Είναι μία από τις μέρες των Χριστουγέννων και παίζουμε ένα επιτραπέζιο ενώ απ’ έξω κάτι ανάμεσα σε βροχή και σε χιόνι μετατρέπει το εσωτερικό του σπιτιού σε καταφύγιο. Μόλις πέρασα μια από αυτές τις γρίπες που απ’ όσο κατάλαβα όλοι πέρασαν αυτές τις μέρες και ο χρόνος έχει διασταλεί με περίεργο τρόπο, από τον πυρετό που πέρασε, από την κλεισούρα, από την έλλειψη δραστηριότητας. Είναι ήρεμα. Οι δρόμοι έξω είναι άδειοι. Η απειλητική θετικότητα των γιορτών δεν φτάνει ως εδώ.
Υπάρχει μια απελευθερωτική ηρεμία στα επιτραπέζια, μια υπενθύμιση πως η πραγματικότητα έχει τρεις διαστάσεις και πως οι οθόνες δεν είναι πάντοτε απαραίτητες. Όλα υπάρχουν με τους όρους της συνάντησης και της ανταλλαγής. Παίζουμε από το μεσημέρι, πάνω σε ένα παχύ χαλί που ολοένα μας αναποδογυρίζει τα ζάρια προσπαθώντας διαρκώς να αλλοιώσει το αποτέλεσμα. Ο μικρός έχει καταραμένη ρέντα. Το μόνο που προσπαθώ είναι να κερδίσω μια παρτίδα. Και όμως είμαι ήδη τρία πρόβατα πίσω.
Το παιχνίδι λέγεται «Η φάρμα με τα ζώα» και η συσκευασία μας επιβεβαιώνει πως είναι το πρώτο παιχνίδι που χρησιμοποίησε 12πλευρα ζάρια. Διαβάζω την ιστορία του παιχνιδιού: Εφευρέθηκε το 1943 στη Βαρσοβία από τον πολωνό καθηγητή μαθηματικών Κάρολο Μπόρζουκ. Όταν οι Ναζί έκλεισαν το πανεπιστήμιο, o Μπόρζουκ για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του άρχισε να φτιάχνει επιτραπέζια και να τα πουλάει. Το συγκεκριμένο με το όνομα Hodowla zwierzątek ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή του. Η γυναίκα του Zofia έφτιαξε τις πρώτες κάρτες. Και το παιχνίδι έγινε γνωστό. Πρώτα σε φίλους. Μετά σε φίλους φίλων. Και πούλησε πολλά, τόσα πολλά εκείνες τις σκληρές μέρες στη Βαρσοβία. Πώς αντιδράς όταν ο λύκος σου τρώει τα πρόβατα, τα γουρούνια και τις αγελάδες, ενώ εσύ δεν έχεις τίποτα να φας;
- Ένα πρόβατο. Άρα δύο ζευγάρια. Άρα παίρνω δύο.
Ο Μπόρζουκ όμως πέρα από μαθηματικός και κατασκευαστής παιχνιδιών ήταν και μέλος της αντίστασης. Έδινε κρυφά διαλέξεις, παρείχε το μέρος για τις συναντήσεις της Πολωνικής Αντίστασης και το ’43 πέρασε μερικούς μήνες στις φυλακές της Βαρσοβίας. Με τη μεγάλη εξέγερση της Βαρσοβίας το ’44 μεταφέρθηκε μαζί με την οικογένειά του στο ναζιστικό στρατόπεδο Dulag 121 στο Προυσκόβ. Από εκεί κατάφερε να ξεφύγει και έμεινε στην παρανομία μέχρι το τέλος του πολέμου.
- Δύο αγελάδες. Που σημαίνει ένα άλογο. Και το άλογο δεν μπορεί να το φάει κανένας λύκος.
Τελικά ο Μπόρζουκ γλίτωσε. Συνέχισε να διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας ενώ αργότερα έδωσε διαλέξεις σε διάφορα πανεπιστήμια του κόσμου, κέρδισε τίτλους για την προσφορά του στα μαθηματικά, έζησε μια κανονική ζωή. Το ίδιο κατάφερε και το παιχνίδι του. Βλέπετε όλα τα πρώτα αντίτυπα του παιχνιδιού κάηκαν μαζί με ολόκληρη την Βαρσοβία κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Ήταν Αύγουστος του 1944. Για δεκαετίες όλα τα αντίτυπα είχαν χαθεί και το παιχνίδι εξαφανίστηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ. Ήταν μόλις το 1990, 15 χρόνια μετά τον θάνατο του Μπόρζουκ, όταν ένα αντίτυπο το οποίο είχε καταφέρει να βγει από τη Βαρσοβία εμφανίστηκε και πάλι. Και η οικογένειά έδωσε τη συγκατάθεσή της ώστε το παιχνίδι να βγει στην αγορά. Εμείς παίζουμε αυτό το αντίτυπο. Αυτό που διασώθηκε. Σε έναν κόσμο που διασώθηκε.
- Έφερες λύκο. Ο λύκος σου τρώει όλα τα ζώα εκτός από τα κουνέλια.
(Το κωλόπαιδο. Πάλι κέρδισε. Δεν παίζω άλλο.)
Κάθομαι στο σαλόνι χαζεύοντας, ενώ οι πληροφορίες γίνονται εικόνες, ενώ ο χρόνος διαστέλλεται και πάλι. Μια οικογένεια που φτιάχνει επιτραπέζια για να επιβιώσει, Χριστούγεννα σε μια πόλη υπό κατοχή, ο Μπόρζουκ να εφαρμόζει τα μαθηματικά του για να ξορκίσει το σκοτάδι. Μακριά από τα παιδιά, μακριά από την οικογένειά του. Κουνέλια και γουρούνια, πρόβατα και αγελάδες. Μια ακροδεξιά. Μια πόλη και αργότερα μια άλλη. Στη συνέχεια μια ήπειρος ολόκληρη.
Ξεκινώντας από κάθε σημείο της Ευρώπης, οι λύκοι κυκλώνουν και πάλι τα σπίτια μας.
(στην εφημερίδα Εποχή)