Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Η πληγή και η μνήμη


Ο τριαντάχρονος Φερνάν Ιβτόν εκτελείται από τη γαλλική κυβέρνηση. Βρισκόμαστε στην Αλγερία του 1956. Ο Ιβτόν τοποθετεί μια βόμβα στο εργοστάσιο που δουλεύει με στόχο η βόμβα να μην σκοτώσει κανέναν, αλλά η έκρηξή της να λειτουργήσει συμβολικά υπέρ του αγώνα των αλγερινών για ανεξαρτησία. Η βόμβα δεν σκάει, ο Ιβτόν συλλαμβάνεται ανακρίνεται και οδηγείται στην εκτέλεση. Αριστερός, εργάτης ο Ιβτόν υπήρξε ο μόνος Pied-Noir (μαυροπόδαρος, δηλαδή χριστιανικής ή εβραϊκής καταγωγής κάτοικος της γαλλικής Αλγερίας) οπαδός του FLN που εκτελέστηκε από τις γαλλικές αρχές.
Γαλλία 2016. Ο Τζοζέφ Αντράς (γεννημένος το 1984) αρνείται το βραβείο Γκονγκούρ για τον καλύτερο πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα. Το βιβλίο του με τίτλο «Για τα πληγωμένα μας αδέρφια» αφηγείται την υπόθεση Ιβτόν. Την τοποθέτηση της βόμβας, τη σύλληψη και τον βασανισμό του, το δρόμο προς την εκτέλεση. Και μαζί τη ζωή του, τη σχέση του με τη γυναίκα του, όλα όσα έχασε από μια παράλογη, εγκληματική και εκδικητική δικαστική απόφαση.

Το «Για τα πληγωμένα μας αδέρφια» είναι ένα επείγον βιβλίο. Όχι μόνο λόγω της έντασης και της ορμής της γραφής του, όχι μόνο για τον τρόπο της εξιστόρησης και για τους όρους με τους οποίους πολιτικοποιεί το συναίσθημά σου, όταν βλέπεις πως ένας άντρας –και μαζί μνήμες, σχέσεις, όνειρα και ιδανικά- οδηγείται στον τάφο για να χορτάσει η δίψα των έξαλλων αποικιοκρατών. Αλλά κυρίως για τις επιλογές του ίδιου του βιβλίου.
Για την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος από έναν νέο Γάλλο, ο οποίος δεν έζησε την αιματηρή υπόθεση της Αλγερίας. Για την επιλογή να βγάλει την ιστορία αυτή το 2016 εν μέσω ανόδου του ρατσισμού, κανονικοποίησης της ξενοφοβίας και της ισλαμοφοβίας. Γιατί η ίδια η υπόθεση Ιβτόν αποδεικνύει πως κανένας δεν ήταν αθώος σε σχέση με το παρελθόν της Γαλλίας. Γιατί ο Ιβτόν εκτελέστηκε από «προοδευτική» κυβέρνηση και μάλιστα ο υπουργός Δικαιοσύνης που υπέγραψε την εκτέλεσή του ήταν ο Φρανσουά Μιτεράν.
Το βιβλίο μάλιστα ξεκινά με ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Ο Φρανσουά Μιτεράν και ο πόλεμος της Αλγερίας» των Στόρα και Μαλί. Το απόσπασμα μας ενημερώνει: « ο Ιβτόν παραμένει κάτι σαν καταραμένο όνομα.[..] Είναι να αναρωτιέσαι πώς μπόρεσε να το κάνει ο Μιτεράν. Πρέπει να είπα το όνομά του [του Ιβτον] δύο ή τρεις φορές μπροστά του, και πάντα του προκαλούσε τρομερή δυσφορία, που μετατρεπόταν σε ρέψιμο. […] Η κρατική σκοπιμότητα είναι αχώνευτο πράγμα.»

Ο Αντράς δεν προσπαθεί να κουνήσει ηθικά δάκτυλα μπροστά στο πρόσωπό μας. Δεν πέφτει σε εύκολα άλματα αιτίου- αιτιατού σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση στη Γαλλία. Δεν ηθικολογεί. Η μόνη ηθική είναι η ένταση της γραφής τους, ο τρόπος με τον οποίο τα γεγονότα γίνονται λέξεις, ο τρόπος με τον οποίο μια απλή ζωή, κεντρισμένη μοναχά από το αίσθημα του δικαίου, τσαλακώνεται και πετιέται στα άχρηστα. Το βάρος της ζωής και των γεγονότων τοποθετείται με την τεχνική του μοντάζ απέναντι στην ελαφρότητα και την ευκολία της καταδικαστικής απόφασης.
Τα γεγονότα καταγράφονται όπως συνέβησαν με την ένταση και τον παλμό του αυτόπτη μάρτυρα. Όχι ως παράθεση ντοκουμέντων αλλά ως ένα ρεπορτάζ συναισθημάτων, ως μια φλούδα πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας πολύ βολικής να ξεχαστεί ή να θαφτεί.
Η ταύτισή σου με το θύμα του γαλλικού κράτους γίνεται πολιτικό επιχείρημα. Για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Και εκείνο το «μας» και το «αδέλφια» πολιτική δήλωση που ξεπερνά σε σημασία τον οποιοδήποτε εύκολο συναισθηματισμό, ξεσκεπάζει την υποκρισία της Γαλλίας και της Ευρώπης και μιλά με όρους ξεκάθαρους πολύ περισσότερο για το τώρα παρά για το τότε.
Ο Τζοζέφ Αντράς γίνεται η φωνή της συνείδησης της Γαλλίας. Μιας Γαλλίας πληγωμένης από το παρελθόν και το παρόν τους όπου οι σκελετοί βγήκαν από τις ντουλάπες και χορεύουν στους δρόμους. Με τη στάση του και το παράδειγμά του καταφέρνει όμως πολλά περισσότερα. Σε μια Γαλλία που το πρότυπο του διανοούμενου κοκοβιού τηλεπερσόνας (τύπου Ανρί Λεβί) κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στν δημόσιο χώρο, περιπτώσεις σαν αυτές του Αντράς σώζουν τη θέση του διανοουμένου και του καλλιτέχνη στις σύγχρονες κοινωνίες. Μια θέση που αποδεικνύει πως η λέξη μπορεί να είναι μια υπόθεση επείγουσα όσο και η πράξη.

(στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: