Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Ο εκτελεστής και το παιχνίδι του θανάτου


Πριν από λίγες ημέρες, το γαλλικό κανάλι France 2, πρόβαλε μια νέα εκπομπή, με το όνομα «Το παιχνίδι του θανάτου». Στο πλατό ενός τηλεπαιχνιδιού, οι συμμετέχοντες μετατρέπονται σε θύτες και θύματα. Όμοιο με το μοτίβο κάθε παιχνιδιού ερωτήσεων «το παιχνίδι του θανάτου», διέφερε σε ένα απλό σημείο. Κάθε φορά που κάποιος από τους συμμετέχοντες θα απαντούσε λάθος σε μια ερώτηση, κάποιος άλλος διαγωνιζόμενος θα τον επέβαλλε σε ηλεκτροσόκ. Ανάλογα με το σημείο του παιχνιδιού, τα Βολτ θα αυξάνονταν, μέχρι τον αριθμό 460. Τον αριθμό που κάνει τη δόση θανατηφόρα… Από τους 80 συμμετέχοντες, το 81% έφτασε να εκτελέσει την επιλογή της θανατηφόρας εκκένωσης, στέλνοντας τον συμπαίκτη του στον θάνατο.
Το τηλεπαιχνίδι δεν ήταν πραγματικό (αν και ήταν αρκετά τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης που το προέβαλλαν ως τέτοιο), αλλά κομμάτι ενός τηλεοπτικού ντοκιμαντέρ με θέμα την ανθρώπινη συμπεριφορά. Αν και στημένο, το «παιχνίδι του θανάτου» ήταν ψεύτικο μόνο κατά το ήμισυ. Από την πλευρά δηλαδή των θυμάτων. Ηλεκτρισμός δεν υπήρχε και οι δέκτες του ηλεκτροσόκ ήταν ηθοποιοί- εκτελεστές των ανατριχιαστικών σπασμών. Η μεριά του θύτη ήταν απόλυτα ειλικρινής και αληθινή. Οι 80 άνθρωποι που συμμετείχαν, πίστευαν πράγματι ότι ήταν διαγωνιζόμενοι ενός παιχνιδιού και πως τα σκηνικά, ο ηλεκτρισμός, οι σπασμοί, οι οδηγίες και ο θάνατος των συμπαιχτών, ήταν κομμάτι μιας ανταγωνιστικής τηλεοπτικής πραγματικότητας. Άνθρωποι απλοί και καθημερινοί, χωρίς ιδιαίτερες αποκλείσεις από το μέσο όρο, αποδείχτηκε πως μπορούν να οδηγηθούν μέχρι το άκρο της δολοφονίας και μάλιστα με ένα τρόπο καθ’ όλα απλό στα βήματά του.

Συνεχίζοντας το πείραμα
του Μίλιγκραμ

Η εκπομπή αποτελεί μια ακριβή προσομοίωση και τηλεοπτική μεταφορά του περίφημου «πειράματος του Μίλιγκραμ» του 1961-63. Οι θύτες, τα θύματα και οι οδηγοί πέρασαν με ακρίβεια από τους δοκιμαστικούς σωλήνες των εργαστηρίων, στους τηλεοπτικούς δέκτες του σήμερα, κοινοποιώντας μια δυσάρεστη αλήθεια. Τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο αποποιείται, ευθύνες, κρίση και ηθική, μπροστά σε μια εξουσία που δεν τον διατάζει, αλλά απλά τον προτρέπει, προς ένα ακραίο οτιδήποτε.
Τα συμπεράσματα του πειράματος συμπίπτουν σε πολλά σημεία, με αυτά της Χάνα Άρεντ, στο βιβλίο της «ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ», το οποίο εκδόθηκε την ίδια ακριβώς εποχή (1963). Ο Άιχμαν, γνωστός και ως «αρχιτέκτονας του ολοκαυτώματος», οδηγήθηκε σε δίκη στο Ισραήλ, όπου και εκτελέστηκε το 1962. Στο πρόσωπό του η Άρεντ (απεσταλμένη στη δίκη από την εφημερίδα «New Yorker») είδε αυτό που περιέγραψε ως «κοινοτοπία του κακού». Ο Άιχμαν (και πολλοί από αυτούς που ενεπλάκησαν στον ναζισμό και το ολοκαύτωμα) δεν ήταν ένας παρανοϊκός εγκληματίας και δολοφόνος. Δεν ήταν καν αντισημίτης. Ήταν ένας απλός άνθρωπος που έπραττε σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο με σκοπό την επαγγελματική του άνοδο. Η κοινοτοπία του κακού περιγράφει πως σχεδόν όλες οι απάνθρωπες πράξεις στην ιστορία του πολιτισμού (με σημείο αναφοράς το ολοκαύτωμα) διαπράχθηκαν από κοινούς ανθρώπους, οι οποίοι αποδεχόμενοι τις επιταγές ή τις προτάσεις κάποιας εξουσίας, πίστευαν πως οι πράξεις αυτές ήταν σωστές και τελικά φυσιολογικές. Όμοια με τους παίχτες του τηλεπαιχνιδιού.

Ο εκτελεστής μέσα μας

Το παράδοξο και τελικά η αξία του «παιχνιδιού του θανάτου» έγκειται στο γεγονός πως οι δημιουργοί του, επέλεξαν την τηλεόραση, το κατ’ εξοχήν μέσο χειραγώγησης, ώστε να προβάλλουν τις διαδικασίες και τα συμπεράσματά τους. Με τον τρόπο αυτό, ο εξαπατημένος από τη μορφή και τη φύση του παιχνιδιού θεατής, βρίσκεται έκθετος μπροστά στην διαδικασία χειραγώγησής του και στην συνέχεια μπροστά στην πιο απάνθρωπη εκδοχή του ίδιου του του εαυτού. Περισσότερο από μια κριτική στην ηθική και την εξαχρείωση των ριάλιτι, «το παιχνίδι του θανάτου» μετατρέπεται σε σχόλιο των τρόπων με τους οποίους οι μηχανισμοί υποταγής και εκτέλεσης επιταγών, πέρασαν από το αυστηρό και άκαμπτο μιας κυβερνητικής διαταγής, στην ίδια την καθημερινότητα της τηλεοπτικής πραγματικότητας. Η διαδρομή από την δίκη του Άιχμαν μέχρι τους σύγχρονους «ήρωες της καθημερινότητας» των ριάλιτι, περιγράφει την απώλεια της ελεύθερης βούλησης και την μετατροπή των διαδικασιών που τη καταφέρνουν.
Ο δυτικός άνθρωπος μαθαίνει από τις πρώτες του ηλικίες να υπακούει σε τρόπους συμπεριφοράς, μόδες και κοινωνικές επιταγές. Ο πιο κοινότοπος κανόνας, η πιο ανώδυνη επιταγή γίνεται ένας νόμος αυστηρός και απαρέγκλιτος. Μέσα στις απλές αυτές διαδικασίες συχνά το άτομο ξεχνά τον τρόπο να κρίνει, να ερωτά να αμφισβητεί. Η υποταγή άνευ όρων σε κανόνες, (που φυσικά δεν παίζει ρόλο το αν είναι σωστοί ή όχι) εξαχρειώνει το άτομο και το αφήνει έκθετο σε κάθε είδους χειραγώγηση. Ο θύτης και το θύμα ταυτίζονται αφού στο ίδιο πρόσωπο συγκεντρώνεται η διπλή ιδιότητα. Το άτομο είναι ένοχο όχι τόσο γι αυτά που πράττει, αλλά για το ότι επέτρεψε στον εαυτό του να σχηματιστεί με τρόπους και όρους τέτοιους ώστε να οδηγηθεί στο σημείο της πράξης. Είναι εύκολο (και η ιστορία το διδάσκει), ένας απλός άνθρωπος να καταλήξει εκτελεστής, αν οι συνθήκες ή οι εξουσίες το επιβάλλουν. Πως όμως, αφοπλίζεται ο εκτελεστής, μέσα στον κάθε άνθρωπο;

(ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΊΔΑ ΕΠΟΧΗ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: