Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Μια φάρσα, μια καφρίλα και ένας Σεφερλής



Το παρακάτω κείμενο δεν αποτελεί απόπειρα κριτικής, επιθυμία έκφρασης σνομπισμού απέναντι στην ποπ κουλτούρα ή συγκεκαλυμένη διάθεση να λογοκρίνουμε (όλα αυτά τα έχουμε ακούσει κατά καιρούς). Είναι ένα ειλικρινές «άι στο διάολο κύριε ξεφτίλα» αρθρωμένο σε λίγες παραγράφους, βγαλμένο από τα βάθη της καρδιάς μας.

Ο Μάρκος Σεφερλής είναι ένα «υποκριτικό θηρίο», ένας «πολυμήχανος μίμος, τραγουδιστής, χορευτής, χρήστης των ιδιόλεκτων» και ένας «μέγας αυτοσχεδιαστής». Έτσι τουλάχιστον τον είχε περιγράψει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος στην περίφημη κριτική του. Για πολλούς από εμάς ο Μάρκος Σεφερλής δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από την ενσάρκωση της κωμικής ευκολίας. Ένας μόνιμος τρόμος μας κυρίευε στο ενδεχόμενο να πέσουμε μπροστά σε μια αφίσα ή μια ρεκλάμα που θα διαφήμιζε το νέο τίτλο-λογοπαίγνιο κάποιας παράστασής του. Ποιόν να πρωτοθυμηθούμε «Τρώει στόρι», «Στη φωλιά του κούκλου», «Allou fun Mark», «ΣουλεϊΜάρκ ο μεγαλοπρεπής», «Γελών λαβέ», «Μάμμα, μία... δεν υπάρχει» και άλλα λοιπά πολύχρωμα. Άλλοι θα τον θυμούνται από τηλεοπτικές παρουσίες σε φτηνές παραγωγές, όταν κατέκλεβε το Fawlty Towers του John Cleese (φέρνοντάς το βέβαια στα κωμικά του μέτρα), κομμάτια των Monty Python, του Benny Hill κ.ά. υποβιβάζοντάς τα από υψηλό χιούμορ και στιγμές υποδειγματικού κωμικού χρονισμού, σε μπαλαφάρα και ακατέργαστη χαβαλετζίδικη κλωτσοπατινάδα.

Το λαϊκό και το ποπ


Η κριτική του Γεωργουσόπουλου έχει σημασία γιατί αναδεικνύει μια ευρύτερη τάση απέναντι σε συγκεκριμένα (θεατρικά και άλλα) φαινόμενα. Μπερδεύει και ταυτίζει το λαϊκό με το ποπ (popular), αδυνατώντας να μιλήσει για οποιοδήποτε από τα δύο. Ως αντίδραση απέναντι στην κουλτούρα των κουλτουριαρέων και των «διανοουμένων» ταυτίζει το εύκολο με το αγνό, αθωώνοντας στην πραγματικότητα την κάθε ευκολία, την κάθε αστοχία, την κάθε πρόχειρη κρυάδα. Και αν τόσο το λαϊκό θέατρο (βλ. π.χ. τα παλαιά κείμενα του καραγκιόζη) όσο και η ποπ κουλτούρα (βλ. π.χ. το αγγλικό Office) έχουν καταφέρει να μας δώσουν υψηλά δείγματα γραφής, αντίθετα η άνευ όρων σύζευξή τους, η μόνιμη ταύτιση του λαϊκού με τον αισθητικό λαϊκισμό και η (ελληνική πατέντα αυτό) αποδοχή πως το κωμικό δεν μπορεί να είναι κάτι πέρα από απλά αστείο -μια μηχανική δημιουργία γέλιου με μηδενικό περιεχόμενο-, το μόνο που έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν είναι μια χαμογελαστή αναγούλα, όπως στην περίπτωσή μας τον Μάρκο Σεφερλή.

Γέλιο επιθετικό

Στην εκπομπή του ανάμεσα σε άλλα ευτράπελα αποφάσισε πώς θα ήταν καταπληκτικά αστείο να τηλεφωνήσει σε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και να τους ενημερώσει πώς είναι εκπρόσωπος της πολεοδομίας και πώς το σπίτι τους θα κατασχεθεί. Και ενώ ο τρόμος και ο πανικός υπήρξε ανάγλυφος στις φωνές των δύο ηλικιωμένων, ο ΣουλεϊΜάρκ επιμένει, ενώ ένα κοινό γελοίων στο στούντιο έχει ξελιγωθεί στα γέλια.
Για να προλάβουμε τη βροχή κοινοτοπίας με εμπροσθοφυλακή τη φράση «ποια πρέπει να είναι τα όρια της σάτιρας», να διευκρινίσουμε πώς το κομμάτι αυτό δεν ήταν σάτιρα (εννοώ βασική προϋπόθεση της σάτιρας δεν είναι να σατιρίζει κάτι; Εδώ τι σατιρίζει;). Το συγκεκριμένο κομμάτι είναι επίθεση. Και μάλιστα επίθεση απέναντι στον ηττημένο.
Το διαδίκτυο κούνησε το εξοργισμένο του δάκτυλο, μηνύσεις απείλησαν, συγγνώμες ειπώθηκαν από τη μεριά της εκπομπής. Αλλά δεν είναι η αστοχία της συγκεκριμένης φάρσας που μου κάνει εντύπωση, είναι η αντίδραση του κοινού στο στούντιο (και μαζί το 62% της τηλεθέασης), αυτοί οι εκτός τόπου και χρόνου, που χαζογελάνε μακάρια, αυτοί που μέσα στην αδιαφορία τους γιορτάζουν τη δική τους τύχη και ταυτίζουν το χαμόγελο με το μίσος. Η φωνή του ζευγαριού στο τηλέφωνο ήταν η φωνή του πανικού μιας ολόκληρης εποχής. Το ίδιο και η σαδιστική αδιαφορία του κοινού του στούντιο.
Ίσως να μη μοιάζει και τόσο σημαντικό να γράφεις για έναν κωμικό σαν τον Σεφερλή, για ένα πρωινάδικο στην εποχή της απόλυτης παρακμής της τηλεόρασης. Αλλά το συγκεκριμένο περιστατικό ξεπερνάει αυτά τα στενά όρια. Εδώ το κωμικό συμβαδίζει απόλυτα με την πολιτική ρητορική του καναλιού, γίνεται η αισθητική αποτύπωση του γεγονότος πως ο Έλληνας πολίτης είναι ένοχος για την κρίση και γι’ αυτό πρέπει να τιμωρηθεί. Καθιστά μάλιστα το γεγονός τόσο κοινότοπο, ώστε να προκαλέσει γέλιο. Ένα γέλιο επιθετικό, σαδιστικό, γεμάτο δόντια.


(στην εφημερίδα Εποχή)

4 σχόλια:

NOM.gr είπε...

Εύστοχο και εξαιρετικό αρθρο!!!

Λάμπρος Καλλένος είπε...

Ρε συ... Αυτή η φάτσα του Σεφερλή εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια και στις κολώνες εδώ πέρα, στη Λευκωσία, κάθε που ο κυρ-Σεφερλής κάνει και μια περιοδεία από δω. Η χοντράδα αυτών που παρουσιάζει σαν αστεία, η χοντράδα αυτού που υποδύεται ως γέλιο του, με κάνει να αποστρέφομαι με απέχθεια, με τρόμο, κάθε φορά που συναντώ ή υποψιάζομαι αφίσες με τη φάτσα του. Λοιπόν..., μου κάνει εντύπωση το ότι ακόμα ένας μιλά για το τρόμο της συνάντησης με το Σεφερλή.

χεροκάμωτο' 78-Ρένα Κομνηνού είπε...

"μια μηχανική δημιουργία γέλιου με μηδενικό περιεχόμενο" Ναι ρε παιδί μου!!!Νάστε καλά, εξαιρετικό!!!!!!!!!!

Unknown είπε...

αχ μια στιγμη να καταλαβαίνετε πως δεν εχει περισσοτερη σημασια/αξια/αυθεντια οι γνωμη σας απο εκεινη αυτων που τους αρεσει η πανια κι ο σεφερλης