Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Γιατί βλέπουμε ταινίες;*


Κάθε ταινία περιέχει την ίδια την ιστορία του ματιού. Την όρασή μας όπως γεννήθηκε μέσα από βουβά δάση και φόβο, όπως αναδείχθηκε σε λεπτομέρεια μέσα από λέξεις που κατηγοριοποίησαν το οπτικό υλικό μας, μέσα από ατελείωτες παραλλαγές καταγραφών. Από σκαλίσματα και σύμβολα σε ζωγραφικές απεικονίσεις, από πρώιμες φωτογραφίες μέχρι την απόλυτη αναπαραγωγή της αρχικής εικόνας.
Μια ταινία και μόνο αρκεί για να μάθει το μάτι να κοιτά στο παρόν. Παραφράζοντας έναν ποιητή: σε κάθε ταινία η όρασή μας αρχίζει ξανά.
Ο κινηματογράφος κουβαλά τη συνθήκη της γέννησής του, το λάθος του ματιού, την πίστη –προς τα τέλη του 19ου αιώνα– στην επιστήμη και τη διαρκή εξέλιξη. Μια τάση προς το μονίμως νέο και καινούργιο, μια πίστη στην καινοτομία. Την τεχνική, την καλλιτεχνική. Στην καινοτομία της νέας εμπειρίας.
Κάθε ταινία που θέλει να υπάρχει με αξιώσεις οφείλει να μας είναι άγνωστη και οικεία ταυτόχρονα. Ειπωμένη και ανείπωτη. Να μας δείχνει τροφοδοτώντας κυρίως όλα όσα δεν βλέπουμε.
Γιατί ο κινηματογράφος είναι πάθος 24 φορές το δευτερόλεπτο, ένα ψέμα για να ειπωθούν πολλές αλήθειες, μια μηχανή ενσυναίσθησης. Η σωστή περιεκτικότητα σε ήχο, φως και αλήθεια μετατρέπουν το βλέμμα σε γλώσσα, την κίνηση σε ταχύτητα των ονείρων, την καταγραφή σε τέχνη. Γιατί η ταινία είναι ιδέες ειπωμένες σε εικόνες.
Μια γλώσσα που για να παραμείνει ζωντανή οφείλει να ανακαλύπτει τον εαυτό της κάθε φορά από την αρχή. Και το κάνει. Κυρίως χάρη σε εμάς. Τους φορείς του βλέμματος, ειπωμένους και ανείπωτους μέσα σε μια ξένη ιστορία που είναι πάνω απ’ όλα η δική μας ιστορία. Οταν η ταύτισή μας παύσει, η εικόνα θα καταρρεύσει. Σαν βιτρό χτυπημένο από πέτρες.
Σε μια εποχή απόλυτης καταγραφής, θορύβου εικόνας και ατελείωτης παραγωγής σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο έχουμε ανάγκη τον κινηματογράφο περισσότερο από ποτέ. Μέσα στην πολιορκία μας από φθαρμένες ιστορίες, κακοειπωμένες εικόνες και βίντεο μιας χρήσης το βλέμμα μας ατροφεί. Οι περισσότερες εικόνες με τις οποίες ερχόμαστε σε επαφή δεν δείχνουν, απλά γράφουν.
Οπως ένα παιδί μουτζουρώνει. Απολύτως βέβαιο για τον κώδικα που δημιουργεί, απολύτως σιωπηλό προς οποιονδήποτε άλλο που δεν μπορεί να διαβάσει τον κώδικα. Η οπτική παιδεία είναι μια υπόθεση εξίσου σοβαρή με τη γραπτή παιδεία. Σήμερα περισσότερο από ποτέ, αύριο ακόμα περισσότερο.
Ο κινηματογράφος μάς μαθαίνει να διαχωρίζουμε όχι την καλή από την κακή εικόνα, αλλά την άδεια εικόνα από την εικόνα που περιέχει ιδέες.
Και όσο κι αν αλλάζει η κινηματογραφική συνθήκη, όσο κι αν προχωρά η τεχνική της καταγραφής και της διάδοσης, ο κινηματογράφος θα μένει πάντοτε προσηλωμένος στην ονειρική υφή του.
Στη συνθήκη αυτή όπου ο φόβος και η επιθυμία, η πραγματικότητα και η απόκλιση, η ζωή και ό,τι την πολιορκεί θα συνυπάρχουν.
Κλεισμένοι σε μια αίθουσα κοιτάμε με τα μάτια ψηλά. Η όρασή μας περικυκλώνεται από το σκοτάδι, όλα γύρω χάνονται, εμείς είμαστε η εικόνα.
Αυτή η συνθήκη της ταύτισης με τον ήρωα που παρακολουθούμε, αυτή η εμπειρία όπου τη ζεις και την παρακολουθείς ταυτόχρονα.
Οι ταινίες επιβεβαιώνουν πως μπορούμε να ονειρευτούμε. Και ακόμα περισσότερο, πως μπορούμε να ονειρευτούμε με άλλους ανθρώπους γύρω μας. Να μοιραστούμε ένα όνειρο ή έναν εφιάλτη και να υπάρχουμε ως ατομικότητες πολιορκημένες από το σκοτάδι και ως πλήθος ταυτόχρονα. Μόνοι και μαζί την ίδια στιγμή σε έναν κόσμο σε μετωπική σύγκρουση με μια αλήθεια πιο πραγματική από την αλήθεια.
Στη σκοτεινή αίθουσα οι ταινίες μάς κοιτάζουν. Κι εμείς, βουλιαγμένοι στον βυθό της θέσης μας, κυκλωμένοι από ξένες ανάσες και σκοτάδι, προσπαθούμε να τους αποδείξουμε πως είμαστε όντως αληθινοί.
*Την ερώτηση του τίτλου την πέτυχα σε ένα ξεφύλλισμα των εφημερίδων την προηγούμενη εβδομάδα. Μες στη βιασύνη δεν πρόλαβα να διαβάσω το άρθρο και στη συνέχεια δεν μπορούσα να θυμηθώ πού το είχα πετύχει. Η ερώτηση έμεινε να εκκρεμεί και να επαναλαμβάνεται μέσα στο κεφάλι μου. Το άρθρο αυτό είναι μια προσπάθεια να την κάνω να σωπάσει.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Δεν υπάρχουν σχόλια: