επιβάλλει τη δική του ματιά και τελικά τη δική του τέχνη.
Τέχνη περιφραγμένη από τη ζωή
Ο κόσμος των μουσείων, είναι ένας κόσμος ομογενοποιημένης τέχνης. Κάθε έργο αποκτά μια όμοια λειτουργία. Πρώτα υπάρχει και μετά σημαίνει. Μακριά από την κάθε μέρα, η τέχνη περιφράσσεται από τη ζωή. Προσφέρει μια σύντομη ματιά στο βιαστικό μάτι του επισκέπτη, αναπαράγεται σε καρτ ποστάλ ή μπλουζάκια, με το μέγεθος και την αξία της ως αδιαμφισβήτητο δεδομένο. Ένα έργο κρίνεται πια κυρίως ως προς την αυθεντικότητα και λιγότερο ως προς την αξία του. Όπως η βεβαιότητα των θεσμών και των νόμων, έτσι και η αυθεντία του μουσείου πρέπει να αμφισβητηθεί. Γιατί το αυθεντικό δεν προκύπτει από την υπογραφή αλλά από τη σχέση του ανθρώπου με το έργο τέχνης. Είναι το καθαρό μάτι και η επιθυμία για το βίωμα αυτά που μετατρέπουν έναν πίνακα σε έργο τέχνης και τελικά ένα απλό καθημερινό περιστατικό σε βιωμένη αυθεντικότητα.
(στην εφημερίδα Εποχή)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
εξαιρετικό!
Δημοσίευση σχολίου