Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2025

Μια ξοφλημένη υπόθεση, μια ξοφλημένη υπόσχεση

 


 

Οι μέρες περνούν ανεξέταστες. Η ζωή συνεχίζει σαν ροή σε επικλινές έδαφος. Πράγματα συμβαίνουν και πράγματα δεν συμβαίνουν. Συμπεριφορές και τρόποι ζωής που έχουμε εμπεδώσει, αξίες που έχουμε ενσαρκώσει. Μα κάτι δεν λειτουργεί. Υπάρχει ένα κενό που περικυκλώνεται από όλες τις καθημερινές μας συνήθειες. Τον τρόπο με τον οποίο γεμίζει ο χρόνος μας. Το ανεξέταστο των ημερών μας. Βιώνουμε και κάποιες φορές σκεφτόμαστε αυτό που βιώνουμε, το περιγράφουμε, το αξιολογούμε. Υστερα συνεχίζουμε. Είναι όμως αρκετό;

Σήμερα περισσότερο από ποτέ αυτό που βιώνουμε ως πολιτισμό μοιάζει χρεοκοπημένο, καχεκτικό, σχεδόν κωμικό. Τα κυρίαρχα αφηγήματα τόσο στον μακροσκοπικό κόσμο όσο και στον κόσμο των μικρών συνηθειών μας δεν πείθουν, δεν εμπνέουν, δεν προσθέτουν τίποτα. Ο επιμερισμός της τεχνικής επίτευξης διεισδύει σε κάθε μορφή της καθημερινότητας. Τη διευκολύνει χωρίς να της προσθέτει ουσία. Την επιταχύνει χωρίς να της παραχωρεί χρόνο. Τα τεχνικά επιτεύγματα δεν μας κάνουν ουσιαστικότερους. Εφευρίσκουν απλώς νέους τρόπους για να στέκουμε ανούσιοι.

Ο αυτοματισμός της εργασίας, σε αντίθεση με όσα περιέγραφαν οι μεγάλες ουτοπίες των περασμένων αιώνων, δεν έφερε την απελευθέρωση του ανθρώπου από την εργασία. Αντίθετα, εκτόξευσε τον αποκλεισμό από την εργασία για τεράστια κομμάτια του πληθυσμού.

Οι ηγέτες του κυρίαρχου αφηγήματος είναι άνθρωποι θλιβεροί. Τεχνοκράτες, ναρκισσευόμενοι υπάλληλοι, αμφίβολες περσόνες εξουσίας και πλούτου. Δεν κουβαλούν και δεν προτείνουν τίποτα περισσότερο από έναν κυνισμό παλαιάς κοπής εφαρμοσμένο στη συγκυρία. Ο δυτικός κόσμος (αυτή η ακαθόριστη μη οριοθετημένη γεωγραφία) προσπαθεί να περιγράψει τον εαυτό του ως πολιορκούμενο. Η γεωστρατηγική κινητικότητα και η οικονομική αλλαγή παραδείγματος περιγράφονται ως ένας ταυτόχρονος πόλεμος αξιών, ένας πόλεμος πολιτισμών. Και αυτή είναι η μόνη στιγμή που ο κόσμος αυτός προσπαθεί να αρθρώσει τις αξίες του. Οχι ως δομικά παραδείγματα, όχι ως καθημερινές εφαρμογές, αλλά ως αντιθέσεις. Αντιθέσεις απέναντι σε ένα παράδειγμα το οποίο κατασκευάζει την ίδια ώρα που το περιγράφει. Αυτός ο αξιακός ερασιτεχνισμός, αυτή η ανερμάτιστη πολιτιστική διαφορά μπορεί να κατασκευάζουν ένα ρητορικό επιχείρημα προς πολιτικάντικη χρήση, αλλά ούτε πείθουν ούτε μπορούν να καλύψουν το κενό.

Ο άνθρωπος του κόσμου αυτού μοιάζει να έχει παραιτηθεί από την αναζήτηση. Του νοήματος, της ομορφιάς, του διαφορετικού παραδείγματος. Ικανοποιημένος από την κάθε νέα τεχνική εφαρμογή αναμασά ανακυκλωμένες αφηγήσεις, άχρηστες ευκολίες, παραγεμίσματα του χρόνου του. Τα μεγάλα ερωτήματα, οι μεγάλες περιπέτειες, οι αχανείς αναζητήσεις δεν απαντιούνται. Αντίθετα, ξορκίζονται και εξορίζονται ως υπερφίαλες κουβέντες, πομπώδεις σκέψεις, χαμένος χρόνος. Το μοντέλο ανθρώπου αυτού του κόσμου είναι χρεοκοπημένο. Και μαζί αυτάρεσκα ικανοποιημένο με αυτή τη χρεοκοπία του.

Η αναζήτηση της ομορφιάς στην οντολογική της διάσταση -αυτό το σημείο που είναι μαζί αισθητική, ηθική και οντολογία- έχει εγκαταλειφθεί. Περιορίζεται στην αναζήτηση πρόσκαιρων εμπειριών, απομονωμένων στιγμών του βίου, φευγαλέων γεγονότων. Και όμως υπάρχει κάτι εκεί έξω, και όμως υπάρχει κάτι εδώ μέσα που διψάει. Οχι με τη δίψα της βιολογικής ανάγκης, αλλά με τη λύσσα της παρατεταμένης λειψυδρίας. Δεν είναι η πρώτη φορά. Και λογικά δεν θα είναι και η τελευταία. Αλλά η δίψα αυτή μοιάζει στολισμένη με την αναγκαιότητα του επείγοντος. Οχι για να κρίνει και να αξιολογήσει σημεία του παρελθόντος, ούτε να κρυφτεί σε μια φυγή προς το μέλλον. Αλλά για να δημιουργήσει στο παρόν. Να δημιουργήσει το παρόν. Να πλάσει μια ομορφιά που θα μιλάει για το εδώ και το τώρα. Αναζητώντας παραδείγματα στο παρελθόν, υποσχόμενη για το μέλλον. Αναζητώντας την ομορφιά.

 

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)

 

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2025

Ο κύριος Φιτζέραλντ θα πάρει ένα ποτήρι σόδα




Συνάντησα ένα απόσπασμα, αλλά δεν θυμάμαι που, ένα απόσπασμα που δεν επιθυμώ να το επιβεβαιώσω. Προτιμώ να το θυμάμαι με τον θολό τρόπο που θυμόμαστε τις πραγματικές αναμνήσεις, τα περιστατικά που κουβαλούν το ενδεχόμενο της λανθασμένης ερμηνείας τους. Το απόσπασμα αναφερόταν στον Φ. Σκoτ Φιτζέραλντ. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο μετά τις μεγάλες επιτυχίες του, μετά τις μεγάλες συγγραφικές του διαδρομές. Όταν το άστρο του βρισκόταν στη δύση του και αυτός δοκίμαζε για δεύτερη φορά να αρχίσει (μάταια όπως θα αποδειχτεί) μια νέα καριέρα στο Χόλιγουντ. Καθόταν σε ένα από αυτά τα πάρτι των σταρ, απόμακρος σε μια γωνία μακριά από τη διασκέδαση και έπινε ένα ποτήρι με σόδα. Δεν ξέρω γιατί αυτή η λεπτομέρεια έμεινε μαζί μου. Ίσως γιατί αυτό το ποτήρι εμπεριείχε -όχι το βαρετό υγρό- αλλά όλη τη διαδρομή που τον έφερε ως εδώ.

Ο Φιτζέραλντ υπήρξε σύμβολο μιας εποχής και μαζί ένα από τα πιο ξεχωριστά παιδιά της. Έζησε και κατέγραψε την εποχή της τζαζ, την περίοδο αυτή της αισιοδοξίας των αρχών του αιώνα που πνίγηκε μες την υπερβολή της απότομα με τον ερχομό του κραχ. Τα πρώτα του μυθιστορήματα ήταν τεράστιες επιτυχίες. Περιέγραφαν χαρακτήρες που ενσάρκωναν της εποχή, τις αντιφάσεις και τις συλλογικές προσδοκίες. Στην πραγματικότητα, ο Φιτζέραλντ περιέγραφε τον εαυτό του. Ένα παιδί που κατέκτησε το αμερικανικό όνειρο πριν καλά-καλά κλείσει τα μάτια του και ονειρευτεί. Και η εποχή ήταν τζαζ, φλάπερς, café society και roaring twenties, ατελείωτα πάρτι, χορός και αλκοόλ. Μέσα στον κυκεώνα της ατελείωτης αισιοδοξίας, ο Φιτζέραλντ και η Ζέλντα ενσάρκωναν αυτήν ακριβώς τη ζωή. Τον ηδονισμό της χαράς, τις προσταγές της αισιοδοξίας, τη σάρκινη αισιοδοξία του οινοπνεύματος.

Από την εποχή εκείνη μέχρι το ποτήρι με τη σόδα συνέβησαν πολλά. Τα δύο σημαντικότερα μυθιστορήματα του Φιτζέραλντ, «Ο μεγάλος Γκάτσμπι» και το «Τρυφερή είναι η νύχτα» απέτυχαν να γίνουν επιτυχίες. Ίσως γιατί με την αδιαφορία του προς τα δημιουργήματά του, το αναγνωστικό κοινό έπαιρνε εκδίκηση για μια ολόκληρη εποχή που είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα πια επιτυχίες έκαναν τα μυθιστορήματα με προλετάριους, τα μυθιστορήματα που περιέγραφαν τα βάσανα των καθημερινών ανθρώπων. Και ο Φιτζέραλντ γνώριζε τι σημαίνει βάσανο αλλά καθημερινός άνθρωπος δεν ήταν. Η Ζέλντα κατέληξε σε ψυχιατρείο, ο Σκοτ προσπαθούσε διαρκώς να ελέγξει τον αλκοολισμό του προσπαθώντας να βάλει τη ζωή του ξανά στις ράγες της. Χωρίς να τα καταφέρνει. Η καριέρα στο Χόλιγουντ δεν θα έρθει ποτέ, το τελευταίο του μυθιστόρημα «ο τελευταίος μεγιστάνας», θα μείνει ατέλειωτο. Εκείνο το ποτήρι με τη σόδα ήταν η δική του προσπάθεια να καταλάβει. Πώς κέρδισε όσα κέρδισε και πώς τελικά τα έχασε. Πώς πέρασε η εποχή του και τι θέση έχει αυτός στην νέα εποχή που ξημερώνει. Πώς το αλκοόλ που κατανάλωσε, υπήρξε καύσιμο διασκέδασης με τη γυναίκα της ζωής του, δεσμός με τον αγαπημένο του φίλο τον Χέμινγουεϊ, παρηγοριά για μια γενιά που καταστράφηκε. Το αλκοόλ τελικά κατανάλωσε αυτόν τον ίδιο. Και τώρα ανήμπορος, αφού όλα έχουνε ήδη τελειώσει, προσπαθεί να διορθώσει. Αλλά ο καιρός του έχει πνιγεί. Γιατί τα όνειρα δεν πνίγονται στο αλκοόλ, στο ουίσκι, στο ποτήρι τις κατάχρησης. Πνίγονται μέσα στις απρόθυμες σόδες του μετανιώματος, όταν είναι ήδη πολύ αργά.

 

(στην εφημερίδα Εποχή)

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Τα Χριστούγεννα και οι λύκοι

 


 

Είναι μία από τις μέρες των Χριστουγέννων και παίζουμε ένα επιτραπέζιο ενώ απ’ έξω κάτι ανάμεσα σε βροχή και σε χιόνι μετατρέπει το εσωτερικό του σπιτιού σε καταφύγιο. Μόλις πέρασα μια από αυτές τις γρίπες που απ’ όσο κατάλαβα όλοι πέρασαν αυτές τις μέρες και ο χρόνος έχει διασταλεί με περίεργο τρόπο, από τον πυρετό που πέρασε, από την κλεισούρα, από την έλλειψη δραστηριότητας. Είναι ήρεμα. Οι δρόμοι έξω είναι άδειοι. Η απειλητική θετικότητα των γιορτών δεν φτάνει ως εδώ.

Υπάρχει μια απελευθερωτική ηρεμία στα επιτραπέζια, μια υπενθύμιση πως η πραγματικότητα έχει τρεις διαστάσεις και πως οι οθόνες δεν είναι πάντοτε απαραίτητες. Όλα υπάρχουν με τους όρους της συνάντησης και της ανταλλαγής. Παίζουμε από το μεσημέρι, πάνω σε ένα παχύ χαλί που ολοένα μας αναποδογυρίζει τα ζάρια προσπαθώντας διαρκώς να αλλοιώσει το αποτέλεσμα. Ο μικρός έχει καταραμένη ρέντα. Το μόνο που προσπαθώ είναι να κερδίσω μια παρτίδα. Και όμως είμαι ήδη τρία πρόβατα πίσω.

Το παιχνίδι λέγεται «Η φάρμα με τα ζώα» και η συσκευασία μας επιβεβαιώνει πως είναι το πρώτο παιχνίδι που χρησιμοποίησε 12πλευρα ζάρια. Διαβάζω την ιστορία του παιχνιδιού: Εφευρέθηκε το 1943 στη Βαρσοβία από τον πολωνό καθηγητή μαθηματικών Κάρολο Μπόρζουκ. Όταν οι Ναζί έκλεισαν το πανεπιστήμιο, o Μπόρζουκ για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του άρχισε να φτιάχνει επιτραπέζια και να τα πουλάει. Το συγκεκριμένο με το όνομα Hodowla zwierzątek ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή του. Η γυναίκα του Zofia έφτιαξε τις πρώτες κάρτες. Και το παιχνίδι έγινε γνωστό. Πρώτα σε φίλους. Μετά σε φίλους φίλων. Και πούλησε πολλά, τόσα πολλά εκείνες τις σκληρές μέρες στη Βαρσοβία. Πώς αντιδράς όταν ο λύκος σου τρώει τα πρόβατα, τα γουρούνια και τις αγελάδες, ενώ εσύ δεν έχεις τίποτα να φας;

- Ένα πρόβατο. Άρα δύο ζευγάρια. Άρα παίρνω δύο.

Ο Μπόρζουκ όμως πέρα από μαθηματικός και κατασκευαστής παιχνιδιών ήταν και μέλος της αντίστασης. Έδινε κρυφά διαλέξεις, παρείχε το μέρος για τις συναντήσεις της Πολωνικής Αντίστασης και το ’43 πέρασε μερικούς μήνες στις φυλακές της Βαρσοβίας. Με τη μεγάλη εξέγερση της Βαρσοβίας το ’44 μεταφέρθηκε μαζί με την οικογένειά του στο ναζιστικό στρατόπεδο Dulag 121 στο Προυσκόβ. Από εκεί κατάφερε να ξεφύγει και έμεινε στην παρανομία μέχρι το τέλος του πολέμου.

- Δύο αγελάδες. Που σημαίνει ένα άλογο. Και το άλογο δεν μπορεί να το φάει κανένας λύκος.

Τελικά ο Μπόρζουκ γλίτωσε. Συνέχισε να διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας ενώ αργότερα έδωσε διαλέξεις σε διάφορα πανεπιστήμια του κόσμου, κέρδισε τίτλους για την προσφορά του στα μαθηματικά, έζησε μια κανονική ζωή. Το ίδιο κατάφερε και το παιχνίδι του. Βλέπετε όλα τα πρώτα αντίτυπα του παιχνιδιού κάηκαν μαζί με ολόκληρη την Βαρσοβία κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Ήταν Αύγουστος του 1944. Για δεκαετίες όλα τα αντίτυπα είχαν χαθεί και το παιχνίδι εξαφανίστηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ. Ήταν μόλις το 1990, 15 χρόνια μετά τον θάνατο του Μπόρζουκ, όταν ένα αντίτυπο το οποίο είχε καταφέρει να βγει από τη Βαρσοβία εμφανίστηκε και πάλι. Και η οικογένειά έδωσε τη συγκατάθεσή της ώστε το παιχνίδι να βγει στην αγορά. Εμείς παίζουμε αυτό το αντίτυπο. Αυτό που διασώθηκε. Σε έναν κόσμο που διασώθηκε.

- Έφερες λύκο. Ο λύκος σου τρώει όλα τα ζώα εκτός από τα κουνέλια.

(Το κωλόπαιδο. Πάλι κέρδισε. Δεν παίζω άλλο.)

Κάθομαι στο σαλόνι χαζεύοντας, ενώ οι πληροφορίες γίνονται εικόνες, ενώ ο χρόνος διαστέλλεται και πάλι. Μια οικογένεια που φτιάχνει επιτραπέζια για να επιβιώσει, Χριστούγεννα σε μια πόλη υπό κατοχή, ο Μπόρζουκ να εφαρμόζει τα μαθηματικά του για να ξορκίσει το σκοτάδι. Μακριά από τα παιδιά, μακριά από την οικογένειά του. Κουνέλια και γουρούνια, πρόβατα και αγελάδες. Μια ακροδεξιά. Μια πόλη και αργότερα μια άλλη. Στη συνέχεια μια ήπειρος ολόκληρη.

Ξεκινώντας από κάθε σημείο της Ευρώπης, οι λύκοι κυκλώνουν και πάλι τα σπίτια μας.

 

(στην εφημερίδα Εποχή)