Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

Θάνατος είναι οι ευρωβουλευτές που καθαρίζουνε κρεμμύδια



ΠΡΕ(ΒΕ)ΖΑ ΘΑΝΑΤΟΥ
Δώστε μου λίγη
Πρέ(βε)ζα θανάτου
Θωμάς Ιωάννου, «Ιπποκράτους 15», Σαιξπηρικόν, 2011


Για τους Αρίστους η αγωνία, η απελπισία, η αυτοκτονία μπορούν να είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα της κακής θέας. Μια άσχημη πόλη, μια άσχημη γριά, μια άσχημη σκέψη οπλίζουν τα χέρια των Αρίστων επιβάλλοντας αυτοχειρία. Το «μα μου χαλάει την αισθητική» για έναν πραγματικό Άριστο ταυτίζεται με το «μου χαλάει τη ζωή». Τόσο αφοσιωμένοι στην αισθητική, οι Άριστοι προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια χώρα που συνεχώς τους πληγώνει με τα ατοπήματά της. Η κακή αισθητική, εδώ στο κάτω άκρο της βαλκανικής, οδήγησε τόσους και τόσους Αρίστους στην ηθελημένη αναχώρηση. Παράδοξο σε αυτή την παράδοση βαλκανικού χαρακίρι αποτελούσε πάντοτε ο Κώστας Καρυωτάκης. Και αυτό γιατί ενώ μετατέθηκε δυσμενώς σε μια όμορφη πόλη όπως η Πρέβεζα, αυτός επέμενε στην αυτοκτονία, προσπαθώντας αρκετά μέχρι το γνωστό αποτέλεσμα: να αυτοκτονήσει. Όχι μόνο αυτό, αλλά μέσα στην ακατανόητη παραζάλη του, ο ποιητής άφησε πίσω του διάφορες κατηγορίες σε ένα ποίημα που θα μείνει χαραγμένο στην ιστορία για την αστοχία του. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει ένα ποίημα, που όχι μόνο τα βάζει χωρίς εμφανή αιτία με την όμορφη πόλη της Πρέβεζας, αλλά ταυτόχρονα λοιδορεί ένα σωρό στοιχεία του νεοελληνικού μας βίου; Τα ονόματα της ένδοξης ελληνικής μας ιστορίας στους όμορφους δρόμους μας και τα γραφικά σοκάκια και καλντερίμια (που ο «ποιητής» αποκαλεί λερά και ασήμαντα), τον προνοητικό αστυνόμο που πράττει υπεύθυνα απέναντι στην ελλειπή μερίδα που του σερβίρουν (μπα κύριε Καρυωτάκη, μήπως είναι «θάνατος» και ο ευσυνείδητος πωλητής που κόβει αποδείξεις για μια τυρόπιτα;) και κυρίως τον ήλιο μας (ο ήλιος, θάνατος μέσα στους θανάτους, θα γράψει ο συφοριασμένος), τον ήλιο αυτό που ο ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης ονόμασε «Ηλιάτορα», καθώς επίσης και «πρώτο».
Δεν μπορούμε, λοιπόν, παρά να συμφωνήσουμε με τη συντρόφισσα και πρωθιέρεια Βίκυ Φλέσσα και την ειλικρινή της απορία κατά την προεκλογική της επίσκεψη στην Πρέβεζα: «Χαίρομαι πολύ που είμαι στην Ήπειρο. Ξεκινάω από εδώ την προεκλογική μου περιοδεία. Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί ο Καρυωτάκης ήταν τόσο πολύ λυπημένος για να είμαι ειλικρινής, σε αυτή την υπέροχη πόλη».

Φυσικά το πρόβλημα δεν είναι η αρλούμπα. Οι Έλληνες πολιτικοί από κάθε παράταξη συχνά χρησιμοποιούν την ποίηση ως άσκηση κακοποίησης. Για να εντυπωσιάσουν, για να δώσουν βάθος στην κοινοτοπία, για να ενδυθούν με επιχειρήματα την τήβεννο του ειδικού των λέξεων, άρα κατ’ επέκταση και τους κλειδούχους της αλήθειας. Αυτό που νομίζω πως έχει σημασία στην περίπτωση της Βίκυς Φλέσσας είναι το πώς η ίδια τοποθέτησε τον εαυτό της ως έναν κλειδούχο της πολιτιστικής αλήθειας, από τότε που ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά της μέσα από δηλώσεις και σχόλιά της. Ουσιαστικά βρισκόμαστε μπροστά σε μια έκφανση της αριστείας (όχι στη γενικότητά της, αλλά συγκεκριμένα όπως εκφράζεται και ασκείται από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας) στο επίπεδο του πολιτισμού. Μια έκφανση που κουνάει το δάχτυλο, ταυτίζει το κλασσικό με το συντηρητικό και το κοινώς αποδεκτό και όταν πάει να γίνει συγκεκριμένη, αποκαλύπτει εκκωφαντικά το κενό της. Αοριστολογίες, πόζες και τηλεοπτικά πλάνα, η κοινοτοπία ως ιερό καθήκον, η εκκλησία ως πολιτιστικός και ταυτοτικός φάρος χωρίς επιλογή αποχής, η αρχαία Ελλάδα ειπωμένη ως ένα σχολικό εγχειρίδιο στο σχήμα μιας υποχρεωτικής χώρας. Η παιδεία και ο πολιτισμός ως μόνιμη τιμωρία ενός άρχοντα-γυμνασιάρχη στους υπηκόους του. Και από το βάθος τους ο ψίθυρος: «θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι/ κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα».
Η αυτοκτονία του Καρυωτάκη δεν αποτελεί ένα τυχαίο γεγονός, θα μπορούσαμε να πούμε πως δεν αποτελεί καν επιλογή. Άσχετα με το γεγονός καθ’ εαυτό και με το τι σημαίνει για το βίο ενός ανθρώπου, η αυτοκτονία του Καρυωτάκη έδωσε αναδρομικά στην ποίησή του το βάθος της αγωνίας και την έκταση της απελπισίας. Έκανε την ειρωνεία του ακόμα πιο αιχμηρή, τα υπαρξιακά αδιέξοδα ακόμα πιο έντονα. Περιέγραψε ως πράξη-σύμβολο το σύνολο του μεσοπολέμου και όρισε την ελληνική ποίηση των κατοπινών γενιών ως μια θητεία θανάτου.
Η δύσκολη κληρονομιά του Κώστα Καρυωτάκη παραμένει άταφη, παρά τα πλαστικά άνθη που ορισμένοι επιμένουν να της πετούν κατάμουτρα.

(στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: